Σε συμφωνία για την απόκτηση της HSBC Μάλτας ήλθε η Credia Bank, μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο πλευρών που διήρκησαν περίπου ένα μήνα.
Το τίμημα για το 70% των μετοχών της διαμορφώνεται στα 200 εκατ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι η HSBC Μάλτας είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, διαθέτει υψηλή ρευστότητα και καταθέσεις, με ενεργητικό ύψους περίπου 5 δισ. ευρώ, μερίδιο αγοράς της τάξης του 20% και καθαρά κέρδη 90 εκατ. ευρώ το 2024.
Με την απόκτησή της, η Credia Bank διπλασιάζει το ενεργητικό της, ενισχύει σημαντικά το δανειακό της χαρτοφυλάκιο και διευρύνει το αποτύπωμά της και εκτός συνόρων.
Ο ρόλος του Εξάρχου και της Βρεττού
Πηγές από την τράπεζα σημειώνουν πως «η διεθνοποίηση γίνεται το επόμενο βήμα του αναπτυξιακού της σχεδίου, μετά τον τριπλασιασμό των μεγεθών της την τελευταία διετία και το γύρισμα από οργανικές επαναλαμβανόμενες ζημίες 80 εκατ. ευρώ, σε κέρδη 44 εκατ. ευρώ.
Όπως λένε, «όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα της αποφασιστικής στρατηγικής του Αλέξανδρου Εξάρχου από την πλευρά της Thrivest, και της εκτέλεσής της από την επικεφαλής της Credia Bank Ελένης Βρεττού, η οποία από κοινού με την ομάδα της ηγήθηκε με ταχύτατους ρυθμούς μίας διόλου εύκολης ή αυτονόητης διασυνοριακής διαπραγμάτευσης.
Επισημαίνουν πως «το deal χαρακτηρίστηκε από την εξαιρετικά υψηλή ταχύτητα με την οποία έγιναν οι διαπραγματεύσεις σε Μάλτα και Λονδίνο, στην επιτάχυνση των οποίων έπαιξε ρόλο και η πίεση που άσκησε η πλευρά της Credia Bank στην HSBC».
Οι συζητήσεις τελικώς ευοδώθηκαν μέσα σε έναν μήνα και ολοκληρώθηκαν την Τρίτη με την επισφράγιση της συμφωνίας, η οποία φέρνει αμοιβαία οφέλη για όλες τις πλευρές και έχει ως άμεσο χαρακτηριστικό τον διπλασιασμό της αξίας της CrediaBank.
Όπως έχει επισημάνει ο κ. Εξάρχου, η εξαγορά της HSBC Μάλτας θα διπλασιάσει σχεδόν τη λογιστική αξία της Credia Bank από περίπου 750 εκατ. ευρώ σε πάνω από 1,3 δισ. ευρώ.
Διεθνές αποτύπωμα
Με τον τρόπο αυτό, τονίζουν κύκλοι της τράπεζας, «η Credia Bank – η εταιρική συνέχεια της ενοποίησης της Attica Bank, της τέως Παγκρήτιας Τράπεζας και της Συνεταιριστικής Τράπεζας Σερρών – μετά την εξυγίανσή της, όχι μόνο αναπτύσσεται δυναμικά και διεκδικεί έμπρακτα τον ρόλο του 5ου τραπεζικού πυλώνα, αλλά μέσα από την εξαγορά του 70% της HSBC Μάλτας, αποκτά διεθνές αποτύπωμα και πολλαπλάσια μεγέθη, δικαιώνοντας την επιχειρηματική τριανδρία για την παράτολμη επιλογή της να εισέλθει πριν από δύο χρόνια, στις χρεοκοπημένες τότε μικρές τράπεζες».
Κατά τους ίδιους, «μεγάλος κερδισμένος των ζυμώσεων αυτών – και, μάλιστα, για πρώτη φορά στην ιστορία του – είναι το ελληνικό κράτος, το οποίο μέσα από το τέως Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) είχε επενδύσει αποφασιστικά στην εξυγίανση του 5ου τραπεζικού πυλώνα και σήμερα με τη συγκεκριμένη εξαγορά όχι μόνο ανακτά το κόστος της επένδυσης, αλλά παρουσιάζει και κέρδος, δικαιώνοντας και μία επιλογή της κυβέρνησης να στηρίξει το συγκεκριμένο εγχείρημα».
Σημειώνουν δε πως ενώ το αρχικό πλάνο προέβλεπε την ανάκτηση των κεφαλαίων του τέως ΤΧΣ σε 10 έτη, αυτό θα μπορεί πλέον να επιτευχθεί σε μόλις έναν χρόνο μετά την επένδυσή του για την εξυγίανση της πρώην Τράπεζας Αττικής.
Η ανακοίνωση της Credia Bank
Την υπογραφή της συμφωνίας προαιρετικής πώλησης με την HSBC Continental Europe για την υπό όρους εξαγορά του 70,03% των μετοχών της HSBC Bank Malta από την HBCE έναντι €200 εκατ. σε μετρητά, επιβεβαιώνει με επίσημη ανακοίνωσή της η Credia Bank.
Δείτε ολόκληρη την ανακοίνωση της Credia Bank
Οπως επισημαίνεται, η HSBC Malta είναι η 2η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, η οποία εξυπηρετεί περισσότερους από 200.000 πελάτες μέσω ενός ευρέος φάσματος τραπεζικών και ασφαλιστικών προϊόντων που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων στεγαστικά και προσωπικά δάνεια, δάνεια σε Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και ασφαλιστικά προϊόντα ζωής και ζημιών, ενώ το τμήμα διαχείρισης περιουσίας (wealth management) καλύπτει όλες τις επενδυτικές ανάγκες των ιδιωτών πελατών της.
Σύμφωνα με τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις κατά την 30 Ιουνίου 2025, η HSBC Malta είχε συνολικό ενεργητικό €7,9 δις., καταθέσεις πελατών ύψους €6,2 δις. ενώ επέτυχε απόδοση ιδίων κεφαλαίων της τάξης του 12,7%. Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας κατηγορίας 1 (CET-1) διαμορφώθηκε στο 22,5% ενώ ο δείκτης Μη-Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) στο 2,5%.
Τονίζεται ακόμη, πως η Συναλλαγή θα επιταχύνει την υλοποίηση του φιλόδοξου αναπτυξιακού πλάνου της CrediaBank, μέσω του άμεσου διπλασιασμού του ενεργητικού της, ενώ θα επεκτείνει παράλληλα τις δραστηριότητές της σε μια νέα και ελκυστική αγορά εκτός Ελλάδος. Ο συμπληρωματικός χαρακτήρας των δανειακών χαρτοφυλακίων των δύο τραπεζών θα έχει ως αποτέλεσμα ένα πιο ισορροπημένο συνολικά χαρτοφυλάκιο που θα αποτελείται από υψηλής ποιότητας δάνεια λιανικής και ΜΜΕ στις δύο αγορές που θα δραστηριοποιείται πλέον ο Όμιλος. Η ήδη επιτυχημένη υποδομή παροχής υπηρεσιών ασφάλισης και διαχείρισης κεφαλαίων της HSBC Malta αναμένεται να διαφοροποιήσουν περεταίρω το μείγμα εσόδων της CrediaBank δημιουργώντας παράλληλες εργασίες και επιπλέον προμήθειες.
Η BofA Securities και η KPMG ενεργούν ως χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι της CrediaBank για τη Συναλλαγή. Η Milbank ενεργεί ως νομικός σύμβουλος της CrediaBank.
Το μήνυμα Βρεττού
Η Διευθύνουσα Σύμβουλος της CrediaBank Ελένη Βρεττού δήλωσε:
«Είμαστε ενθουσιασμένοι με την προοπτική να εντάξουμε την HSBC Malta στην οικογένεια της CrediaBank και να συνεργαστούμε με την αποδεδειγμένα ικανή διοικητική ομάδα της όπως και ολόκληρο το στελεχιακό δυναμικό της Τράπεζας για να προσφέρουμε σημαντική υπεραξία στους πελάτες μας και όλους τους φορείς της CrediaBank και της HSBC Malta. Διακρίνουμε σημαντικές ευκαιρίες δημιουργίας υπεραξίας, χάρη στις προοπτικές της οικονομίας της Μάλτας και με γνώμονα την αξιοποίηση των βέλτιστων πρακτικών των δύο πιστωτικών ιδρυμάτων στους τομείς της λιανικής τραπεζικής, της διαχείρισης περιουσίας, των ασφαλειών, αλλά και της εμπορικής και εταιρικής τραπεζικής.
Είμαστε βέβαιοι ότι η Συναλλαγή αυτή είναι ένα σημαντικό ορόσημο στην πορεία υλοποίησης του φιλόδοξου αναπτυξιακού σχεδίου της CrediaBank, ενώ θα έχει θετικό αντίκτυπο στη σχέση μας με όλους τους φορείς τόσο στη Μάλτα όσο και στην Ελλάδα, είτε αυτοί είναι οι πελάτες μας, οι εργαζόμενοί μας, οι μέτοχοι μειοψηφίας ή οι αρμόδιες εποπτικές αρχές. Προτεραιότητά μας παραμένει να διασφαλίσουμε μία ομαλή ενσωμάτωση των δραστηριοτήτων της Τράπεζας στη Μάλτα. Στόχος μας είναι να προχωρήσουμε σε σημαντικές επενδύσεις στη Μάλτα δεδομένων των προοπτικών ανάπτυξής της χώρας, εισάγοντας νέα προϊόντα και αναβαθμίζοντας παράλληλα τις υπάρχουσες υποδομές. Στο επίκεντρο της στρατηγικής μας για την ανάπτυξη της Τράπεζας είναι να διατηρήσουμε την πρόσβαση για τους πελάτες μας στις διεθνείς αγορές και σε ακόμη περισσότερα νέα προϊόντα. Η δέσμευσή μας προς τους εργαζόμενους της HSBC Malta είναι αδιαμφισβήτητη και επιθυμούμε να συνεργαστούμε μαζί τους ως αναπόσπαστο μέρος της επιτυχημένης ιστορίας της Τράπεζας, προκειμένου να εκπληρώσουμε την υπόσχεσή μας για ανάπτυξη στους πελάτες και τους μετόχους μας, συνεχίζοντας παράλληλα να προστατεύουμε τον οργανισμό μας.
Η δομή της συναλλαγής που συμφωνήσαμε με την HSBC αποσκοπεί στην πλήρη διασφάλιση των συμφερόντων των μετόχων μειοψηφίας, με απόλυτη διαφάνεια, και παρέχει τη δυνατότητα να επωφεληθούν από μία δίκαιη και αντικειμενική τιμή προσφοράς. Παρά ταύτα, πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι μέτοχοι μειοψηφίας θα επωφεληθούν σημαντικά στο μέλλον από την περαιτέρω δημιουργία υπεραξίας και τη σταθερή μερισματική απόδοση στην οποία προσβλέπουμε, καθώς θα συνεχίσουμε να επενδύουμε και να εκσυγχρονίζουμε την Τράπεζα και να δημιουργούμε αναπτυξιακές συνέργειες μεταξύ των δύο οργανισμών και στις δύο χώρες. Η Συναλλαγή δημιουργεί έναν ενοποιημένο οργανισμό άνω των €15 δις. ενεργητικού, €12 δις. καταθέσεων, και 400 χιλιάδων πελατών στις δύο χώρες, ενώ ενισχύει σημαντικά την τελική κερδοφορία και επιταχύνει τη δημιουργία κεφαλαίου και πραγματικής αξίας για όλους τους μετόχους μας.
Είμαστε περήφανοι που εισερχόμαστε σε αυτή τη Συναλλαγή και δεσμευόμαστε να συνεχίσουμε να υπηρετούμε την οικονομία της Μάλτας χτίζοντας μακροχρόνιες σχέσεις με τους πελάτες, παραμένοντας προσηλωμένοι στο να δημιουργούμε οφέλη για όλη την κοινωνία, έχοντας ισχυρή δέσμευση έναντι των εργαζομένων, και πάντα σε στενή αγαστή συνεργασία με τις εποπτικές αρχές».