Σχέδια για την κατάργηση 3.000 θέσεων εργασίας , μέσω ενός προγράμματος εθελούσιας αποχώρησης για το προσωπικό που εργαζεται σε υποστηρικτικές λειτουργίες, εξετάζει η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Renault.
Σύμφωνα με το γαλλικό ενημερωτικό δελτίο L’Informe το Σάββατο, η Renault επιθυμεί να μειώσει κατά 15% το προσωπικό σε υποστηρικτικές υπηρεσίες, όπως ανθρώπινοι πόροι, οικονομικά και μάρκετινγκ, στο πλαίσιο ενός σχεδίου εξοικονόμησης κόστους με την ονομασία «Arrow».
Μια απόφαση όπως αυτη, αναμένεται να οδηγήσει σε περίπου 3.000 απολύσεις στην έδρα της αυτοκινητοβιομηχανίας στο προάστιο Boulogne-Billancourt του Παρισιού και σε άλλες τοποθεσίες παγκοσμίως.
Το ενημερωτικό δελτίο επικαλέστηκε πηγή εξοικειωμένη με το θέμα, σύμφωνα με την οποία η τελική απόφαση θα πρέπει να ληφθεί μέχρι το τέλος του έτους.
Επιβεβαιώνει η Renault
Η Renault επιβεβαίωσε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο περικοπών δαπανών, αλλά ότι σε αυτό το στάδιο δεν έχει στοιχεία να ανακοινώσει, καθώς δεν έχει ληφθεί καμία απόφαση.
«Δεδομένων των αβεβαιοτήτων στην αγορά αυτοκινήτων και του εξαιρετικά ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, επιβεβαιώνουμε ότι εξετάζουμε τρόπους απλοποίησης των λειτουργιών μας, επιτάχυνσης της εκτέλεσης και βελτιστοποίησης των σταθερών δαπανών μας», δήλωσε εκπρόσωπος της Renault.
Στο τέλος του 2024, η Renault απασχολούσε 98.636 υπαλλήλους παγκοσμίως.
Η Renault ανακοίνωσε τον Ιούλιο καθαρές ζημίες 11,2 δισεκατομμυρίων ευρώ (13 δισεκατομμύρια δολάρια) για το πρώτο εξάμηνο, συμπεριλαμβανομένης μιας απομείωσης 9,3 δισεκατομμυρίων ευρώ στην συνεργάτιδα Nissan.
Αν εξαιρθεί η απομείωση, τα καθαρά έσοδα μειώθηκαν στα 461 εκατομμύρια ευρώ, λιγότερο από το ένα τρίτο του επιπέδου του προηγούμενου έτους, λόγω της εξασθένισης της αγοράς φορτηγών, των δαπανών που σχετίζονται με τα ηλεκτρικά οχήματα και των εμπορικών πιέσεων σε ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Ο νέος διευθύνων σύμβουλος Φρανσουά Προβόστ, ο οποίος διορίστηκε τον Ιούλιο μετά την αποχώρηση του Λούκα ντε Μεο για την Kering, ιδιοκτήτρια της Gucci, πρέπει να αποκαταστήσει τα περιθώρια κέρδους, να επαναφέρει την πιστοληπτική ικανότητα της Renault σε επενδυτικό επίπεδο και να βρει τρόπους για να αντιμετωπίσει η σχετικά μικρή αυτοκινητοβιομηχανία τον αντίκτυπο των αμερικανικών δασμών και τον έντονο ανταγωνισμό από τις κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες, σύμφωνα με αναλυτές.