Εντυπωσιακή ήταν η αύξηση της παραγωγής στον κλάδο των ιχθυοκαλλιεργειών στην Ελλάδα κατά την χρονική περίοδο 2015-2023, καθώς το ποσοστό ανόδου διαμορφώθηκε στο 31%. Ωστόσο, όπως επισημαίνει νέα επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου Πειραιώς, ο κλάδος έχει χαμηλή συνεισφορά στην εθνική οικονομία και στην αγορά εργασίας.
Οι θέσεις εργασίας στις ιχθυοκαλλιέργειες
Ειδικότερα, το αποτύπωμα του κλάδου στην εθνική οικονομία ανέρχεται σε 0,35% του ΑΕΠ το 2023, χωρίς να δημιουργεί θέσεις εργασίας. Βάσει των μοντέλων πρόβλεψης απασχόλησης, η χθυοκαλλιέργεια υπόσχεται 18 νέες θέσεις εργασίας για κάθε 1 εκατ. ευρώ επιπλέον ζήτησης – λιγότερες από τον εθνικό μέσο όρο (22) και πολύ λιγότερες από τον τουρισμό (25,8).
Σύμφωνα, όμως, με τη μελέτη «τα τελευταία 22 χρόνια δεν έχει δημιουργηθεί ούτε μία νέα θέση εργασίας, παρά τις εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε επιδοτήσεις και τα αυξημένα έσοδα. Αν οι προβλέψεις ίσχυαν, θα έπρεπε να είχαν προστεθεί χιλιάδες θέσεις εργασίας». Αντίθετα, η απασχόληση στον κλάδο «έχει σημειώσει μείωση από 4.146 θέσεις το 2002 σε 4.099 θέσεις το 2023 (μόλις το 0,1% του εργατικού δυναμικού της χώρας)»
Επισημαίνει, επίσης, την εξάρτηση του κλάδου από δύο είδη – τσιπούρα, λαβράκι- τα οποία αντιστοιχούν σε 85% της αξίας παραγωγής, γεγονός «που τον καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτο σε ασθένειες και διακυμάνσεις της αγοράς», ενώ η αύξηση της παραγωγής κατά 31% δεν μεταφράστηκε σε ουσιαστικά οφέλη για την περιφερειακή ανάπτυξη.
Επιδοτήσεις άνω των 250 εκατ. ευρώ
Η μελέτη στέκεται και στις επιδοτήσεις που έχουν δοθεί στον κλάδο από το 2014 έως σήμερα, οι οποίες ξεπερνούν τα 250 εκατ. ευρώ «χωρίς να έχει επιτευχθεί βιώσιμη κερδοφορία» και κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου την Avramar που: «βρίσκεται σε οικονομικό αδιέξοδο, με τεράστια χρέη, κρατικές ενισχύσεις διάσωσης και κινητοποιήσεις εργαζομένων για μη αυξήσεις μισθών τα τελευταία 15 χρόνια».
«H επιμονή σε μεγάλες επενδύσεις σε έναν τομέα που έχει υποαποδώσει για δύο δεκαετίες δεν είναι απλώς αναποτελεσματική – είναι κατάχρηση δημόσιας εμπιστοσύνης και πόρων», αναφέρει η μελέτη, με την ερευνητική ομάδα να καλεί σε άμεση αναθεώρηση της στρατηγικής της χώρας: επενδύσεις σε τομείς που αποδεδειγμένα δημιουργούν θέσεις εργασίας και βιώσιμη ανάπτυξη – όπως η τεχνολογία, η πράσινη οικονομία και μορφές αποκαταστατικής υδατοκαλλιέργειας».
Η μελέτη βασίζεται σε αναλυτικό οικονομετρικό μοντέλο εισροών–εκροών και αξιοποιεί δεδομένα για την απασχόληση, τις εμπορικές ροές, τις επιδοτήσεις, τις εξαγωγές και τις εισαγωγές και όπως αναφέρεται πρόκειται «για την πρώτη ολοκληρωμένη χαρτογράφηση της οικονομικής διάστασης της ιχθυοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, πέρα από τα μέχρι σήμερα μονόπλευρα στοιχεία της βιομηχανίας».
Η μελέτη «Economic Impacts of Greek Finfish Aquaculture» εκπονήθηκε από ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Πειραιώς υπό την καθοδήγηση της Δρ. Γεωργίας Ζούνη και του Δρ. Τριαντάφυλλου Πνευματικού. Χρηματοδοτήθηκε από το Rauch Foundation με στόχο την ενίσχυση της ανεξάρτητης επιστημονικής γνώσης και του δημόσιου διαλόγου για το μέλλον της ιχθυοκαλλιέργειας στην Ελλάδα.