Νέο πλαίσιο για τον έλεγχο και την επιστροφή των «αχρεωστήτως καταβληθέντων» επιδοτήσεων, δηλαδή, των ενισχύσεων που δόθηκαν παράνομα χωρίς να πληρούνται τα απαραίτητα κριτήρια θεσπίζεται με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για τη μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, το οποίο αναμένεται να ψηφισθεί από τη Βουλή, πριν το κλείσιμο αυτής για τα Χριστούγεννα.
Την 1η Ιανουαρίου 2026, όπως προβλέπει το υπό διαβούλευση νέο νομοσχέδιο, η ΑΑΔΕ αναλαμβάνει επισήμως τον ρόλο του «φορέα πληρωμών» όλων των αγροτικών ενισχύσεων που υπάγονται στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ). Όλα τα περιουσιακά στοιχεία, τα πληροφοριακά συστήματα, οι συμβάσεις, ακόμη και οι εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ περνούν στην ΑΑΔΕ, μαζί με το σύνολο του προσωπικού του, χωρίς αλλαγές στη σχέση εργασίας.
Καθιερώνεται η ψηφιακή κοινοποίηση των σχετικών πράξεων και επικαιροποιούνται οι διαδικασίες βεβαίωσης και συμψηφισμού, ώστε να ευθυγραμμιστούν με το νέο μοντέλο λειτουργίας της Αρχής
Καθώς η διαβούλευση, η οποία θα ολοκληρωθεί στις 8 Δεκεμβρίου βρίσκεται σε εξέλιξη και η μετάβαση μετρά αντίστροφα, αγρότες και κτηνοτρόφοι, εκπρόσωποι του αγροτικού τομέα εκφράζει την ανησυχία για το τι πραγματικά σημαίνει αυτή η «αλλαγή εποχής» στον ΟΠΕΚΕΠΕ και αν τελικά αποκατασταθεί η διαφάνεια στη διαχείριση των κοινοτικών πόρων και οι ενισχύσεις θα κατευθύνονται σε όσους πραγματικά παράγουν.
Πάντως, σύμφωνα με την αντιπροεδρία της κυβερνήσεως, ημετάβαση του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ θα συμβάλλει ουσιαστικά στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας στη διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Σημειώνει δε, ότι η μετάβαση ανταποκρίνεται πλήρως στις παρατηρήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό οργανισμό πληρωμών, διότι η ΑΑΔΕ είχε λειτουργήσει με επιτυχία ως φορέας πληρωμών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, διαθέτει ακόμα αυξημένη ικανότητα διεξαγωγής αυστηρών ελέγχων, καθώς και ισχυρό υπόβαθρο ψηφιακής υποδομής και πληροφορικών συστημάτων.
Οι «παράνομες ή αχρεωστήτως καταβληθείσες» ενισχύσεις
Μία από τις αλλαγές, που φέρνει το νομοσχέδιο, αφορά τις διαδικασίες επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων επιδοτήσεων του Ειδικού Λογαριασμού Εγγυήσεων Γεωργικών Προιόντων (ΕΛΕΓΕΠ), οι οποίες «εκσυγχρονίζονται και αυστηροποιούνται».
Στην κατεύθυνση αυτή, καθιερώνεται η ψηφιακή κοινοποίηση των σχετικών πράξεων και επικαιροποιούνται οι διαδικασίες βεβαίωσης και συμψηφισμού, ώστε να ευθυγραμμιστούν με το νέο μοντέλο λειτουργίας της Αρχής. Οι πράξεις της ΑΑΔΕ αποτελούν πλέον εκτελεστούς τίτλους για την είσπραξη οφειλών προς τον Λογαριασμό, διασφαλίζοντας την αποτελεσματική λειτουργία του.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, αν διαπιστωθεί παράνομη ή αχρεωστήτως καταβληθείσα ενίσχυση προς δικαιούχο από τον Ειδικό Λογαριασμό Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων (ΕΛΕΓΕΠ), η αρμόδια οργανική μονάδα της ΑΑΔΕ καλεί τον δικαιούχο με έγγραφη πρόσκληση να υποβάλλει, μέσα σε 20 ημέρες (με δυνατότητα παράτασης +10 ημέρες), τις παρατηρήσεις του και να προσκομίσει συμπληρωματικά στοιχεία.
Στη συνέχεια, εντός 2 μηνών, συντάσσεται έκθεση ελέγχου για τη νομιμότητα ή μη της πληρωμής, στην οποία αναφέρονται οι λόγοι που καθιστούν τη δαπάνη «αδικαιολόγητη», το ποσό που πρέπει να επιστραφεί, και ο τρόπος υπολογισμού του. Αν προβλέπεται από τις ενωσιακές ή εθνικές διατάξεις, στην έκθεση αναγράφονται και οι διοικητικές κυρώσεις δηλαδή το είδος των επιβαλλόμενων διοικητικών κυρώσεων, το ύψος των χρηματικών ποινών και προστίμων, καθώς και ο τρόπος υπολογισμού τους.
Επιστροφή με …τόκο
Αν κριθεί ότι πρέπει να γίνει επιστροφή, ο/η διοικητής της ΑΑΔΕ εκδίδει απόφαση που διατάσσει την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων — με τόκο. Ο τόκος είναι ίσος με το μισό επιτόκιο των έντοκων γραμματίων του Δημοσίου — και υπολογίζεται από την επομένη της κοινοποίησης της πρόσκλησης. Αν αποδειχθεί ότι ο δικαιούχος γνώριζε τον παράνομο χαρακτήρα της καταβολής, τότε ο τόκος υπολογίζεται από την ημέρα που εισπράχθηκε το ποσό.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στη ρύθμιση «τα ποσά που έχουν καταβληθεί αδικαιολογήτως επιστρέφονται εντόκως, με επιτόκιο ίσο προς το μισό του επιτοκίου των έντοκων γραμματίων του Δημοσίου ετήσιας διάρκειας το οποίο ισχύει, όταν εκδίδεται η απόφαση για την επιστροφή. Με την επιφύλαξη του ενωσιακού δικαίου, οι τόκοι υπολογίζονται από την επομένη της επίδοσης της πρόσκλησης της περ. α), αν όμως αποδεικνύεται ότι ο υπόχρεος γνωρίζει τον παράνομο χαρακτήρα της καταβολής των ανωτέρω ποσών, οι τόκοι υπολογίζονται από την ημέρα που εισπράχθηκαν τα ποσά, τα οποία έχουν καταβληθεί αδικαιολογήτως».








































