Παρόλο που η αμερικανική πολιτική παράδοση απορρίπτει τη μονοπρόσωπη εξουσία και πολλοί θεωρούν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση αργή και αναποτελεσματική, ο Ντόναλντ Τραμπ ασκεί προεδρία «με διατάγματα». Αυτό υποστηρίζει ο Economist και επικαλείται ενέργειες του Τραμπ, όπως αποστολή στρατευμάτων, επιβολή δασμών, πιέσεις προς την κεντρική τράπεζα, κρατικές συμμετοχές σε εταιρείες και εκφοβισμό πολιτών.
Κι όμως, παρά το «σοκ και δέος», η καθαρή αποδοχή του είναι περίπου -14 μονάδες — χαμηλή, αλλά όχι ανασταλτική.
Το περιοδικό παρουσιάζει ένα παράδοξο: οι περισσότεροι Αμερικανοί αποδοκιμάζουν τον πρόεδρο, ωστόσο «περνά το δικό του.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Σύμφωνα με τον Economist, ένας λόγος είναι η ταχύτητα. Ο Τραμπ κινείται πιο γρήγορα από τους θεσμικούς φραγμούς που τον περιορίζουν. Όπως ένας αλγόριθμος που αλλάζει συνεχώς θέμα, προλαβαίνει τους αντιπάλους του και αφήνει τα δικαστήρια να κυνηγούν τις εξελίξεις εκ των υστέρων, με εκκρεμότητες για τη νομιμότητα αποστολής στρατού σε πόλεις ή για δασμούς που μπορεί να κριθούν μήνες αργότερα.
Ένας δεύτερος παράγοντας είναι η πλήρης ευθυγράμμιση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Με εξαιρετικά υψηλή αποδοχή στη βάση των Ρεπουμπλικανών, ο Τραμπ, κατά τον Economist, έχει μετατρέψει την ενδοκομματική συζήτηση από πολιτική αντιπαράθεση σε «θεολογική ερμηνευτική»: ό,τι και αν πει ο ηγέτης, αναζητείται το «ορθό νόημα» των λόγων του, ακόμη κι όταν αυτοαναιρείται. Έτσι, οι θεσμικοί έλεγχοι εντός του κόμματος αδρανοποιούνται.
Θεσμοί που θα μπορούσαν να αντισταθούν -επιχειρήσεις, πανεπιστήμια, μέσα ενημέρωσης- πάσχουν από πρόβλημα συντονισμού. Ο ανταγωνισμός μεταξύ τους δυσχεραίνει τη συλλογική δράση: αυτό που βλάπτει ένα ίδρυμα ίσως ωφελεί κάποιο άλλο. Αν μια εταιρεία ή ένα δικηγορικό γραφείο στοχοποιηθεί, υπάρχει κίνητρο για τους ανταγωνιστές του να καλύψουν το κενό, όχι να συστρατευθούν.
Πίσω από όλα αυτά, σύμφωνα με το άρθρο, βρίσκεται η εκδικητικότητα και ο εκφοβισμός. Στο Οβάλ Γραφείο «ειδικός» είναι όποιος συμφωνεί με τον πρόεδρο ενώ οι αγγελιοφόροι κακών ειδήσεων απολύονται, απείθαρχοι Ρεπουμπλικανοί δέχονται προκλήσεις στις προκριματικές, επιχειρηματίες τιμωρούνται, αντίπαλοι ερευνώνται.
Το ορθολογικό κίνητρο για καθέναν είναι να υποχωρήσει, ελπίζοντας πως «κάποιος άλλος» θα αντισταθεί—κάτι που σπάνια συμβαίνει.
Ποιό δημοφιλής από τους Δημοκρατικούς
Κατά τον Economist, το πολιτικό βάρος της αντίστασης πέφτει στους Δημοκρατικούς, οι οποίοι εμφανίζονται μπερδεμένοι ως προς στρατηγική και μήνυμα: να απαντήσουν με κραυγές και επιθετικές αναρτήσεις, να επενδύσουν σε «επιμελημένη αυθεντικότητα», να κινηθούν αριστερά ή να καταλάβουν το κέντρο; Η αδυναμία τους να περιορίσουν τον Τραμπ ή να επικοινωνήσουν πειστικά εξοργίζει τη βάση τους. Παρά τα χαμηλά νούμερα του προέδρου, ο ίδιος είναι πιο δημοφιλής από το Δημοκρατικό Κόμμα, εν μέρει επειδή οι Δημοκρατικοί απογοητεύονται από τους εαυτούς τους.
Βραχυπρόθεσμα, το περιοδικό βλέπει περιθώρια για ανασύνταξη: οι ενδιάμεσες εκλογές απέχουν έναν χρόνο και ιστορικά το κόμμα του προέδρου συνήθως χάνει έδρες στη Βουλή. Η εκτεταμένη χαρτογράφηση περιφερειών περιορίζει τον ανταγωνισμό και καθιστά απίθανη μια συντριβή το 2026, αλλά ακόμη και μια οριακή δημοκρατική πλειοψηφία με εξουσία κλήτευσης θα πρόσφερε ουσιαστικό έλεγχο στη διαφθορά και την ανικανότητα της κυβέρνησης.
Μακροπρόθεσμα, όμως, η εικόνα των Δημοκρατικών είναι τραυματισμένη, συνεχίζει το βρετανικό δημοσίευμα. Οι ψηφοφόροι τους εμπιστεύονται σε υγεία, περιβάλλον και δημοκρατία, αλλά σε ζητήματα που «πονάνε» -εγκληματικότητα και μετανάστευση- προτιμούν τους Ρεπουμπλικανούς. Στις εκλογές του 2024, η Κάμαλα Χάρις θεωρήθηκε πιο ακραία από τον Τραμπ· να λοιδορείς τους ψηφοφόρους ως «λάθος» ή «σεξιστές» δεν βοηθά.
Η δημογραφία, που παλαιότερα ευνοούσε τους Δημοκρατικούς, δεν τους στηρίζει πλέον: οι Ρεπουμπλικανοί κερδίζουν έδαφος σε μη λευκούς και νέους, ενώ οι Δημοκρατικοί έχουν χάσει τη λευκή εργατική τάξη. Μόνο το 40% των ενηλίκων έχει πτυχίο· άρα η επιρροή στους πιο μορφωμένους δεν αρκεί. Η παλιά αφήγηση περί «σιωπηλής πλειοψηφίας» που εμποδίζεται από ρεπουμπλικανικές μεθοδεύσεις δεν ανταποκρίνεται στα νέα δεδομένα συμμετοχής.
Το χρέος των Δημοκρατικών
Τέλος, ο Economist θεωρεί ότι ο Τραμπ στήνει «παγίδες»: οροφή χρέους (δίλημμα μεταξύ περικοπών στην εξωτερική βοήθεια και κυβερνητικού λουκέτου), αποστολή στρατού σε πόλεις που εξαναγκάζει τους Δημοκρατικούς να φαίνονται «χαλαροί στο έγκλημα», ή επιθέσεις με drones σε υποτιθέμενους διακινητές που καθιστούν την υπεράσπιση της δέουσας διαδικασίας πολιτικά δύσκολη.
Συμπέρασμα: οι Δημοκρατικοί πρέπει να εξηγήσουν γιατί οι ψηφοφόροι τους θεωρούν «τους ακραίους» αντί για έναν πρόεδρο που, κατά την ανάλυση, επιχειρεί να εγκαθιδρύσει μονοπρόσωπη εξουσία.
Πηγή: in.gr