Κατά πόσο μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα εξυπηρετούν την ελληνική οικονομία; Μήπως λειτουργούν ανασχετικά για την ανάπτυξη;
Το ερώτημα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από οικονομικής και πολιτικής σκοπιάς. Οικονομικά, διότι εάν η απάντηση μετουσιωθεί σε οικονομική πολιτική επηρεάζει όλη την οικονομική δραστηριότητα. Πολιτικά, διότι η απάντηση είναι εύκολο να διαφοροποιήσει πολιτικά προγράμματα και να επηρεάσει πολιτικές θέσεις. Αυτά συμβαίνουν σε μία χώρα (Ελλάδα) η οποία έχει ζήσει ένα μεγάλο μέρος της ιστορικής διαδρομής της υπό το (μνημονιακό) βάρος της αποπληρωμής δημόσιων χρεών και υψηλής φορολογικής επιβάρυνσης.
Όμως η απάντηση μπορεί να είναι αρκετά σύνθετη αφού εξαρτάται από μία σειρά από παράγοντες. Ένας από τους σημαντικότερους αφορά το πραγματικό παραγωγικό κενό στην οικονομία. Εάν αυτό βρίσκεται στα όρια της εξάλειψής του, τότε η οικονομία μπορεί να βρεθεί μπροστά σε πληθωριστικό κίνδυνο. Αντιθέτως εάν είναι σημαντικό, τότε η διάθεση δημοσιονομικών πλεονασμάτων για την κάλυψη παραγωγικού κενού (κλασική Κεϋνσιανή συνταγή) έχει θετικές επιπτώσεις στους δείκτες της οικονομίας.
Το επόμενο ζήτημα αφορά το παραγωγικό πρότυπο της χώρας και το μέγεθος του χρέους της σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας της. Έτσι λοιπόν εάν μια χώρα χαρακτηρίζεται από υψηλό συστηματικό κίνδυνο (υποβαθμίσεις, μειωμένη εισροή ξένων κεφαλαίων κ.τ.λ.), τότε η χρησιμοποίηση πλεονασμάτων για την αποπληρωμή χρεών έχει ιδιαίτερη θετική σημασία.
Το τρίτο σχετίζεται επίσης με το παραγωγικό πρότυπο και ειδικότερα με το χαρακτηριστικό του να παράγει ελλείμματα (ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο) και ν’ αυξάνονται τα ιδιωτικά χρέη προς το εξωτερικό. Κάτι τέτοιο θα ήταν ανασχετικό για την διοχέτευση πλεονασμάτων στην οικονομία.
Το τέταρτο, αφορά την δραστηριότητα του δημόσιου τομέα και κατά πόσο οι δημόσιες δαπάνες εκτοπίζουν αντίστοιχη ιδιωτική δραστηριότητα.
Το πέμπτο ζήτημα αφορά τις υποχρεώσεις της χώρας απέναντι στην Συνθήκη του Μάαστριχτ (1992), την Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Το έκτο αφορά την Πολυμερή Δημοσιονομική Εποπτεία (νέο Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2024) που απαιτεί αρκετά προσεκτική οργάνωση του πότε, πόσο και πώς μπορεί μία Ευρωπαϊκή χώρα να χρησιμοποιεί τα δημοσιονομικά της πλεονάσματα.
Το έβδομο αφορά τις ίδιες τις συνθήκες που περιβάλλον το δημόσιο χρέος. Είναι δηλαδή πιθανό το χρέος να συνοδεύεται από τεχνικές συνθήκες (π.χ. warrants) που ενδεχομένως διαφοροποιούν πολύ τα χαρακτηριστικά του και μεταβάλλουν πολύ σημαντικά τους όρους αποπληρωμής του και τα οφέλη ή κόστη που συνδέουν κάθε αποπληρωμή.
Το όγδοο αφορά την ίδια την χρήση των πλεονασμάτων. Ποια θα είναι η κοινωνικοοικονομική απόδοσή τους εάν π.χ. επενδύονται; Θα χρησιμοποιηθούν για μεγάλες επενδύσεις υποδομής, την εθνική άμυνα, την λειψυδρία, την υπογεννητικότητα ή για την ενίσχυση των συντάξεων;
Το ένατο αφορά την προέλευση των πλεονασμάτων. Εάν αφαιρούνται π.χ. κεφάλαια από την παραοικονομία, τότε θα πρέπει να επιστραφούν στην οικονομία διότι αλλιώς η αφαίρεση μπορεί να έχει υφεσιακό χαρακτήρα.
Τέλος, το δέκατο αφορά την σχέση απόδοσης των πιθανών επενδύσεων των πλεονασμάτων και του κόστους δανεισμού. Πολύ δύσκολο θέμα αλλά είναι σημαντικό στις σχετικές αποφάσεις.
Ουσιαστικά λοιπόν η αξιολόγηση της δημοσιονομικής πολιτικής διαχείρισης των πλεονασμάτων είναι αρκετά σύνθετο ζήτημα. Απαραίτητο είναι να αναλυθούν με ακρίβεια τα θετικά και αρνητικά σημεία μιας παρόμοιας ενέργειας.
Π.Ε. Πετράκης
Ομ. Καθηγητής Οικονομικών
Οι απόψεις που διατυπώνονται δεν αποτελούν απόψεις του ΚΕΠΕ
















![Wall Street: Τι την στοιχειώνει αυτό το Halloween [γραφήματα]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2024/10/ΗΠΑ-halloween-2.png)




![Επιστροφή ενοικίου [παραδείγματα] [Μέρος Β]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2024/10/ot_enoikia242.png)














