Η ιταλική οικονομία μοιάζει με σχοινί τεντωμένο ανάμεσα σε δύο άκρα: από τη μία οι απαιτήσεις των αγορών για δημοσιονομική πειθαρχία, από την άλλη οι φωνές των συνδικάτων που ζητούν ανακούφιση για τους εργαζομένους.
Στο κέντρο αυτής της ισορροπίας βρίσκεται η ηλικία συνταξιοδότησης – ένας αριθμός που μπορεί να κρίνει όχι μόνο την καθημερινότητα εκατομμυρίων Ιταλών, αλλά και τη βιωσιμότητα του ίδιου του κράτους χρέους της χώρας.
Το ισχύον πλαίσιο στην Ιταλία
Ο ισχύων νόμος, που θεσπίστηκε εν μέσω της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης, συνδέει αυτόματα το όριο συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής, αναφέρουν οι Financial Times σε ρεπορτάζ τους.
Κάθε δύο χρόνια επανεξετάζεται και, αν χρειάζεται, αυξάνεται.
Η τελευταία αναπροσαρμογή έγινε το 2019, με το όριο να ανεβαίνει στα 67 έτη, ενώ από το 2027 προβλέπεται νέα αύξηση κατά τρεις μήνες.
Τα αιτήματα των συνδικάτων
Τα εργατικά σωματεία ζητούν να μπει τέλος στις αυτόματες αυξήσεις και να επανεξεταστεί συνολικά η μεταρρύθμιση.
Υποστηρίζουν ότι η πολιτική αυτή τιμωρεί ιδιαίτερα εκείνους τους εργαζόμενους που χειρίζονται βαριά μηχανήματα, πολλοί από τους οποίους δεν καταφέρνουν να φτάσουν στη σύνταξη υγιείς.
Η πολιτική διάσταση
Το ακροδεξιό κόμμα της Λέγκα, μέλος του κυβερνητικού συνασπισμού της Τζόρτζια Μελόνι, στηρίζει ανοιχτά το πάγωμα, χαρακτηρίζοντας το σημερινό σύστημα «απάνθρωπο».
Ο υφυπουργός Εργασίας και πρώην συνδικαλιστής, Κλάουντιο Ντουριγκόν, μίλησε για «μια θηριώδη πολιτική απέναντι στον εργάτη».
Οι οικονομικές συνέπειες
Το ανεξάρτητο Γραφείο Προϋπολογισμού του ιταλικού κοινοβουλίου προειδοποιεί ότι μια τέτοια κίνηση θα εκτίνασσε το κόστος των συντάξεων κατά 0,4% του ΑΕΠ έως το 2040 και θα αύξανε το δημόσιο χρέος στο 139% του ΑΕΠ μέχρι το 2031, επτά μονάδες πάνω από τις σημερινές προβλέψεις.
Οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι η κατάργηση του αυτόματου μηχανισμού θα έστελνε ανησυχητικά μηνύματα στους επενδυτές, ειδικά σε μια περίοδο όπου η αγορά παρακολουθεί με ανησυχία τις εξελίξεις στη Γαλλία.
Το δίλημμα της κυβέρνησης
Από τη μία, η κυβέρνηση Μελόνι έχει μέχρι στιγμής κερδίσει πόντους αξιοπιστίας στις αγορές, με τις αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων να ευθυγραμμίζονται με εκείνες της Γαλλίας και τον οίκο Fitch να αναβαθμίζει την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας.
Από την άλλη, πλησιάζοντας οι εκλογές του 2027, οι αναλυτές φοβούνται ότι η κυβέρνηση θα ενδώσει σε λαϊκίστικες πιέσεις, υπονομεύοντας την έως τώρα δημοσιονομική πειθαρχία.
Οι φωνές της προειδοποίησης
Ο πρώην επικεφαλής του ασφαλιστικού οργανισμού, Τίτο Μποέρι, προειδοποιεί ότι η σύνδεση ηλικίας και προσδόκιμου είναι «πολύτιμος μηχανισμός» που δεν πρέπει να αλλοιωθεί, ενώ η αρχιτέκτονας της μεταρρύθμισης, Έλσα Φορνέρο, τονίζει την ανάγκη «πολιτικής και οικονομικής σύνεσης».
Η Ιταλία καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε κοινωνικές πιέσεις και τις απαιτήσεις των αγορών.
Το αν η κυβέρνηση θα επιλέξει τον δύσκολο δρόμο της πειθαρχίας ή τον εύκολο της υποχώρησης, θα καθορίσει όχι μόνο το μέλλον των συντάξεων αλλά και τη σταθερότητα της χώρας τα επόμενα χρόνια.