Οι ΗΠΑ και η Κίνα άρχισαν να χρεώνουν νέα λιμενικά τέλη στα πλοία τους την Τρίτη, καθώς οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου αυξάνονται.
Η Κίνα υποστηρίζει ότι οι δασμοί της στοχεύουν στην προστασία της ναυτιλιακής βιομηχανίας της χώρας από «μεροληπτικά» μέτρα και ισχύουν για πλοία που ανήκουν, λειτουργούν, κατασκευάζονται ή φέρουν σημαία των ΗΠΑ, αλλά όχι για πλοία κινεζικής κατασκευής.
Τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι οι αμερικανικοί δασμοί σε κινεζικά πλοία παραβιάζουν μια συμφωνία θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ των δύο χωρών.
Η απόφαση αυτή της Κίνας έρχεται ως αντίποινα στα τέλη που επέβαλαν οι ΗΠΑ σε κινεζικά πλοία, τα οποία η Ουάσινγκτον λέει ότι έχουν σχεδιαστεί για να υποστηρίζουν αμερικανικές ναυτιλιακές εταιρείες.
Το Πεκίνο ανακοίνωσε τους δασμούς την περασμένη εβδομάδα, παράλληλα με κινήσεις για την αυστηροποίηση των ελέγχων στις εξαγωγές σπάνιων γαιών . Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ απάντησε με την απειλή επιβολής πρόσθετου δασμού 100% στην Κίνα.
Επίσης την Τρίτη, τέθηκαν σε ισχύ νέοι δασμοί των ΗΠΑ στην εισαγόμενη ξυλεία, τα ντουλάπια κουζίνας και τα ταπετσαρισμένα έπιπλα, πολλά από τα οποία προέρχονται από την Κίνα.
Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, δήλωσε τη Δευτέρα ότι ο Τραμπ και ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, αναμένεται να συναντηθούν στη Νότια Κορέα στα τέλη Οκτωβρίου, καθώς προσπαθούν να αποκλιμακώσουν τις εμπορικές εντάσεις.
«Ο δασμός 100% δεν χρειάζεται να εφαρμοστεί… Οι σχέσεις, παρά την ανακοίνωση αυτή την περασμένη εβδομάδα, είναι καλές. Οι γραμμές επικοινωνίας έχουν ανοίξει ξανά, οπότε θα δούμε πού θα πάει», δήλωσε ο Μπέσεντ.
«Η θέση της Κίνας είναι συνεπής. Αν υπάρξει διαμάχη, θα αγωνιστούμε μέχρι το τέλος. Αν υπάρξει συζήτηση, η πόρτα είναι ανοιχτή», δήλωσε την Τρίτη εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου.
«Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να απαιτούν συνομιλίες ενώ ταυτόχρονα επιβάλλουν νέα περιοριστικά μέτρα με απειλές και εκφοβισμό. Αυτός δεν είναι ο σωστός τρόπος για να συνεργαστούν με την Κίνα», ανέφεραν σε ανακοίνωσή του.
Τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι οι αμερικανικοί δασμοί σε κινεζικά πλοία παραβιάζουν μια συμφωνία θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ των δύο χωρών.
Σε αντίποινα, τα πλοία που συνδέονται με τις ΗΠΑ και δένουν σε κινεζικά λιμάνια χρεώνονται πλέον 400 γιουάν (42 λίρες, 56 δολάρια) ανά καθαρό τόνο, σύμφωνα με το κινεζικό κρατικό μέσο ενημέρωσης CCTV.
Σκληροί δασμοί, αυξημένο κόστος μεταφορών
Οι δασμοί αντιστοιχούν σε μεγάλο βαθμό στα λιμενικά τέλη που επιβάλλει η Ουάσινγκτον. Θα ισχύουν επίσης για πλοία που λειτουργούν από αμερικανικές εταιρείες, καθώς και για εκείνα στα οποία μια αμερικανική εταιρεία κατέχει μερίδιο 25% ή περισσότερο.
Τα τέλη θα αυξάνονται κάθε χρόνο, φτάνοντας τα 1.120 γουάν ανά τόνο τον Απρίλιο του 2028, σύμφωνα με το κρατικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο CCTV.
Τα πλοία που μεταφέρουν ξηρά φορτία χύδην όπως άνθρακα και άλλες πρώτες ύλες θα μπορούσαν να πληρώσουν έως και 3 εκατομμύρια δολάρια σε λιμενικά τέλη από σήμερα, δήλωσε η αναλύτρια εμπορευματικών μεταφορών Claire Chong.
Μέχρι το 2028, μερικά από τα μεγαλύτερα πλοία που μεταφέρουν σχεδόν 200.000 τόνους ξηρού φορτίου χύδην θα μπορούσαν να πληρώσουν περισσότερα από 10 εκατομμύρια δολάρια σε τέλη, εκτιμά.
Αυτά τα τέλη συνεπάγονται «σημαντικό» κόστος για τον κλάδο, δήλωσε η κα Chong από την ναυλομεσιτική εταιρεία Thurlestone Shipping.
Η εξαίρεση για τα πλοία κινεζικής κατασκευής, τα οποία αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ του παγκόσμιου στόλου ξηρού φορτίου χύδην, θα μπορούσε να μετριάσει μέρος του αντίκτυπου των νέων λιμενικών τελών, είπε.
Επίσης την Τρίτη, το Πεκίνο πρόσθεσε πέντε αμερικανικές θυγατρικές της νοτιοκορεατικής ναυπηγικής Hanwha Ocean στον κατάλογο κυρώσεων που έχει θέσει, κλιμακώνοντας περαιτέρω τις εντάσεις με την Ουάσινγκτον.
Τα τελευταία μέτρα λαμβάνονται παρά τη συμφωνία Ουάσινγκτον και Πεκίνου για εκεχειρία στον «πόλεμο» των δασμών νωρίτερα φέτος.
Τον Μάιο, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να άρουν τους τριψήφιους δασμούς στα προϊόντα της άλλης πλευράς που είχαν εγείρει την πιθανότητα διακοπής του εμπορίου μεταξύ τους.
Αυτό άφησε είχε ως αποτέλεσμα τα κινεζικά προϊόντα να αντιμετωπίσουν πρόσθετο δασμό 30% σε σύγκριση με την αρχή του έτους, ενώ τα αμερικανικά προϊόντα που εισέρχονται στην Κίνα αντιμετωπίζουν δασμό 10%.