Ένα σαφές και χωρίς περιθώρια παρερμηνειών μήνυμα έστειλε ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Euronext, Στεφάν Μπουζνά, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που πραγματοποιήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 2025 στην Αθήνα, στο πλαίσιο της δημόσιας πρότασης για την εξαγορά του Ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών (ΕΧΑΕ).
«Διαβάστε τα χείλη μου… Δεν θα αυξήσουμε το τίμημα. Αν η δημόσια πρόταση απορριφθεί, θα προχωρήσουμε παρακάτω. Αυτή είναι η ζωή», είπε επί λέξη, δείχνοντας ότι ήρθε στην Αθήνα για να δώσει ακριβώς αυτό το μήνυμα. Ότι δηλαδή το προσφερόμενο τίμημα είναι «ελκυστικό για την ελληνική οικονομία, την κεφαλαιαγορά, τις εισηγμένες και τους μετόχους της ΕΧΑΕ».
Η μεγάλη αντίφαση
Χωρίς να προχωρά σε εκ βαθέων ανάλυση της πρότασής της Euronext, αλλά και χωρίς να εξηγήσει γιατί το προσφερόμενο τίμημα δεν περιλαμβάνει μετρητά, παρά μόνο μετοχές, ο κ. Μπουζνά έπεσε σε μια μεγάλη αντίφαση. Αφού παραδέχτηκε επί λέξει ότι «η ελληνική αγορά αυτή τη στιγμή είναι δυσανάλογα μικρότερη σε σχέση με τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας», ουσιαστικά σκιαγράφησε το βασικό κίνητρο πίσω από την πρόταση εξαγοράς. Ότι δηλαδή η Euronext θέλει να εξαγοράσει μια αγορά που ακόμη έχει περιθώρια σημαντικής ανόδου. Όπερ σημαίνει ισχυρό ενδιαφέρον από επενδυτικά κεφάλαια και επιπλέον έσοδα για την ΕΧΑΕ.
Ουσιαστικά δηλαδή, ο Μπουζνά άφησε θολό το σενάριο του τι θα γίνει εάν η δημόσια προσφορά συγκεντρώσει ένα ποσοστό ανάμεσα στο 67% και το 95%, καθώς σύμφωνα με την τελευταία τροπολογία για τις διασυνοριακές συναλλαγές του δίδεται η δυνατότητα ενδεχομένως να κάνει delisting τη μετοχή της ΕΧΑΕ από το ελληνικό χρηματιστήριο, δίχως να βελτιώσει, παρά μόνο να αναθεωρήσει τους όρους της πρότασης
Το συγκεκριμένο σημείο της εκτενούς, ομολογουμένως, ομιλίας του, είχαν τονίσει και πηγές του ΟΤ, παραπέμποντας στον δείκτη Buffett, που συγκρίνει την αποτίμηση μιας αγοράς με το ΑΕΠ της χώρας της. Στην προκειμένη περίπτωση, με κεφαλαιοποίηση περί τα 135 δισ. και ΑΕΠ λίγο πάνω από τα 200 δισ., ο δείκτης Buffett είναι λίγο κάτω από το 50%. Για την ιστορία, για τη Wall Street ο δείκτης είναι στο 217%!
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι η προσφορά του Euronext αποτιμά την ΕΧΑΕ σε περίπου 22 φορές τα έσοδα του 2024, με τον κ. Μπουζνά, να στοιχειοθετεί ότι η αποτίμηση αυτή αντανακλά το μονοπωλιακό χαρακτήρα του ελληνικού χρηματιστηρίου, «αν και αυτό μπορεί να αλλάξει τα επόμενα χρόνια», όπως σχολίασε χαρακτηριστικά.
Η μεγάλη ασάφεια
Αν και η παρουσία του κ. Μπουζνά στην Αθήνα και παρουσίαση της Euronext προφανώς είχε στόχο το να ξεκαθαρίσουν αρκετά θολά σημεία των επόμενων βημάτων της προαιρετικής δημόσιας προσφοράς, σε σχετική ερώτηση του ΟΤ για το ενδεχόμενο να μην επιτύχει τελικά το σκοπό του, δηλαδή να συγκεντρώσει το 95% της ΕΧΑΕ, ανέφερε ότι «η προσδοκία είναι για ποσοστό πάνω από 67%, αλλά ο στόχος είναι να έχουμε τον πλήρη έλεγχο δηλαδή το 95%».
Στο τραπέζι πλέον των μετόχων της ΕΧΑΕ, αλλά και όλων των κεφαλαίων που δραστηριοποιούνται στο οικοσύστημα της Λ. Αθηνών βρίσκεται ένα σαφές μήνυμα διλημματικού χαρακτήρα, στο πλαίσιο του σχεδίου της Euronext να λειτουργήσει ως front runner της ευρωπαϊκής ενοποίησης των κεφαλαιαγορών
Ουσιαστικά δηλαδή άφησε θολό το σενάριο του τι θα γίνει εάν η δημόσια προσφορά συγκεντρώσει ένα ποσοστό ανάμεσα στο 67% και το 95%, καθώς σύμφωνα με την τελευταία τροπολογία για τις διασυνοριακές συναλλαγές του δίδεται η δυνατότητα ενδεχομένως να κάνει delisting τη μετοχή της ΕΧΑΕ από το ελληνικό χρηματιστήριο, δίχως να βελτιώσει, παρά μόνο να αναθεωρήσει τους όρους της πρότασης. Υπενθυμίζεται εδώ ότι η πρόταση είναι 20 μετοχές ΕΧΑΕ για κάθε 1 Euronext, κάτι που δεν θα αλλάξει, όπως είπε, ενώ δεν έδωσε κάποια κατευθυντήρια γραμμή για το ποσοστό που θα πρέπει να συγκεντρώσει, αφού πλέον με την πρόσφατη τροπολογία του δίδεται αυτή η δυνατότητα. Μάλιστα, σε ερώτηση για την πρόσφατη τροπολογία σχετικά με τις δημόσιες προτάσεις, απέφυγε να σχολιάσει, λέγοντας απλώς ότι «κάθε εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό πλαίσιο είναι προς τη σωστή κατεύθυνση».
Δεν παρέλειψε όμως να αναφέρει ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών αποτελεί μονοπώλιο και διανέμει το 100% των μερισμάτων του, ενώ η Euronext διανέμει το 50%, καθώς επανεπενδύει τα υπόλοιπα σε νέες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Επί της ουσίας, ο Μπουζνά υπερτόνισε την αλλαγή του χαρακτήρα της επένδυσης των μετόχων της ΕΧΑΕ που θα συμμετέχουν στη δημόσια πρόταση, από μια μερισματοφόρο θέση, σε μια θέση με αναπτυξιακό προσανατολισμό.
Το σαφές μήνυμα
Στο τραπέζι πλέον των μετόχων της ΕΧΑΕ, αλλά και όλων των κεφαλαίων που δραστηριοποιούνται στο οικοσύστημα της Λ. Αθηνών βρίσκεται ένα σαφές μήνυμα διλημματικού χαρακτήρα, στο πλαίσιο του σχεδίου της Euronext να λειτουργήσει ως front runner της ευρωπαϊκής ενοποίησης των κεφαλαιαγορών. Όπως ανέφερε και ο ίδιος ο Μπουζνά, η εξαγορά δεν αποτελεί «υπαρξιακό ζήτημα» για τον όμιλο Euronext, ωστόσο είναι κομβική στο σχέδιο ενοποίησης των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών, με στόχο τη δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού χρηματοοικονομικού οικοσυστήματος.
Από τη μία υπάρχει η επιλογή η Αθήνα, η οποία όπως είπε, διαθέτει τη γεωγραφική, θεσμική και τεχνολογική δυναμική, να αποτελέσει κέντρο χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων για τα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Τα κόστη – προμήθειες θα μειωθούν και η πρόσβαση σε πολύ ευρύτερη επενδυτική «δεξαμενή» θα βελτιωθεί θεαματικά.
Από την άλλη, η Euronext δεν προσφέρει την υποστήριξη σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπως είναι η συντριπτική πλειονότητα των εισηγμένων της Αθήνας, ώστε να μπορέσουν να έχουν «ορατότητα» και εξωστρέφεια σε ένα «σύμπαν» 1.700 ευρωπαϊκών εταιριών. Δίχως μάλιστα να απαντήσει σε ερώτηση του ΟΤ για το τι συνέβη στις αγορές που ήδη έχουν εξαγοραστεί από τη Euronext, ο επικεφαλής της ανέφερε ότι «η εμπειρία δείχνει ξεκάθαρα ότι έχει αυξηθεί τόσο η συναλλακτική δραστηριότητα, όσο και η επενδυτική βάση». Αλλά δεν απάντησε για ποιες εισηγμένες.
Ο πραγματικός στόχος
Ξεπερνώντας την ερώτηση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ο κ. Μπουζνά αναφέρθηκε ειδικά στον ναυτιλιακό κλάδο, υπενθυμίζοντας ότι αρκετές ελληνικών συμφερόντων εταιρείες είναι εισηγμένες στο Όσλο. «Θα επιδιώξουμε να τις φέρουμε αυτές πίσω στην Αθήνα, εφόσον ολοκληρωθεί η συμφωνία», είπε, προσθέτοντας ότι η ποιότητα της ελληνικής αγοράς θα ενισχυθεί σημαντικά μέσα από το τεχνολογικό και θεσμικό πλαίσιο του Euronext.