Ο Συμβιβασμός της Δανίας αναδεικνύεται σε καθοριστικό παράγοντα για την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα στην Ελλάδα, σύμφωνα με ανάλυση της Beta Securities, καθώς οι τράπεζες προχωρούν σε στρατηγικές κινήσεις προς τον κλάδο των ασφαλίσεων προκειμένου να ενισχύσουν τη διαφοροποίηση των εσόδων τους και να ενσωματώσουν νέες πηγές κερδών από τέλη και προμήθειες.
Η Τράπεζα Πειραιώς και η Eurobank είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, καθώς βρίσκονται σε διαδικασία σημαντικών εξαγορών, με στόχο την ανάπτυξη της ασφαλιστικής τους δραστηριότητας και την ενίσχυση των κεφαλαιακών τους θέσεων. Η Τράπεζα Πειραιώς έχει ανακοινώσει την απόκτηση της Εθνικής Ασφαλιστικής, ενώ η Eurobank προχώρησε στην εξαγορά του κλάδου της Eurolife. Και οι δύο τράπεζες σχεδιάζουν την εφαρμογή του Συμβιβασμού της Δανίας, καθώς τους επιτρέπει να μειώσουν την κεφαλαιακή επιβάρυνση από τις εξαγορές, ενισχύοντας τη ρευστότητα και την κεφαλαιακή τους αποδοτικότητα.
Ο Συμβιβασμός της Δανίας, ο οποίος ενσωματώνεται στην αναθεωρημένη ευρωπαϊκή κανονιστική νομοθεσία CRR3 από το 2025, επιτρέπει στις τράπεζες να διατηρήσουν τα κεφάλαια τους ακέραια από τις εξαγορές ασφαλιστικών εταιρειών και άλλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, αποφεύγοντας την πλήρη αφαίρεση των συμμετοχών τους από τον δείκτη CET1. Αυτή η ρύθμιση δημιουργεί μια πιο ευνοϊκή στρατηγική ανάπτυξης για τις ελληνικές τράπεζες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επεκταθούν στον τομέα των ασφαλίσεων και της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων χωρίς τον παραδοσιακό κεφαλαιακό περιορισμό.
Beta Securities: Στρατηγική Ανάπτυξη για τις Ελληνικές Τράπεζες
Όπως εξηγεί στην ειδική της ανάλυση η Beta Securities η μόνιμη υιοθέτηση του Συμβιβασμού της Δανίας θα συνεχίσει να ενδυναμώνει την τραπεζική ασφάλιση (bancassurance). Επιτρέποντας στις επιλέξιμες οντότητες να εφαρμόσουν βαρύτητα κινδύνου αντί για την πλήρη επίδραση στον CET1, ενισχύει την αποδοτικότητα του κεφαλαίου και διευκολύνει τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση.
Αναμένει, δε, ότι το διάστημα 2026-2027 θα σηματοδοτήσει μια καθοριστική περίοδο για τις στρατηγικές ενσωμάτωσης της ασφάλισης από τις ελληνικές τράπεζες, καθώς η εποπτική σαφήνεια σχετικά με την κατάσταση FiCo και την εφαρμογή του CRR3 ωριμάζει. Η επιτυχής εφαρμογή του Συμβιβασμού της Δανίας θα μπορούσε να απελευθερώσει σημαντική αποδοτικότητα κεφαλαίου, οδηγώντας τις ελληνικές τράπεζες πιο κοντά στους ευρωπαϊκούς ομολόγους τους τόσο ως προς την κερδοφορία όσο και τα ποσοστά αποτίμησης.
Ουσιαστικά, κατά την Beta Securities, η εποχή της αναδιάρθρωσης παραχωρεί τη θέση της σε εκείνη της επέκτασης, με τις ελληνικές τράπεζες να βρίσκονται σε πιο σταθερό έδαφος, υποστηριζόμενες από ισχυρές θέσεις κεφαλαίων, βελτιούμενη κερδοφορία και ανανεωμένη εμπιστοσύνη των επενδυτών. Το εξελισσόμενο ρυθμιστικό πλαίσιο, σε συνδυασμό με την αύξηση των εσόδων από προμήθειες και τις επιλεκτικές συγχωνεύσεις και εξαγορές (M&A), δημιουργεί τις συνθήκες για έναν δομικά ισχυρότερο και πιο ανταγωνιστικό ελληνικό τραπεζικό τομέα τα επόμενα χρόνια.
Επίδραση στο κεφάλαιο και ευκαιρίες
Υπό το πλαίσιο της Βασιλείας III, οι τράπεζες με συμμετοχές σε ασφαλιστικές εταιρείες πρέπει να αφαιρούν πλήρως αυτές τις συμμετοχές από τον δείκτη CET1, δηλαδή το κεφάλαιό τους. Σύμφωνα με τον Συμβιβασμό της Δανίας, η τράπεζα αναθέτει βαρύτητα κινδύνου 250% στις ασφαλιστικές συμμετοχές, πράγμα που σημαίνει ότι πλέον εντάσσονται στις RWAs (σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο περιουσιακά στοιχεία), αντί να αφαιρούνται από το κεφάλαιο.
Και οι δύο επιλογές μειώνουν τον δείκτη CET1, αλλά αν η τράπεζα επιλέξει τον Συμβιβασμό της Δανίας, η επίδραση στο κεφάλαιο είναι χαμηλότερη. Ουσιαστικά ο Συμβιβασμός λειτουργεί ως μια «έκπτωση» κεφαλαίου, επιτρέποντας στις τράπεζες να επεκταθούν στην ασφάλιση (και στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων) χωρίς την βαριά επίδραση του CET1 που συνδέεται με τέτοιες συναλλαγές.
Αυτή η προσέγγιση διατηρεί το κεφάλαιο CET1, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη δανείων, τη διανομή μερισμάτων ή άλλες στρατηγικές επενδύσεις.
Τάσεις στην Ευρώπη
Η ενίσχυση της δραστηριότητας συγχωνεύσεων και εξαγορών (M&A) στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών έχει παρατηρηθεί σε όλη την Ευρώπη, μετά από μια δεκαετία περιορισμένων συμφωνιών.
Συγκεκριμένα, το 2024 πραγματοποιήθηκαν 717 συναλλαγές στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην Ευρώπη, καταγράφοντας αύξηση 20% σε σχέση με το 2023 και την υψηλότερη επίδοση από το 2015.
Επίσης, η Oliver Wyman επισημαίνει ότι οι ανακοινώσεις τραπεζικών συμφωνιών συγχωνεύσεων και εξαγορών έφτασαν σε ιστορικό υψηλό, αγγίζοντας τα 27 δισεκατομμύρια δολάρια τους πρώτους μήνες του 2025, σχεδόν διπλάσιο από τον όγκο της ίδιας περιόδου το 2024.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στον κίνδυνο επιτοκίων, και μετά τις συνεχείς μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ από το 2024 μέχρι την πιο πρόσφατη κίνηση τον Σεπτέμβριο του 2025, θέτουν ως προτεραιότητα τις βελτιώσεις στην ποιότητα των κερδών, με επίκεντρο τα πιο σταθερά και επαναλαμβανόμενα έσοδα από προμήθειες.
Οι συγχωνεύσεις και εξαγορές (M&A) είναι επομένως ο κύριος τρόπος με τον οποίο πολλές τράπεζες επιδιώκουν να πετύχουν αυτήν την αλλαγή. Έτσι, οι τραπεζικοί οργανισμοί επεκτείνονται μέσω ενσωματώσεων ασφαλιστικών εταιρειών, εξαγορών διαχειριστών περιουσιακών στοιχείων και διασυνοριακών συγχωνεύσεων τραπεζών, προσπαθώντας να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας και να ενισχύσουν τη θέση τους στον ανταγωνισμό με τους αμερικανικούς τραπεζικούς κολοσσούς. Η ικανότητά τους να το πετύχουν προκύπτει από την αποκατάσταση της κερδοφορίας και την ύπαρξη υπερβολικών αποθεμάτων κεφαλαίων.
Τέλος, σε όλη την Ευρώπη, οι επενδυτές φαίνεται να επιβραβεύουν περισσότερο τα διαφοροποιημένα έσοδα και την αποδοτικότητα κεφαλαίου που επιτρέπουν οι δομές bancassurance, καθώς οι χρηματοοικονομικοί όμιλοι έχουν παρουσιάσει ισχυρότερες αποδόσεις κεφαλαίου, βελτιώνοντας τις αποτιμήσεις τους σε υψηλότερους δείκτες P/BV και P/E από ό,τι οι παραδοσιακές τράπεζες.
Τι σημαίνει για τις ελληνικές τράπεζες
Ακολουθώντας το παράδειγμα των ευρωπαϊκών τραπεζών, οι Ελληνικές τράπεζες έχουν ξεκινήσει μία σειρά εξαγορών εκμεταλλευόμενες τα ισχυρά κεφαλαιακά αποθέματά τους, τα χαμηλά Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (NPEs) και την ισχυρή κερδοφορία τους.
Το 2025, η Alpha Bank προχώρησε στην εξαγορά της Axia και της Astrobank, η Eurobank επικεντρώθηκε στην Κύπρο με την εξαγορά της Hellenic Bank και τώρα της Eurolife, η Πειραιώς ανακοίνωσε την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής, ενώ η Εθνική Τράπεζα, αν και δεν έχει ανακοινώσει επίσημα κάποια στρατηγική κίνηση, βρίσκεται σε συζητήσεις για μια νέα συνεργασία με τις NN και Allianz.
Η Πειραιώς και η Eurobank έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους να προχωρήσουν στη χρήση του Συμβιβασμού της Δανίας για τις εξαγορές της Εθνικής Ασφαλιστικής (600 εκατ. ευρώ σε μετρητά από την CVC) και της Eurolife (813 εκατ. ευρώ σε μετρητά από την FFH για το υπόλοιπο 80% της συμμετοχής), αντίστοιχα. Και οι δύο τράπεζες επεξεργάζονται αυτές τις συναλλαγές, οι οποίες αναμένεται να ολοκληρωθούν μέχρι το τέλος του έτους για την Πειραιώς και μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2026 για την Eurobank.
Μετά την ολοκλήρωσή τους, η κλίμακα και η στρατηγική σημασία των ασφαλιστικών δραστηριοτήτων θα αυξηθούν σημαντικά, φτάνοντας σε επίπεδα που δικαιολογούν την αίτηση για το καθεστώς FiCo. Η διαδικασία αναμένεται να προχωρήσει τα επόμενα τρίμηνα, ενώ δεδομένου ότι η εποπτική αρχή θα χρειαστεί να παρακολουθεί κάθε τράπεζα για σχεδόν ένα χρόνο πριν χορηγηθεί το καθεστώς, η εφαρμογή του Συμβιβασμού, αν πραγματοποιηθεί, αναμένεται να γίνει προς το τέλος του 2026 ή ακόμα και το 2027.
Επιπλέον, δεδομένου ότι και οι δύο τράπεζες λειτουργούν αυτή τη στιγμή με μέτρια πυκνότητα RWAs (περίπου 40-50%), είναι σε καλή θέση να απορροφήσουν την επιπλέον αύξηση RWAs που σχετίζεται με τον Συμβιβασμό της Δανίας χωρίς να ασκηθεί σημαντική πίεση στους κεφαλαιακούς δείκτες.
Για τις δύο τράπεζες, η επίδραση κεφαλαίου από τις εξαγορές είναι περίπου 150 μονάδες βάσης στο CET1 χωρίς να ληφθεί υπόψη ο Συμβιβασμός της Δανίας. Αν αυτή εφαρμοστεί, αναμένεται να υπάρξει αύξηση των αναλογιών CET1 κατά περίπου 50 μονάδες βάσης και στις δύο περιπτώσεις, γεγονός που μεταφράζεται σε όφελος κεφαλαίου της τάξης των 300 εκατ. για την Πειραιώς και 450 εκατ. για την Eurobank. Αυτή η ανακούφιση κεφαλαίου παρέχει ευχέρεια για οργανική ανάπτυξη, μεγαλύτερες μελλοντικές αποδόσεις και επιπλέον στρατηγικές πρωτοβουλίες, εκτιμά η Beta Sec.
Είναι αξιόλογο ότι οι τρέχουσες συναλλαγές της Τράπεζας Πειραιώς και της Eurobank αποδεικνύουν ότι αυτές οι συμφωνίες είναι θετικές για την αξία—αναμένεται να ενισχύσουν τα έσοδα από τέλη και προμήθειες, το EPS και το RoTBV—με το πιθανό όφελος κεφαλαίου να λειτουργεί ως παράγοντας ενίσχυσης της αποδοτικότητας και όχι ως εξάρτηση.
Στρατηγική ανάπτυξη
Κατά την Beta Securities, ο ελληνικός τραπεζικός τομέας φαίνεται έτοιμος για μια νέα φάση στρατηγικής εξέλιξης. Ο Συμβιβασμός της Δανίας αναμένεται να παίξει όλο και πιο σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της κατανομής κεφαλαίων και της δομής των συμφωνιών.
Πρόσθετη δραστηριότητα M&A—τόσο στον τομέα των ασφαλειών όσο και στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων—είναι πιθανή, καθώς οι τράπεζες επιδιώκουν να διαφοροποιήσουν περαιτέρω τα έσοδά τους και να ξεκλειδώσουν ροές εσόδων από τέλη, ώστε να προστατευτούν από τις ευμετάβλητες επιτοκιακές συνθήκες.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο όρος «Συμβιβασμός της Δανίας» θα εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο, σηματοδοτώντας το επόμενο κεφάλαιο στην τραπεζική μεταμόρφωση της Ελλάδας, μετά την εποχή της αναδιάρθρωσης και της αποκατάστασης των NPEs, η οποία έχει πλέον ολοκληρωθεί.
Εξαλείφοντας την παραδοσιακή κεφαλαιακή αντίσταση που συνδέεται με τις εξαγορές bancassurance και διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, η νομοθεσία παρέχει έναν επιπλέον στρατηγικό λόγο για επέκταση, ιδιαίτερα για μεσαίου μεγέθους ιδρύματα που δραστηριοποιούνται σε μια μεσαίου μεγέθους οικονομία, όπως είναι η Ελλάδα, καταλήγει η Beta Securities.