Η σκέψη του αρχαίου έλληνα ιστορικού Θουκυδίδη αποτελεί το βασικό σημείο αφετηρίας όλων όσοι προσπαθούν να κατανοήσουν την τρέχουσα οικονομική και γεωπολιτική συγκυρία και να προβλέψουν την πορεία εξέλιξης της ανταγωνιστικής σχέσης ΗΠΑ – Κίνας.
Στη σύγχρονη πολιτική επιστήμη, ο όρος «Παγίδα του Θουκυδίδη» χρησιμοποιείται για να περιγράψει –κατ’ αντιστοιχία της σύγκρουσης Σπάρτης – Αθήνας που ανέλυσε ο αρχαίος ιστορικός– περιπτώσεις όπου ένα εδραιωμένο και κυρίαρχο καθεστώς αντιλαμβάνεται την άνοδο μιας νεοεμφανιζόμενης δύναμης ως θεμελιώδη απειλή για την ηγεμονία του.
Αναπόφευκτα, κάθε ιστορική συγκυρία είναι διαφορετική και η αξιολόγησή της επιβάλλει την κατανόηση του ευρύτερου ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα. Το πλαίσιο της παρούσας σύγκρουσης ΗΠΑ – Κίνας αρχίζει να διαμορφώνεται με την επικράτηση της Δύσης μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης. Το γεγονός αυτό σηματοδότησε την επικράτηση ενός πολιτικού συστήματος βασισμένου στις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας και ενός οικονομικού συστήματος βασισμένου στις δυνάμεις της αγοράς.
Οι βασικές «φιλοσοφικές» αρχές του συστήματος αυτού όπως είχαν κωδικοποιηθεί στη λεγόμενη «Κατανόηση της Ουάσιγκτον» (Washington Consensus) περιλάμβαναν τη δημοσιονομική πειθαρχία, την ελεύθερη διακύμανση επιτοκίων και συναλλαγματικών ισοτιμιών και την απελευθέρωση διεθνούς εμπορίου, ξένων επενδύσεων και αποκρατικοποιήσεων.
Τέλος, για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος και τη διαχείριση ανισορροπιών και εντάσεων θεσμοθετήθηκαν υπερεθνικοί οργανισμοί όπως το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υπήρξαν έντονοι οικονομικοί ανταγωνισμοί, π.χ. Ιαπωνίας – ΗΠΑ ή ΕΕ – ΗΠΑ, χωρίς όμως να διακινδυνεύεται αυτή καθαυτή η ευστάθεια του παγκόσμιου γεωπολιτικού συστήματος.
Η κυριαρχία του συστήματος αυτού ήταν τόσο εδραιωμένη που δημιούργησε την ψευδαίσθηση ότι η Κίνα, με την ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, αργά ή γρήγορα θα αφομοιωνόταν από το σύστημα αυτό. Η εξέλιξη των γεγονότων βέβαια ήταν διαφορετική, με αποτέλεσμα αυτήν τη στιγμή να βιώνουμε τη μετάβαση σε μια νέα τάξη πραγμάτων όπου σε επίπεδο πολιτικής διακυβέρνησης υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ των συστημάτων της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του μονοκομματικού συστήματος, ενώ σε οικονομικό επίπεδο οι δυνάμεις της αγοράς αντιπαρατίθενται με το σύστημα του κρατικού καπιταλισμού.
Φυσικά η νέα τάξη πραγμάτων δεν αφορά αποκλειστικά το δίπολο ΗΠΑ – Κίνας. Αντίθετα, παρατηρούμε τον σχηματισμό μια νέας πολυ-πολικής πραγματικότητας όπου δίπλα στις ΗΠΑ και την Κίνα αναδύεται και ο λεγόμενος «Παγκόσμιος Νότος», ο οποίος δεν είναι ομοιόμορφος αλλά υιοθετεί χαρακτηριστικά και από τα δύο βασικά συστήματα.
Υπάρχουν χώρες, π.χ. όπως η Ινδία, που αποτελούν δημοκρατίες, αλλά με έντονο κρατικό παρεμβατισμό στις οικονομικές δραστηριότητες, και χώρες όπως το Βιετνάμ, όπου το μονοκομματικό πολιτικό σύστημα ενθαρρύνει παραγωγικές μεθόδους της αγοράς.
Η ανάδυση αυτού του πολυ-πολικού συστήματος πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης δημιουργεί νέες προκλήσεις και αβεβαιότητες. Ο δυτικός κόσμος βλέπει το ειδικό του βάρος σε οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό, τεχνολογικό, ακόμα και πολιτισμικό επίπεδο να υποχωρεί συνεχώς. Ο μέσος Αμερικανός, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, θεωρεί ότι η Κίνα αποτελεί απειλή. Η Ευρωπαϊκή Ενωση θεωρεί πλέον την Κίνα στρατηγικό ανταγωνιστή και όχι εταίρο.
Οι μεσαίες και εργατικές τάξεις στις ανεπτυγμένες οικονομίες συνθλίβονται από τον ανταγωνισμό των αναδυόμενων οικονομιών, με αποτέλεσμα το βιοτικό τους επίπεδο να μην μπορεί να υποστηριχθεί από τα τρέχοντα εισοδήματά τους. Η στήριξη του βιοτικού επιπέδου τους έρχεται από το κράτος, με αποτέλεσμα τη συνεχή και μη διατηρήσιμη επιβάρυνση των δημόσιων οικονομικών. Οικονομίες όπως της Γαλλίας και της Ιταλίας καταγράφουν συνεχή δημοσιονομικά ελλείμματα τα τελευταία 50 και 100 χρόνια αντίστοιχα.
Η Κίνα από την πλευρά της, στην προσπάθειά της να διατηρήσει υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, έχει δημιουργήσει τρομερές ανισορροπίες, με ταυτόχρονα υπερβολικά υψηλά επίπεδα αποταμίευσης αλλά και υπερδανεισμού. Ο κίνδυνος είναι ότι ο συνδυασμός της επιβραδυνόμενης ανάπτυξης και δημογραφικής γήρανσης θα εγκλωβίσει την Κίνα σε μια άλλη παγίδα, αυτήν του «Μεσαίου Εισοδήματος» (Middle Income Trap), όπου η κινεζική κοινωνία δεν θα καταφέρει να προσεγγίσει τα κατά κεφαλήν εισοδήματα των ανεπτυγμένων δυτικών οικονομιών.
Σε ένα πολιτικό σύστημα που η επιβίωση του (μοναδικού) κόμματος αποτελεί αυτοσκοπό, η οικονομική επιβράδυνση συνιστά υπαρξιακή απειλή. Στην προσπάθειά της η κινεζική κυβέρνηση να αποτρέψει την οικονομική επιβράδυνση, δίνει κίνητρα για εξαγωγές και αύξησης παραγωγής σε κλάδους στρατηγικής σημασίας, όπως ηλεκτρικών αυτοκινήτων, μπαταριών, σπάνιων γαιών και τεχνητής νοημοσύνης.
Ωστόσο, μια ανάπτυξη βασισμένη στις εξαγωγές ουσιαστικά σημαίνει ότι η Κίνα αναπτύσσεται σε βάρος των εμπορικών της εταίρων, δηλαδή ΕΕ και ΗΠΑ. Παράλληλα, επέκταση της παραγωγής σε πλήρη αναντιστοιχία με τα επίπεδα ζήτησης καταλήγει σε κατασπατάληση πόρων και παραγωγικού δυναμικού. Αυτή τη στιγμή η παραγωγική ικανότητα της Κίνας σε μπαταρίες ξεπερνά την παγκόσμια ζήτηση κατά 20% και σε φωτοβολταϊκά κατά 200%.
Τέλος, ο Παγκόσμιος Νότος παραμένει καχύποπτος τόσο απέναντι στη Δύση όσο και προς την Κίνα. Υποψιάζεται ότι οι υφιστάμενες δομές και κανόνες είναι φτιαγμένοι για να ευνοούν τις εδραιωμένες δυτικές οικονομίες. Ταυτόχρονα φοβάται ότι οι πολιτικές της Κίνας εμποδίζουν τις δικές του προσπάθειες για βιομηχανική ανάπτυξη και τεχνολογική εμβάθυνση. Οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου προσπαθούν να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους μη ευθυγραμμιζόμενες με κανέναν (non-aligned countries). Ωστόσο πολύ σύντομα θα κληθούν να στοιχηθούν με τη μια ή την άλλη πλευρά.
Σε βάθος χρόνου οι αντίρροπες αυτές πορείες φαίνεται να οδηγούν σε έναν κατακερματισμένο κόσμο όπου θα επικρατεί η αντίληψη ότι η κάθε οικονομία θα μπορεί να αναπτυχθεί μόνο σε βάρος των υπολοίπων, με υψηλά επίπεδα προστατευτισμού, δασμών και πολιτικές στήριξης στρατηγικών κλάδων και ανάδειξης εταιρειών σε ρόλο εθνικού πρωταθλητή.
Η έμφαση πλέον θα δίνεται όχι στην αποτελεσματικότητα αλλά στη στρατηγική αυτονομία.
Το οικονομικό αποτέλεσμα θα είναι χαμηλότερη παραγωγικότητα και ανάπτυξη και εν τέλει χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο για όλους. Το κοινωνικό αποτέλεσμα θα είναι η συνεχής απόκλιση των διαφορετικών συστημάτων.
Ο κ. Ηλίας Λεκκός είναι επικεφαλής Οικονομικής Ανάλυσης και Επενδυτικής της Τράπεζας Πειραιώς.