Ονομαστική αύξηση του μέσου μισθού κατά 3,7% στον ιδιωτικό τομέα, αυξήσεις στις συντάξεις το κόστος των οποίων θα φθάσει τα 629 εκατομμύρια ευρώ και περαιτέρω μείωση της ανεργίας – κατά μισή ποσοστιαία μονάδα – ώστε να διαμορφωθεί στο 8,6%, προβλέπει ο προϋπολογισμός για το το 2026 που κατέθεσε στη Βουλή ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Κυριάκος Πιερρακάκης.
Ο πραγματικός μέσος μισθός προβλέπεται να κινηθεί ανοδικά για τρίτη διαδοχική χρονιά το 2026, με τον ρυθμό αύξησής του να επιταχύνεται σε 1,5% από 0,5% το 2025
Τι προβλέπει ο προϋπολογισμός για τους μισθούς
Μισθοί: Κατά το επόμενο έτος θα γίνει νέα αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού από την 1η Απριλίου 2026. Μετά την αύξηση ο νέος ονομαστικός μέσος μισθός αναμένεται να αυξηθεί το 2026 κατά 3,7%, όσο και το 2025. Έτσι, οι αμοιβές θα έχουν αυξηθεί – συνολικά – κατά 21,6% σε σχέση με το επίπεδο του έτους 2019.
Εάν ληφθούν υπόψη οι διαδοχικές μειώσεις της φορολογίας εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών, εκτιμάται ότι οι καθαρές κατά κεφαλήν αμοιβές το 2026 θα έχουν αυξηθεί περισσότερο από 30% σε σχέση με το 2019.
Ο πραγματικός μέσος μισθός προβλέπεται να κινηθεί ανοδικά για τρίτη διαδοχική χρονιά το 2026, με τον ρυθμό αύξησής του να επιταχύνεται σε 1,5% από 0,5% το 2025.
Η παραγωγικότητα εργασίας προβλέπεται επίσης να εισέλθει σε τροχιά επιτάχυνσης, με τον ρυθμό ετήσιας αύξησής της να διαμορφώνεται σε 1,9% από 1,5% το 2025, γεγονός που συμβάλλει στη διατήρηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Οι αυξήσεις των αποδοχών συνταξιούχων από το νέο έτος θα προέλθουν από τρία μέτρα της κυβέρνησης συνολικού κόστους 629 εκατ. ευρώ
Ο προϋπολογισμός για τις συντάξεις
Συντάξεις: Οι αυξήσεις των αποδοχών συνταξιούχων από το νέο έτους θα προέλθουν από τρία μέτρα της κυβέρνησης συνολικού κόστους 629 εκατ. ευρώ, πέραν της ωφέλειας που θα προκύψει στους συνταξιούχους λόγω της φορολογικής μεταρρύθμισης αλλά και εξαιτίας της οικονομικής ενίσχυσης που θα δοθεί κατά το μήνα Νοέμβριο.
Έτσι για το 2026 θα υπάρξει πρώτον, περαιτέρω αύξηση των συντάξεων με βάση τον πληθωρισμό και το ΑΕΠ. Δεύτερον, μη συνυπολογισμός της προσαύξησης της σύνταξης των εργαζόμενων συνταξιούχων λόγω της εργασίας τους κατά τον υπολογισμό της ΕΑΣ.
Και τρίτον, μη συμψηφισμός του 50% της αύξησης της σύνταξης με την προσωπική διαφορά από τον Ιανουάριο 2026, πλήρης δε κατάργηση του συμψηφισμού από τον Ιανουάριο 2027. Το μέτρο αυτό εκτιμάται ότι θα ωφελήσει άμεσα περίπου 671.000 συνταξιούχους.
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια του 2025 εφαρμόστηκαν τα ακόλουθα μέτρα:
-Αύξηση των συντάξεων με βάση τον πληθωρισμό και το ΑΕΠ κατά 2,4%, με δημοσιονομικό κόστος 474 εκατ. ευρώ.
-Ετήσια αναπροσαρμογή των ορίων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), ώστε οι συνταξιούχοι που υπάγονται σε αυτή να λαμβάνουν το πλήρες ποσό της αύξησης της σύνταξης.
-Επέκταση από το 2025 της απαλλαγής από τη φαρμακευτική δαπάνη στους χαμηλοσυνταξιούχους.
Και καθιέρωση κοινωνικής ενίσχυσης ποσού 250 ευρώ κάθε Νοέμβριο για συνταξιούχους άνω των 65 ετών με χαμηλά εισοδηματικά κριτήρια (14.000 ευρώ για άγαμους και 26.000 ευρώ για έγγαμους) καθώς και για ανασφάλιστους υπερήλικες και άτομα με αναπηρία, με ετήσιο κόστος 360 εκατ. ευρώ.
Η απασχόληση εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά το 2026 κατά 0,4% σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζοντας συγκριτικά μεγαλύτερη αύξηση του αριθμού των μισθωτών κατά 0,6%
Ανεργία και απασχόληση
Ανεργία – Απασχόληση: Το ποσοστό ανεργίας, έχοντας υποχωρήσει σε μονοψήφιο αριθμό, ήδη από το 2025, προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω το 2026 κατά μισή ποσοστιαία μονάδα του εργατικού δυναμικού, διαμορφούμενο σε 8,6%. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό από ανεργίας μετά το 2008.
Η απασχόληση εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά το 2026 κατά 0,4% σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζοντας συγκριτικά μεγαλύτερη αύξηση του αριθμού των μισθωτών κατά 0,6%.
Ο αριθμός των μισθωτών το 2026 αναμένεται να ανέλθει σε 3,9 εκατομμύρια περίπου, επίπεδο υψηλότερο κατά 659 χιλιάδες άτομα από το αντίστοιχο επίπεδο του 2008, πριν την οικονομική κρίση χρέους στην Ελλάδα.
Αντίστοιχα, ο αριθμός των συνολικά απασχολούμενων αναμένεται να ανέλθει σε 5,2 εκατομμύρια, επίπεδο υψηλότερο από εκείνο του 2008 κατά 297 χιλιάδες άτομα, το οποίο αποδίδεται εξ ολοκλήρου στην προοδευτική βελτίωση από το 2022 και εφεξής.