Για τις προκλήσεις της σύγχρονης δημοσιογραφίας μιλά στο ΟΤ FORUM και στους δημοσιογράφους Χρήστο Κολώνα και Αθανασία Ακρίβου, ο Νίκος Παναγιώτου, καθηγητής Δημοσιογραφίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
«Θα ξεκινήσω λέγοντας γιατί είναι σημαντική η ενημέρωση. Αυτό που θα πρέπει να γίνει κοινός τόπος στους πολίτες είναι το γεγονός ότι η σωστή, υπεύθυνη και έγκυρη ενημέρωση είναι αυτή η οποία μας βοηθάει να λαμβάνουμε αποφάσεις: γιατί να επιλέξω αυτό το πανεπιστήμιο, γιατί να επιλέξω αυτόν τον δρόμο στη ζωή μου, γιατί να επιλέξω αυτό το επάγγελμα, όλα αυτά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την πηγή ενημέρωσης», αναφέρει ο κ. Παναγιώτου και προσθέτει: ότι «σήμερα ο κάθε ένας από εμάς έχει καταφύγει σε έναν περίκλειστο χώρο ενημέρωσης, αυτό που λέγεται filter bubbles και ακούμε αυτούς με τους οποίους συμφωνούμε».
Αυτό , σύμφωνα με τον ίδιο, δημιουργεί φαινόμενα πόλωσης και εξτρεμισμού, καθώς δεν ανεχόμαστε την άλλη άποψη «και αυτό έγινε τραγικά κατανοητό με τη δολοφονία του ακτιβιστή, ανεξάρτητα από τις απόψεις του. Νομίζω ότι δεν έχουμε δει στη Δύση εδώ και αρκετές δεκαετίες αυτού του είδους την πόλωση και τον εξτρεμισμό».
Έλλειμμα εμπιστοσύνης
Στη συνέχεια της συζήτησης ο Παναγιώτου, εκλήθη να σχολιάσει την έρευνα που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα από τον ίδιο, και τους Ανδρέα Μ. Παναγόπουλο (PhD), ερευνητή PJL ΑΠΘ και Ιωάννα – Γεωργία Εσκιάδη, υπ. διδάκτωρ Δημοσιογραφίας ΑΠΘ με τη βοήθεια της KAPA Research.
Σύμφωνα με αυτή ο κόσμος δεν εμπιστεύεται από τους δημοσιογράφους: «Το 22% εμπιστεύεται τους δημοσιογράφους. Ταυτόχρονα, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό αποφεύγει να ενημερώνεται όχι εξαιτίας τρίτων παραγόντων ότι, αλλά εξαιτίας του γεγονότος ότι απορρίπτει το υπάρχον μοντέλο, κάλυψη δηλαδή που εστιάζει μόνο στα αρνητικά , μόνο στον θόρυβο και στην περιγραφή».
Ο κ. Παναγιώτου υπογραμμίζει ότι η δημοσιογραφία πρέπει να μάθει να προσαρμόζεται: «να δούμε γιατί ο κόσμος πηγαίνει στα social media να πληροφορηθεί, κάνοντας αντίστοιξη της έννοιας πληροφορούμαι, δηλαδή άκουσα και έμαθα κάτι με την έννοια του ενημερώνομαι, που σημαίνει ότι το καταλαβαίνω, ξέρω τι σημαίνει».
Κριτικοί αναγνώστες
Ο κ. Παναγιώτου περιγράφει το πρόγραμμα που αναμένεται να «τρέξει» στα σχολεία και αφορά στους «κριτικούς αναγνώστες», το οποίο στην ουσία του απαντά σε πολλές από τις αγωνίες της δημοσιογραφίας : «Χάνουμε νεανικό κοινό το νεανικό κοινό, το οποίο αποφεύγει να ενημερώνεται ή περνά πολύ μεγάλο μέρος της καθημερινότητας ψηφιακά».
«Νομίζω ότι είναι πολύ μεγάλο το στοίχημα το να κατορθώσουμε να συζητήσουμε με τη νέα γενιά κρίσιμα ζητήματα της σημασίας της δημοσιογραφίας, αλλά ταυτόχρονα και μέσω της νέας γενιάς να εκπαιδεύσουμε και τους δασκάλους και τους γονείς στο να ξαναχτίσουμε τη σχέση με την δημοσιογραφία. Είναι ένα πιλοτικό και πρωτοποριακό πρόγραμμα. Τοποθετεί τη χώρα μας μαζί με τη Φινλανδία στην πρωτοπορία των ευρωπαϊκών χωρών, ένα πρόγραμμα που έχει την αμέριστη υποστήριξη του υπουργείου Παιδείας, και της υπουργού και αντίστοιχα της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας και του υπουργού του κυρίου Μαρινάκη».
Για την τεχνητή νοημοσύνη
Κληθείς να σχολιάσει την τεχνητή νοημοσύνη κι αν αυτή μπορεί να αποτελέσει εργαλείο ή απειλή για τους δημοσιογράφους, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Νομίζω ότι απειλεί συγκεκριμένα είδη δημοσιογραφίας, τα οποία είναι προς εξαφάνιση, δηλαδή περιγραφή αυτού που συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Αντιθέτως όμως, η τεχνητή νοημοσύνης μπορεί να γίνει ένα εξαιρετικό εργαλείο, μειώνοντας τον χρόνο που χρειάζονται δημοσιογράφους προκειμένου να συγκεντρώσεις πηγές».
«Το δεύτερο όμως βήμα και η πρόκληση είναι να τις επαληθεύσει αυτές τις πηγές, αυτά δηλαδή που συγκέντρωσε. Και εκεί έγκειται και ένα μεγάλο ζήτημα, το ποιος τροφοδοτεί και με τι στοιχεία την τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό είναι μεγάλο ζήτημα», εξηγεί.
Τέλος τονίζει ότι μεγάλο στοίχημα για τη δημοσιογραφία είναι να ξαναχτίσουμε τη σχέση εμπιστοσύνης με την κοινωνία: « Δεν αγοράζω κάτι το οποίο δεν εμπιστεύομαι και η ίδια η κοινωνία θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ο δημοσιογράφος δεν είναι ούτε Δον Κιχώτης, ούτε κάποιος ο οποίος κάνει το λειτούργημα αυτό από χόμπι. Άρα, αυτό απαιτεί ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο για να μπορέσει ο δημοσιογράφος, αλλά και ουσιαστικά το κοινό να ενημερωθεί και να πάρει την πληροφόρηση που του αξίζει. Το μοντέλο που νομίζω ότι χρειάζεται είναι ευέλικτο, ψηφιακά λειτουργικό και ταυτόχρονα ένα μοντέλο το οποίο θα συνεχίσει να συνομιλεί με τους αναγνώστες ή τους τηλεθεατές του».