Το Συμβούλιο της Επικρατείας ενέκρινε ως συνταγματικό και νόμιμο το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος που είχε αποστείλει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) για νομικό έλεγχο και αφορούσε τις οικοδομικές άδειες που εκδόθηκαν με τα «μπόνους» δόμησης του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ) και καθόριζε ποιες από αυτές μπορούν να διασωθούν.
Η χθεσινή δημοσίευση μάλιστα του πρακτικού επεξεργασίας (αριθμ. 135/2025) έριξε φως στο σκεπτικό των ανώτατων δικαστών σχετικά με την αποκατάσταση των οικοδομικών αδειών που ενώ είχαν ξεκινήσει οικοδομικές εργασίες έως τις 11.12.2024 είχαν ακυρωθεί στα δικαστήρια ή είχαν προσβληθεί δικαστικά και έτσι δεν μπορούσαν να υπαχθούν στις εξαιρέσεις των αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ (146, 147, 148, 149/2025).
Ο ρόλος του περιβαλλοντικού προελέγχου
Σε κάθε περίπτωση, οι σύμβουλοι Επικρατείας θέτουν ως κύρια παρατήρηση ότι η επανέκδοση των οικοδομικών αδειών προϋποθέτει την ολοκλήρωση περιβαλλοντικού προελέγχου του σχεδίου, που εκπονείται σε τοπικό επίπεδο, ή, εάν χρειάζεται, στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Ο μηχανισμός που προβλέπει το Προεδρικό Διάταγμα περιλαμβάνει το Ειδικό Σχέδιο Περιβαλλοντικού Ισοδυνάμου Αναβάθμισης Πόλεων (ΕΣΠΙΑΠ) για την αντιστάθμιση της χρήσης των ευεργετημάτων του ΝΟΚ το οποίο θα χρηματοδοτείται από ποσά περιβαλλοντικού ισοδυνάμου τα οποία θα καταβάλλουν οι ενδιαφερόμενοι και την επανέκδοση των οικοδομικών αδειών με διαδικασία που διαφοροποιείται ανάλογα με το αν έχει ολοκληρωθεί ή όχι ο φέρων οργανισμός της οικοδομής. Ειδικότερα αναφέρεται το εξής: «Στις περιπτώσεις των ακυρωθεισών οικοδομικών αδειών και εκείνων η νομιμότητα των οποίων έχει αμφισβητηθεί δικαστικώς, οι οικοδομικές εργασίες που επετράπησαν με αυτές μπορούν να συνεχιστούν υπό ειδικότερες προϋποθέσεις, αναλόγως με το αν έχει ολοκληρωθεί ή όχι ο φέρων οργανισμός».
Οι προϋποθέσεις για τη συνέχιση εργασιών
Έτσι, το σύστημα που εισήχθη με το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος κρίθηκε συμβατό με το Σύνταγμα. Σύμφωνα το ΣτΕ το ΕΣΠΙΑΠ θεσπίζει έναν μηχανισμό μέσω του οποίου αντισταθμίζονται οι περιβαλλοντικές συνέπειες από τη χρήση των «μπόνους» δόμησης από την υλοποίηση των κατηγοριών οικοδομικών αδειών που εμπεριέχουν τα κριθέντα ως αντισυνταγματικά κίνητρα και τις προσαυξήσεις του ΝΟΚ.
Αεροφωτογραφίες: γιατί δεν επαρκούν ως αποδεικτικό
Ωστόσο, είναι ενδιαφέρουσα η παρατήρηση στην χθεσινή απόφαση του Ε’ Τμήματος του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου όσον αφορά στις αεροφωτογραφίες που αναφέρονται στο σχέδιο ως μέσο απόδειξης της ημερομηνίας εκκίνησης των οικοδομικών εργασιών πριν από τις 11.12.2024. Όπως επισημαίνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας η χρήση των αεροφωτογραφιών, εν γένει, ως αποδεικτικού μέσου της έναρξης των εργασιών πριν από την κρίσιμη ημερομηνία – χωρίς αυτές να προέρχονται από δημόσιο ή άλλο εγκεκριμένο φορέα, ώστε να καθίσταται βεβαία η σχετική ημερομηνία – δεν παρέχει τέτοια εχέγγυα και, ως εκ τούτου, «η ρύθμιση δεν τίθεται νομίμως», όπως επισημαίνουν στη γνωμοδότησή τους.
Κατεδαφίσεις και αρχαιολογικές τομές ως ένδειξη έναρξης έργου
Σχετικά με την πρόβλεψη του ΠΔ ότι εκκίνηση οικοδομικών εργασιών νοείται και η κατεδάφιση προϋφιστάμενων κτισμάτων εντός του ίδιου ακινήτου, εφόσον δεν είναι προγενέστερη των έξι μηνών από την 11η Δεκεμβρίου 2024, το ΣτΕ έκρινε ότι τίθεται νομίμως ως προϋπόθεση. Και αυτό διότι, όπως εξηγεί, «η κατεδάφιση των προϋφιστάμενων κτισμάτων, ως αναγκαία προϋπόθεση για την υλοποίηση της οικοδομικής άδειας ανέγερσης των νέων κτισμάτων εντός του ίδιου ακινήτου, πρέπει να έχει συντελεσθεί εντός του χρονικού διαστήματος των έξι (6) μηνών πριν από τις 11.12.2024, δηλαδή τελεί σε εύλογη χρονική συνάρτηση με την οικοδομική άδεια ανέγερσης».
Το ίδιο και για τη διενέργεια ανασκαφικών εργασιών της αρχαιολογικής υπηρεσίας στο πλαίσιο υφιστάμενης οικοδομικής άδειας έως τις 11/12/2024. Σύμφωνα με τους δικαστές ωστόσο, πρέπει να προστεθεί στην εν λόγω διάταξη, και η περίπτωση διενέργειας δοκιμαστικών τομών της αρχαιολογικής υπηρεσίας.
Σε κάθε περίπτωση, η γνωμοδότηση επί του ΠΔ διασφαλίζει ότι μπορούν να συνεχιστούν οι εργασίες σε έργα που είχαν ξεκινήσει νομίμως έως τις 11 Δεκεμβρίου 2024. Όπως αναφέρεται δε, «με τον συνταγματικά θεμιτό μηχανισμό του περιβαλλοντικού ισοδυνάμου επιδιώκεται η προστασία των διοικουμένων που οικοδόμησαν ή εξέδωσαν οικοδομικές άδειες καλόπιστα πριν από τις 11.12.2024, υπό το ισχύον κατά τον χρόνο εκείνο θεσμικό πλαίσιο, αλλά βρέθηκαν εκ των υστέρων αντιμέτωποι, μετά την ανατροπή του πλαισίου αυτού με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις συνέπειες που προκαλούν η ακύρωση ή η δικαστική προσβολή των οικοδομικών αδειών».