«Η Ευρώπη έχει περάσει χρόνια αναγνωρίζοντας τι πρέπει να γίνει, χωρίς όμως να ενεργεί με την απαιτούμενη ταχύτητα», υπογραμμίζει σε άρθρο του στους Financial Times, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης. Όπως σημειώνει, «η Ευρωζώνη οφείλει να μετατρέψει τις κοινές προτεραιότητες σε κοινά αποτελέσματα. Η ελληνική εμπειρία δείχνει πώς η φιλοδοξία μπορεί να γίνει πράξη. Την τελευταία δεκαετία, η χώρα μετέτρεψε τη διαρκή μεταρρύθμιση σε διαρκή αξιοπιστία», γράφει μεταξύ άλλων.
Αναφερόμενος στην ελληνική οικονομία, αναφέρει πως «το 2024, η Ελλάδα πέτυχε ένα από τα ισχυρότερα πρωτογενή πλεονάσματα στην Ευρώπη – κοντά στο 4,8% του ΑΕΠ – διατηρώντας παράλληλα ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
«Μόνο έξι από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ εμφάνισαν πλεόνασμα πέρυσι, και τα τέσσερα από αυτά – συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας – είχαν περάσει από προγράμματα του ΔΝΤ την τελευταία 15ετία. Στην περίπτωσή μας, μια χώρα που κάποτε θεωρούταν “προβληματικό παιδί” της ευρωζώνης, σήμερα δανείζεται διεθνώς με αποδόσεις χαμηλότερες από άλλα κράτη-μέλη — μια ανατροπή που ελάχιστοι θα προέβλεπαν πριν από μια δεκαετία», σημειώνει ο Κυριάκος Πιερρακάκης.
Παράλληλα, ο ίδιος προσθέτει ότι ο προϋπολογισμός προβλέπει ανάπτυξη 2,4% το 2026, ενώ το δημόσιο χρέος αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από το 140% του ΑΕΠ. Πριν από το 2030, το ελληνικό χρέος εκτιμάται ότι θα πέσει κάτω από το 120%, σηματοδοτώντας μια αποφασιστική ρήξη με το παρελθόν. Αυτή η βελτίωση αντανακλά σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα, ισχυρό ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης και την πρόωρη αποπληρωμή παλαιότερων επίσημων δανείων.
Ακόμα, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών αναφέρεται αναλυτικά στον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ελλάδας, στο gov.gr, στις γρήγορες συναλλαγές κ.α.
Από εκεί και πέρα, ο ίδιος πραγματοποιεί ειδική αναφορά σε σημαντικές τραπεζικές κινήσεις, επισημαίνοντας την εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών από τη Euronext και την επενδυτική κίνηση της UniCredit στην Alpha Bank.
Τονίζει βέβαια ότι παρά την ελληνική πρόοδο πρέπει να έρθουν στη χώρα περισσότερες επενδύσεις και να ανέβουν η πραγματικοί μισθοί και η παραγωγικότητα.
«Οι εξαγωγές, αν και αυξάνονται, εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν μικρότερο μερίδιο του ΑΕΠ σε σύγκριση με άλλες παρόμοιες οικονομίες. Η παραγωγικότητα και οι πραγματικοί μισθοί πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνονται, προκειμένου να διατηρηθεί η σύγκλιση με τον πυρήνα της Ευρώπης.» σημειώνει ο κ. Πιερρακάκης.
Και καταλήγει πως η ελληνική περίπτωση δεν αποτελεί πια δίδαγμα προς αποφυγή, αλλά παράδειγμα μετασχηματισμού.




































