Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν θα πρέπει να βασίζονται σε έκτακτα μέσα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την επίλυση των δημοσιονομικών τους προβλημάτων, υπογράμμισε το μέλος του διοικητικού συμβουλίου, Όλαφ Σλέιπεν.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Het Financieele Dagblad, όταν ρωτήθηκε αν το πρόγραμμα της ΕΚΤ που δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ και έχει σχεδιαστεί για την αντιμετώπιση υπερβολικών διακυμάνσεων της αγοράς — γνωστό ως Μέσο Προστασίας της Μετάδοσης — θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη στήριξη των κρατικών ομολόγων, ο νέος επικεφαλής της ολλανδικής κεντρικής τράπεζας ήταν επιφυλακτικός.
«Το μέσο υπάρχει – μπορεί να χρησιμοποιηθεί προσωρινά υπό ορισμένες συνθήκες, αλλά δεν προορίζεται καθόλου για ορισμένα πράγματα», είπε ο Σλέιπεν στην εφημερίδα με έδρα το Άμστερνταμ. «Επομένως, νομίζω ότι η ιδέα ότι η ΕΚΤ θα το λύσει είναι λίγο υπερβολικά απλοϊκή. Κάποια πράγματα θα πρέπει πραγματικά να επιλυθούν από τους ίδιους τους πολιτικούς».
Υπογράμμισε ότι το κόστος για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ «ήταν υψηλό αν λάβει κανείς υπόψη τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών και τις συνέπειες των χαμηλών επιτοκίων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα».
«Επομένως, εάν το επιτόκιο πολιτικής πλησίαζε ξανά το 0%, θα έπρεπε να σκεφτούμε πολύ προσεκτικά, με βάση την εμπειρία μας, πριν χρησιμοποιήσουμε ξανά αυτά τα εργαλεία», δήλωσε ο Sleijpen.
Δεν δεσμεύτηκε για τα επιτόκια
Ο 55χρονος Sleijpen διαδέχθηκε τον Κλάας Κνοτ στην προεδρία της ολλανδικής κεντρικής τράπεζας τον Ιούλιο. Ο Κνότ ήταν από τις έντονες φωνές στο στρατόπεδο των γερακιών της ΕΚΤ. Ο Σλέιπεν δεν είπε αν είναι γεράκι ή περιστέρι, δηλώνοντας αντ’ αυτού ότι «η σταθερότητα των τιμών είναι αυτό για το οποίο πληρώνομαι».
«Η ΕΚΤ έχει απλώς μια πολύ σαφή εντολή, και αυτή είναι η σταθερότητα των τιμών», είπε. «Αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα για μένα. Θα δεσμευτώ σε μια νομισματική πολιτική που ευθυγραμμίζεται με αυτό».
Ερωτηθείς αν το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ θα παραμείνει στο 2% προς το παρόν όπως αναμένουν οι επενδυτές και οι περισσότεροι οικονομολόγοι δεν δεσμεύτηκε.
«Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα», είπε. «Ο πληθωρισμός θα μπορούσε να μειωθεί πιο γρήγορα λόγω της επιδείνωσης του οικονομικού κλίματος και της περαιτέρω ανόδου του ευρώ έναντι του δολαρίου. Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας οδηγούν σε αύξηση του επιπέδου των τιμών, κάτι που μπορεί να έχει κάθε είδους δευτερογενείς επιπτώσεις, όπως είδαμε το 2022. Επιπλέον, δεν γνωρίζουμε ακόμη σε ποιο βαθμό οι αμερικανικοί δασμοί στις εισαγωγές θα επηρεάσουν το ποσοστό πληθωρισμού μακροπρόθεσμα».