Στο κορυφαίο έργο του, το «Κεφάλαιο», ο Μαρξ θεμελιώνει τη θεωρία του για την εκμετάλλευση εισάγοντας την έννοια της υπεραξίας. Γράφει: «Η εργασία είναι η πηγή κάθε αξίας, αλλά η αξία της εργατικής δύναμης είναι μικρότερη από την αξία που δημιουργεί ο εργάτης. Αυτή η διαφορά είναι η υπεραξία, την οποία ιδιοποιείται ο κεφαλαιοκράτης χωρίς ισοδύναμο». Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. Α΄
Η τεχνητή νοημοσύνη, με την υποκατάσταση της ανθρώπινης σκέψης με την υπολογιστική δύναμη, σε συνδυασμό με την αυτοματοποίηση, αμφισβητεί στην ουσία την ίδια την έννοια της υπεραξίας, αφού οδηγεί σε οικονομίες όπου όλο και περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες κατασκευάζονται με όλο και λιγότερη συμμετοχή της εργασίας και όλο και μεγαλύτερη συμμετοχή του κεφαλαίου. Μέχρι μηδενισμού σε όλο και περισσότερες κατηγορίες αγαθών υπηρεσιών. Η μετάβαση αυτή δεν αφορά έναν φανταστικό μελλοντικό κόσμο που αποτελεί αντικείμενο επιστημονικών ή οικονομικών εικασιών. Αφορά απολύτως τον σημερινό μας κόσμο, γιατί πίσω από αυτήν βρίσκεται μια πολύ σκληρή μαθηματική πραγματικότητα.
Η πρόοδος της τεχνητής νοημοσύνης δεν είναι αναλογική αλλά «εκθετική». Σε συνδυασμό με τις άλλες τεχνολογικές εξελίξεις (κβαντική υπολογιστική, βιοτεχνολογία, ρομποτική, νευροτεχνολογίες), η πραγματικά «εκθετική φάση» της τεχνητής νοημοσύνης αναμένεται να είναι σε πλήρη εξέλιξη μέσα στην επόμενη δεκαετία με δεκαπενταετία. Η ακριβής διαδρομή στον χρόνο είναι αντικείμενο συζήτησης και προβλέψεων, αλλά η κατάληξη είναι σχεδόν μαθηματικά βέβαιη, με δεδομένη την πρόοδο που έχει γίνει μέχρι τώρα. Το αποτέλεσμα της επανάστασης αυτής θα διαφέρει σε ένα πολύ ουσιώδες σημείο σε σχέση με όλες τις τεχνολογικές επαναστάσεις που προηγήθηκαν (κάρβουνο και ατμομηχανή, ηλεκτρισμός και μηχανή εσωτερικής καύσης, τηλεπικοινωνίες, υπολογιστές και Διαδίκτυο).
Στην επανάσταση αυτή δεν θα δημιουργούνται αντίστοιχες ή περισσότερες νέες θέσεις εργασίας για όσους χάνουν τη δουλειά τους, γιατί οι μηχανές θα είναι όλο και πιο ανταγωνιστικές σε όλο το φάσμα των ανθρώπινων αναγκών και δραστηριοτήτων. Η εκμετάλλευση της εργασίας και η δημιουργία «υπεραξίας» προς όφελος του κεφαλαίου, κατά την μαρξιστική έννοια, θα περιορίζονται διαρκώς μέχρι να φτάσουν στα όρια της εξαφάνισης, γιατί η εργασία – κάθε εργασία – θα είναι όλο και λιγότερο ανταγωνιστική σε σχέση με τις μηχανές. Στην πορεία αυτήν θα υπάρχουν περίοδοι επαναστατικής αύξησης της οικονομικής παραγωγικότητας και της παγκόσμιας ανάπτυξης (π.χ. πάνω από 10% ετησίως), αλλά και μια τρομακτική μεταφορά της ικανότητας δημιουργίας (και κατοχής) νέου πλούτου από την εργασία στο κεφάλαιο, από τους πολλούς στους λίγους και από τις τεχνολογικά αδύναμες χώρες στις τεχνολογικά ισχυρές.
Ειδικότερα, οι χώρες αγοραστές των νέων τεχνολογιών θα αντιμετωπίσουν τεράστια κοινωνικά προβλήματα. Ιδίως αυτές που απολαμβάνουν σχετικά υψηλό επίπεδο ζωής, αλλά δεν βρίσκονται στην τεχνολογική πρωτοπορία της επανάστασης αυτής, καθώς η απώλεια των θέσεων εργασίας θα γίνεται προς όφελος είτε ελάχιστων υπερπλουσίων στις δυτικές χώρες, είτε εξίσου ολιγάνθρωπων πολιτικοοικονομικών ελίτ στις χώρες που δεν έχουν αναπτυγμένες δημοκρατίες.
Το επιστημονικό εργαλείο ανάλυσης του μαρξισμού (υπεραξία) δεν οδεύει μόνο του προς κατάργηση. Συνοδεύεται από την αντίστοιχη ριζική αμφισβήτηση της εμπειρικής διαπίστωσης, που αποτέλεσε τη βάση του φιλελεύθερου μοντέλου και έδωσε δυναμική στη μέχρι σήμερα πορεία της παγκοσμιοποίησης. Αναφέρομαι στη διάχυση του νέου πλούτου που δημιουργεί η οικονομική ανισότητα πέραν των συνόρων και των κοινωνικών τάξεων, μέσω της εκρηκτικής αύξησης της τεχνολογικής και οικονομικής παραγωγικότητας. Η διάχυση αυτή έγινε μέχρι σήμερα με τη δημιουργία τεράστιας οικονομικής δυναμικής που επιτρέπει να υπάρχει στον πλανήτη διπλάσιος πληθυσμός σε σχέση με 50 χρόνια πριν (από 4 σε 8 δισ. ανθρώπους), υπερδιπλάσιος αριθμός θέσεων εργασίας (από 1,5 δισ. σε 3,5 δισ.) και τριπλάσιο εισόδημα για τον μέσο άνθρωπο, σε όρους αγοραστικής δύναμης. Η επανάσταση που έρχεται δεν θα διαθέτει όμως το βασικό εργαλείο άμβλυνσης της ανισότητας και διάχυσης του πλούτου, που είναι ο τεράστιος αριθμός νέων θέσεων εργασίας.
Συνεπώς, εκτός του μαρξισμού που χάνει το θεμελιώδες επιχείρημά του, και ο φιλελευθερισμός αμφισβητείται ως εφαρμοσμένη και κυρίαρχη θεωρία κοινωνικής οργάνωσης. Η αρχή ότι η ανοχή ενός επιπέδου ανισότητας γίνεται αποδεκτή, επειδή οδηγεί σε ταχεία οικονομική και κοινωνική πρόοδο μέσα από την άνοδο του επιπέδου ζωής όλων των κοινωνικών ομάδων, θα παύσει να ισχύει εμπειρικά, αν αφεθούμε ανυποψίαστοι και χαρούμενοι να γίνουμε ως κοινωνίες απλοί επιβάτες του τρένου της τεχνητής νοημοσύνης και των άλλων τεχνολογικών επαναστάσεων που προανέφερα.
Στο εκρηκτικό αυτό μείγμα θα πρέπει να προσθέσουμε την (για άλλους λόγους) παγκόσμια άνοδο των δυνάμεων του φασισμού, που έχει ως αδιακήρυκτο στόχο την αποδυνάμωση των συμμετοχικών δημοκρατιών, με ιθύνοντα νου τον πλανητικό προβοκάτορα του Κρεμλίνου. Μια εξέλιξη εξαιρετικά σημαντική γιατί επηρεάζει καθοριστικά τη δυνατότητα των κοινωνιών σε παγκόσμιο επίπεδο να αντιδράσουν υπερασπίζοντας τα συμφέροντα των πολλών και να εμποδίσουν τον σταδιακό εξανδραποδισμό, όχι μόνο των αδυνάτων, αλλά και της μεσαίας τάξης σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι στενότεροί της σύμμαχοι στον πλανήτη είναι το πρώτο θύμα και ο βασικός άξονας αντίστασης στις ανεξέλεγκτες αυτές εξελίξεις. Είναι οι δυνάμεις που θα πρωτοπορήσουν στον υπαρξιακό για τον μέσο άνθρωπο αγώνα που θα έχει ως στόχο τον κοινωνικό έλεγχο των μηχανών και των ελάχιστων και πανίσχυρων υπερπλουσίων (άλλου υπερδικτατόρων) που θα προκύψουν αν η ανθρωπότητα δεν βρει τρόπους να ελέγξει την οικονομική μετάβαση από τον άνθρωπο στη μηχανή.
Οι πολιτικές δυνάμεις, ειδικά στην Ευρώπη, που έχουν τη διάθεση να αντισταθούν στις εξελίξεις αυτές, που έρχονται με την ταχύτητα και τον κρότο των ιπποτών της Αποκάλυψης, βρίσκονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πολιτικού φάσματος. Για την ώρα όμως ασχολούνται με το να πετροβολούν η μία την άλλη, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη Γαλλία.
Πότε θα αφυπνιστούν και θα συζητήσουν πραγματικά για το μέλλον που έρχεται είναι για εμένα το μεγάλο και βασανιστικό ερώτημα. Γιατί είναι στο χέρι μας να επωφεληθούμε, με τρόπο χωρίς προηγούμενο, από την εκρηκτική τεχνολογική και οικονομική πρόοδο που απελευθερώνεται, όμως αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί αυτόματα παρακολουθώντας απλώς τις οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Απαιτούνται ενεργές πολιτικές και αντίστοιχα στιβαρές ηγεσίες, που να βλέπουν μακριά. Για να αξιοποιήσουν αποτελεσματικά τις νέες τεχνολογίες και για να προστατεύσουν τις κοινωνίες από τον κίνδυνο της έκρηξης της ανισότητας.
Ο κ. Θεόδωρος Σκυλακάκης είναι βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (ΟΤ) – ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ