Οι κίνδυνοι πληθωρισμού εξακολουθούν να υπάρχουν στην οικονομία των ΗΠΑ, παρόλο που ακόμη δεν έχουν φανεί οι ανατιμήσεις που αναμένονταν εξαιτίας των δασμών Τραμπ. Αυτό είπε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Ατλάντα, Ραφαέλ Μπόστικ, επισημαίνοντας πως «οι ηγέτες των επιχειρήσεων μας λένε ότι σίγουρα αισθάνονται τις πιέσεις κόστους να το κάνουν όλο και πιο δύσκολο να μην επηρεαστούν οι τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές και οι πελάτες τους».
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, «νομίζω ότι υπάρχουν ακόμη περισσότερα που θα συμβούν» σε αυτό το μέτωπο, τόνισε.
Ενώ οι δασμοί του αμερικανού προέδρου είναι μια από τις κύριες ανοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό αυτήν τη στιγμή, ο Μπόστικ είπε ότι όσον αφορά το πόσο οι δασμοί έχουν αυξήσει τις τιμές, «είναι πολύ πιο συγκρατημένο, νομίζω, από ό,τι ανέμεναν πολλοί».
Στο επίκεντρο ο πληθωρισμός
Ο Μπόστικ είπε ότι είναι πλέον σημαντικό για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να παρακολουθεί στενά το πώς ο υψηλός πληθωρισμός επηρεάζει τις προσδοκίες για το μέλλον των τιμών.
Με τον πληθωρισμό, «πιστεύω πραγματικά ότι πρέπει να δώσουμε πολύ μεγάλη προσοχή στην ψυχή των καταναλωτών και σε ό,τι σχεδιάζουν οι επιχειρήσεις» δεδομένου του τρέχοντος περιβάλλοντος, είπε.
Ο Μπόστικ δεν σχολίασε άμεσα τις προοπτικές της νομισματικής πολιτικής, μετά τη συνάντηση της περασμένης εβδομάδας, στην οποία οι αξιωματούχοι μείωσαν το εύρος-στόχο των επιτοκίων μίας ημέρας κατά 25 μονάδες βάσης, σε ποσοστό μεταξύ 4% και 4,25%. Η αιτία της μείωσης των επιτοκίων ήταν η ανησυχία ότι η αγορά εργασίας βρίσκεται σε στασιμότητα και θα επωφεληθεί από το χαμηλότερο βραχυπρόθεσμο κόστος δανεισμού.
Στην εμφάνισή του, ο Μπόστικ σημείωσε ότι «οι αγορές εργασίας είναι πολύ δύσκολο να ερμηνευθούν σήμερα» και ότι οι επιχειρήσεις του έλεγαν ότι εν μέσω της αβεβαιότητας ούτε προσλαμβάνουν ούτε απολύουν με μεγάλη συχνότητα.