Η Ευρώπη σήμερα βράζει. Ένας πόλεμος στην καρδιά της, η Ουκρανία, έφερε τα κράτη αντιμέτωπα με την ίδια τους την αδράνεια. Από τη μία μέρα στην άλλη, η άμυνα ξαναμπήκε στην ατζέντα. Εκατοντάδες δισεκατομμύρια κινητοποιούνται, προγράμματα γεννιούνται, νέες συνεργασίες στήνονται. Είναι σαν μια ατμομηχανή που σφυρίζει, γεμάτη βαγόνια τεχνολογίας και ισχύος, έτοιμη να ξεκινήσει για το μέλλον και η Ελλάδα τι κάνει;
Σε αυτό το ερώτημα απάντησε ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού, Τάσος Ροζόλης μιλώντας στην τηλεοπτική εκπομπή του Οικονομικού Ταχυδρόμου στο Meganews
Ο πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ, Αναστάσιος Ροζόλης, το λέει καθαρά: είμαστε η μόνη χώρα που μονίμως αγοράζει «παρακαλώντας». Αντί να είμαστε συμμέτοχοι, γινόμαστε πελάτες. Αντί να σχεδιάζουμε από την αρχή, ερχόμαστε στο τέλος, όταν όλα έχουν αποφασιστεί και απλώς πληρώνουμε τον λογαριασμό.
Αντί να σχεδιάζουμε από την αρχή, ερχόμαστε στο τέλος, όταν όλα έχουν αποφασιστεί και απλώς πληρώνουμε τον λογαριασμό
Σύμφωνα με τον κύριο Ροζόλη ,για πρώτη φορά υπήρξε αναγνώριση του προβλήματος από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, ο οποίος κάλεσε την αμυντική βιομηχανία στο Μέγαρο Μαξίμου. Ωστόσο, πέρα από τη θετική αυτή κίνηση, δεν υπήρξε συνέχεια και ουσιαστικός συντονισμός.Ακόμα και στο πλαίσιο του SAFE , η Ελλάδα ζήτησε 1,2 δισ. ευρώ, αλλά εξασφάλισε μόλις 787 εκατ. – ποσό σαφώς κατώτερο από χώρες όπως η Ουγγαρία και η Κύπρος, που πέτυχαν πολλαπλάσια κονδύλια σε σχέση με το μέγεθός τους. Αυτό, κατά τον κ. Ροζόλη, δείχνει την έλλειψη σοβαρού σχεδίου και κοινής στρατηγικής μεταξύ Υπουργείου Άμυνας, Οικονομικών και βιομηχανίας.Επιπλέον ο πρόεδρος επισημαίνει πως η Ελλάδα παραμένει «αγοραστής παρακαλώντας». Σε αντίθεση με χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα ή ακόμη και η Ουκρανία σε καιρό πολέμου, δεν θέτει ως όρο σε κάθε συμφωνία τη συμπαραγωγή, την τεχνολογική μεταφορά και την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανίας.
Ο κ. Ροζόλης θυμίζει ότι «τη δεκαετία του ’90, η Ελλάδα αγόρασε τέσσερις φρεγάτες MEKO και οι τρεις κατασκευάστηκαν στα ελληνικά ναυπηγεία». Αν μπορούσαμε τότε, γιατί να μη μπορούμε σήμερα με πολύ περισσότερους πόρους και τεχνολογικές δυνατότητες; Σήμερα που μιλάμε για εξοπλισμούς άνω των 30 δισεκατομμυρίων; Σήμερα που η ίδια η Ευρώπη ζητά συνεργασίες, συμπαραγωγές, κοινά προγράμματα;
Και την ώρα που εδώ αναλωνόμαστε σε συσκέψεις χωρίς αποτέλεσμα, στην Ουκρανία –ναι, στην Ουκρανία του πολέμου– μεγάλες βιομηχανίες όπως η Rheinmetall στήνουν εργοστάσια.
Η πρόταση του ΣΕΚΠΥ
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου τονίζει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να χάσει το «τρένο» της νέας ευρωπαϊκής αμυντικής εποχής και προτείνει:
- Συμμετοχή από το στάδιο σχεδίασης στα μεγάλα ευρωπαϊκά και αμερικανικά προγράμματα
- Θεσμοθέτηση ελάχιστης εγχώριας συμμετοχής 25–30% σε όλα τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, με σαφή μηχανισμό πιστοποίησης και παρακολούθησης.
- Ίδρυση Γραμματείας Αμυντικής Βιομηχανίας με διακομματική αποδοχή και πενταετή τουλάχιστον θητεία, ώστε να υπάρχει συνέχεια πέρα από κυβερνητικές αλλαγές.
- Επένδυση σε έρευνα, τεχνολογία και ανθρώπινο δυναμικό, με συνεργασία βιομηχανίας–πανεπιστημίων–startup οικοσυστήματος
- Εξαγωγικό προσανατολισμό: οι ελληνικές εταιρείες είναι ήδη 100% εξαγωγικές, αλλά χρειάζονται κρατική στήριξη ώστε να συμμετέχουν σε ευρωπαϊκές κοινοπραξίες και να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέες αγορές.
Ο Ροζόλης το λέει χωρίς περιστροφές: «Δεν είναι συντεχνιακό το ζήτημα. Είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας». Γιατί, όταν έρθει η δύσκολη στιγμή –κι έρχεται πάντα– δεν θα μας σώσουν οι παραγγελίες ούτε τα ωραία λόγια. Θα χρειαστούμε τεχνολογία, θα χρειαστούμε εργοστάσια, θα χρειαστούμε χέρια που ξέρουν να φτιάχνουν και να επισκευάζουν.
Kαι ακούγοντας τον πρόεδρο του ΣΕΚΠΥ μάλλον κάποιος θα σκεφτεί πως το τρένο περνάει μπροστά μας. Σφυρίζει δυνατά! Στην Ευρώπη μιλούν όλοι για την άμυνα· εδώ ακόμα συζητάμε αν θα πάρουμε εισιτήριο. Αν δεν ανέβουμε τώρα, θα μείνουμε στο σταθμό, κοιτώντας την ατμομηχανή να χάνεται στον ορίζοντα.