Αν και ο αρνητικός αντίκτυπος του πολέμου στην οικονομία κατέστη ιδιαίτερα ορατός σε σειρά μακροοικονομικών μεγεθών, συμπεριλαμβανομένης της απασχόλησης (επιστράτευση, φυγή αλλοδαπού προσωπικού, ελλείψεις εργατικού δυναμικού), σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του γραφείου οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Τελ Αβίβ, η οικονομία του Ισραήλ αναπτύχθηκε με ρυθμό 1% το 2024, ξεπερνώντας τις προηγούμενες προβλέψεις.
Η εν λόγω μεγέθυνση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ακολουθούμενη επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με απότομη αύξηση των δημοσίων δαπανών. Σύμφωνα με την Ισραηλινή Κεντρική Τράπεζα (ΙΚΤ), το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε στο 7% του ΑΕΠ το 2024, λόγω θετικών εξελίξεων στα φορολογικά έσοδα του τέταρτου τριμήνου. Περαιτέρω, η ΙΚΤ εκτιμά το ύψος του πληθωρισμού το 2024 στο 3,2%, άνω του τιθέμενου στόχου για 3%.
Λόγω μη ανάσχεσης του πληθωριστικού κύματος, η Τράπεζα διατήρησε καθόλη τη διάρκεια του 2024 το ύψος του βασικού επιτοκίου στο 4,5%, έπειτα από μείωση του κατά 0,25% την Πρωτοχρονιά του 2024.
Υπολογίζεται ότι κόστος για την οικονομία από τη μη συμμετοχή Παλαιστινίων της Δυτικής Οχθης ανέρχεται σε 3 δισ. σέκελ /μήνα, ήτοι 750 εκ. €.
Λείπουν οι μη ισραηλινοί εργαζόμενοι
Οι δυσμενείς επιπτώσεις του πολέμου κατέστησαν ιδιαίτερα έντονες σε κατασκευαστικές και γεωργικές επιχειρήσεις, οι οποίες επλήγησαν από σοβαρή έλλειψη μη Ισραηλινών εργαζομένων, αλλά και στον τουριστικό κλάδο από τον δραστικό περιορισμό των αφίξεων, κατασκευές και γεωργία που συνεισφέρουν το 5% και το 1% του ΑΕΠ, αντίστοιχα. Ειδικότερα, σε κατασκευαστικό τομέα, επιφέρουν αρνητικές επιπτώσεις, δεδομένου ότι όσο μειώνεται η προσφορά ακινήτων, επακόλουθα αναζωπυρώνονται οι τιμές των υπαρχόντων ακινήτων.
Σημειώνεται ότι, η ισραηλινή κυβέρνηση προχώρησε στη σύναψη διμερών συμφωνιών απασχόλησης (BLA), προκειμένου καλυφθεί η ζήτηση εργατικού δυναμικού. Η εν λόγω εξέλιξη, αφορά στην προσέκλυση χιλιάδων αλλοδαπών εργαζομένων από την Ινδία, τη Σρι Λάνκα και το Ουζμπεκιστάν, οι οποίοι και εισήλθαν στο Ισραήλ το 2024.
Μείζον πρόβλημα της ισραηλινής οικονομίας αποτελεί η σοβαρή έλλειψη εργατικού δυναμικού. Δεδομένης της επιστράτευσης 350.000 εφέδρων και της συνακόλουθης απαγόρευσης εισόδου στο Ισραήλ 150.000 παλαιστινίων εργαζομένων, παρουσιάζονται σημαντικές ελλείψεις εργαζομένων σε σειρά τομέων της ι/οικονομίας όπως οι κατασκευές και ο πρωτογενής τομέας.
Για παράδειγμα, στον κατασκευαστικό τομέα, αναφέρεται ότι σε συνθήκες κανονικότητας, απασχολούνται περίπου 125.000 μη ισραηλινοί εργάτες, εκ των οποίων περίπου 100.000 είναι Παλαιστίνιοι. Ειδικότερα υπολογίζεται ότι κόστος για την οικονομία από τη μη συμμετοχή Παλαιστινίων της Δυτικής Οχθης ανέρχεται σε 3 δισ. σέκελ /μήνα, ήτοι 750 εκ. €.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ισραηλινού Συνδέσμου Κατασκευαστικών Εταιρειών, επιχειρήσεις του τομέα λειτουργούν στο 30% της παραγωγικότητάς τους, ενώ ένα στα δύο εργοτάξια παραμένει εκτός λειτουργίας. Αλλά και όπως επισημαίνει ο Ισραηλινός Σύνδεσμος Βιομηχανιών Τροφίμων, δεδομένου ότι το 90% της αγροτικής παραγωγής βρίσκεται εγγύς του θεάτρου των στρατιωτικών επιχειρήσεων, πάρα πολλοί εργάτες γης βρίσκονταν εκτός χώρων εργασίας κατά το 2024.
Η δομή της οικονομίας
Η ισραηλινή οικονομία χαρακτηρίζεται ως ανεπτυγμένη και εξωστρεφής με ιδιαίτερη έμφαση στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας. Το Ισραήλ έχει καταφέρει να καθιερωθεί διεθνώς ως η «Start-Up Nation», διαθέτοντας ισχυρά ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια, επιστημονικά ιδρύματα και ένα οικοσύστημα που προάγει τη δημιουργία και ανάπτυξη νεοφυών επιχειρήσεων. Ο δυναμικός αυτός τομέας συμβάλλει αποφασιστικά στο ΑΕΠ, στις εξαγωγές και στην απασχόληση, αλλά και στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων.
Οι υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν περίπου το 80% του ΑΕΠ, με επιμέρους τομείς όπως τα χρηματοοικονομικά και συναφείς επιχειρήσεις να συμβάλλουν κατά 28%, ο δημόσιος τομέας κατά 17%, η στέγαση 12%, το εμπόριο, ο τουρισμός και η εστίαση κατά 10%, και οι μεταφορές το 8%.
Ο τομέας υψηλής τεχνολογίας συνεχίζει να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής ισχύος του Ισραήλ. Παρά τις έντονες μακροοικονομικές– συμπεριλαμβανομένου του πολέμου – η υψηλή τεχνολογία παραμένει ιδιαίτερα ανθεκτική.
Την περίοδο 2024, ο κλάδος της υψηλής τεχνολογίας απασχόλησε περίπου το 11,5–12% του εργατικού δυναμικού (400.000 εργαζόμενοι), προσφέροντας ταυτόχρονα περίπου το 25% των εσόδων από φόρο εισοδήματος λόγω υψηλών μισθών και προσελκύοντας σημαντικές ξένες επενδύσεις, ειδικά σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη (AI), η κυβερνοασφάλεια, η κβαντική υπολογιστική και το fintech καθώς και άνω του 50% των ισραηλινών εξαγωγών.
Σημαντικό ρόλο κατέχει και η μεταποίηση, συνεισφορά της οποίας εκτιμάται στο 17,5% για το 2024, η οποία δίνει έμφαση στην παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, αξιοποιώντας προηγμένη τεχνολογική γνώση. Ειδικότερα, η κοπή και στίλβωση διαμαντιών, η αμυντική βιομηχανία και η παραγωγή βιομηχανικών συστημάτων υψηλής τεχνολογίας καθιστούν τον τομέα αυτόν θεμελιώδη για τις εξαγωγές.
Εκτός από τα διαμάντια, σημαντική δραστηριότητα παρατηρείται επίσης σε τομείς όπως η βιοτεχνολογία, οι ιατρικές συσκευές, οι τεχνολογίες υδάτων και η παραγωγή μηχανημάτων γεωργίας ακριβείας. Η αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο, καθώς το εργατικό δυναμικό είναι άρτια εκπαιδευμένο, με υψηλές δεξιότητες στους τομείς STEM και μεγάλη εξειδίκευση στην καινοτομία και την επιχειρηματικότητα.
Η συνεισφορά του τομέα φυσικού αερίου στην ισραηλινή οικονομία είναι σημαντική και αυξανόμενη, κυρίως λόγω της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου Tamar και Leviathan. Παρότι η άμεση συνεισφορά του φυσικού αερίου στο ΑΕΠ παραμένει σχετικά μικρή σε απόλυτα μεγέθη (1,5%), η επιρροή
του στον τομέα της ενέργειας και την οικονομική απόδοση εκτείνεται ευρύτερα. Το φυσικό αέριο έχει οδηγήσει σε μείωση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας και προάγοντας την ενεργειακή αυτονομία της χώρας.
Το Ισραήλ είναι το δεύτερο πιο υψηλά μορφωμένο έθνος στον κόσμο – ο Καναδάς και η Ιαπωνία είναι ο πρώτος και ο τρίτος, αντίστοιχα
Οι αποδόσεις σε φόρους και δικαιώματα από το φυσικό αέριο αναμένεται να φτάσουν έως και 8-9% του ΑΕΠ μέχρι το 2040. Αντίθετα, ο αγροτικός τομέας παραμένει μικρός σε μέγεθος και συμβολή στο ΑΕΠ, μόλις στο 2%, εξαιτίας των περιορισμένων φυσικών πόρων και της σύστασης του εδάφους, καθώς και της έντονης βαρύτητας προς τον βιομηχανικό και υπηρεσιακό τομέα.
Η γεωργία στο Ισραήλ παράγει μεν προϊόντα υψηλής ποιότητας και καινοτομίας (π.χ. τεχνολογίες γεωργικής άρδευσης), όμως η συνολική της συμμετοχή στην οικονομία είναι μικρή, ειδικά σε σύγκριση με τη μεγάλη υπεροχή των υπηρεσιών στον τριτογενή τομέα. Το 2022 υπήρχαν 91 ισραηλινές εταιρείες που διαπραγματεύονταν στο NASDAQ, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα εκτός των ΗΠΑ και της Κίνας.
Προϊόντα υψηλής τεχνολογίας
Tην ίδια στιγμή, για περισσότερες από 400 κορυφαίες πολυεθνικές εταιρείες, το Ισραήλ είναι ο προορισμός επιλογής για κέντρα έρευνας και ανάπτυξης και σύμφωνα με την Wall Street Journal κατά την τελευταία δεκαετία (2015 – 2025) το Τελ Αβίβ έχει κατακτήσει την την τρίτη θέση από τις 12 σημαντικότερες διεθνείς πόλεις στον κόσμο που ασχολούνται με την ανάπτυξη προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, μετά το Austin, το San Francisco και πριν από τη Νέα Υόρκη, τη Στοκχόλμη, το Λονδίνο, τη Σιγκαπούρη και άλλες.
Σημειωτέον ότι σύμφωνα με την ίδια έρευνα της Wall Street Journal, το Ισραήλ είναι το δεύτερο πιο υψηλά μορφωμένο έθνος στον κόσμο (ο Καναδάς και η Ιαπωνία είναι ο πρώτος και ο τρίτος, αντίστοιχα), γεγονός που δικαιολογεί την ταχύτατη ανάπτυξη της χώρας και τη δυναμική παρουσία της σε κλάδους όπου απαιτείται υψηλή γνώση.
Το 2024 αποτέλεσε έτος-ρεκόρ για exits μέσω εξαγορών, με συνολική αξία συμφωνιών $15,8 δισ. (+49% σε σχέση με το 2023). Ο αριθμός των συγχωνεύσεων και εξαγορών (Μ&Α) αυξήθηκε με 104 συναλλαγές (+25% ετησίως). Ο δείκτης των κορυφαίων 70 εισηγμένων εταιρειών τεχνολογίας στο NASDAQ ενισχύθηκε κατά 15,8%, ξεπερνώντας τον αντίστοιχο δείκτη NASDAQ 100 (9,4%). Το οικοσύστημα της ισραηλινής τεχνολογίας, με διπλάσια συμμετοχή στο ΑΕΠ από ό,τι το αντίστοιχο αμερικανικό, οδήγησε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας με 2,2% αύξηση στο ΑΕΠ υψηλής τεχνολογίας (Q1-Q3 2024), ενώ η συνολική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 1,5%.