Aπό ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ) προήλθε το 1/4 ή το 25,2% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ το 2024, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2023. Το μερίδιο αυτό υπολείπεται κατά 17,3 ποσοστιαίες μονάδες του στόχου για το 2030 (42,5 %), ο οποίος θα απαιτούσε μέση ετήσια αύξηση κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες από το 2025 έως το 2030.
Η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην Ελλάδα αντιπροσώπευε περισσότερο από το ήμισυ της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Σουηδία κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές (62,8 %). Η Σουηδία βασίστηκε κυρίως σε στερεά βιομάζα, υδροηλεκτρική ενέργεια και αιολική ενέργεια. Ακολούθησε η Φινλανδία με 52,1 %, βασιζόμενη σε στερεά βιομάζα, αιολική ενέργεια και υδροηλεκτρική ενέργεια, ενώ η Δανία κατέλαβε την τρίτη θέση με 46,8 %, με το μεγαλύτερο μέρος της ανανεώσιμης ενέργειας να προέρχεται από στερεά βιομάζα, αιολική ενέργεια και βιοαέριο.
Τα χαμηλότερα μερίδια ανανεώσιμων πηγών ενέργειας καταγράφηκαν στο Βέλγιο (14,3 %), το Λουξεμβούργο (14,7 %) και την Ιρλανδία (16,1 %).
Η Ελλάδα κινήθηκε στο 25,3%, περίπου στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα με τη χώρα μας να καταλαμβάνει την 12η θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη.

Η χρήση ΑΠΕ έχει πολλά πιθανά οφέλη, μεταξύ των οποίων η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού και η μείωση της εξάρτησης από τις αγορές ορυκτών καυσίμων (ιδίως πετρελαίου και φυσικού αερίου). Η ανάπτυξη των ΑΠΕ μπορεί επίσης να τονώσει την απασχόληση στην ΕΕ, μέσω της δημιουργίας θέσεων εργασίας σε νέες «πράσινες» τεχνολογίες, οι οποίες θα αποτελέσουν έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της Ενεργειακής Ένωσης και της Συμφωνίας για μια Καθαρή Βιομηχανία.
Τα στατιστικά στοιχεία της Eurostat εστίασαν στο μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές συνολικά και σε 3 τομείς κατανάλωσης (ηλεκτρική ενέργεια, θέρμανση και ψύξη, και μεταφορές) στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Οι ΑΠΕ περιλαμβάνουν την αιολική ενέργεια, την ηλιακή ενέργεια (θερμική, φωτοβολταϊκή), την υδροηλεκτρική ενέργεια, την παλιρροιακή ενέργεια, τη γεωθερμική ενέργεια, τη θερμότητα του περιβάλλοντος που συλλέγεται από αντλίες θερμότητας, τα βιοκαύσιμα και το ανανεώσιμο μέρος των αποβλήτων.
Το μερίδιο ΑΠΕ σχεδόν τριπλασιάστηκε μεταξύ 2004 και 2024
Η ΕΕ έφτασε το 2024 σε μερίδιο 25,2 % της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, περίπου 0,7 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) υψηλότερο από το 2023 και σχεδόν 3 φορές υψηλότερο από το 2004 (9,6 %). Η οδηγία 2023/2413 της ΕΕ για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αναθεώρησε προς τα πάνω τον στόχο της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για το 2030 από 32 % σε 42,5 % (με στόχο την αύξηση του σε 45 %). Ως εκ τούτου, οι χώρες της ΕΕ πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να συμμορφωθούν συλλογικά με τον στόχο της ΕΕ για το 2030, ο οποίος απαιτεί την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ κατά περισσότερο από 17 π.μ. σε μόλις 6 χρόνια.
Το πιο κάτω διάγραμμα παρουσιάζει τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας.

Ορισμένες χώρες χρησιμοποίησαν στατιστικές μεταφορές για να διατηρήσουν επίπεδα υψηλότερα από τους στόχους τους για το 2020 (που είναι υποχρεωτικοί για την περίοδο 2021-2030) ή απλώς για να αυξήσουν το μερίδιό τους. Οι στατιστικές μεταφορές είναι συμφωνίες μεταξύ χωρών της ΕΕ για τη μεταφορά συγκεκριμένης ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από μια χώρα της ΕΕ σε άλλη.
Άνεμος και νερό παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος της ΑΠΕ
Η αύξηση της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατά την περίοδο 2014-2024 αντανακλά σε μεγάλο βαθμό την επέκταση δύο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε ολόκληρη την ΕΕ, συγκεκριμένα της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας. Το 2024, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσώπευαν το 47,5 % της ακαθάριστης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, ποσοστό υψηλότερο κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες από το προηγούμενο έτος (45,4 % το 2023).
Η αιολική και η υδροηλεκτρική ενέργεια αντιπροσώπευαν σχεδόν τα δύο τρίτα της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας που παράχθηκε από ανανεώσιμες πηγές (38,0 % και 26,4 % αντίστοιχα). Το υπόλοιπο ένα τρίτο της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προήλθε από ηλιακή ενέργεια (23,4 %), στερεά βιοκαύσιμα (5,8 %) και άλλες ανανεώσιμες πηγές (6,1 %). Η ηλιακή ενέργεια είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή: το 2008, αντιπροσώπευε το 1 %. Αυτό σημαίνει ότι η αύξηση της ηλεκτρικής ενέργειας από ηλιακή ενέργεια ήταν δραματική, καθώς αυξήθηκε από μόλις 7,4 TWh το 2008 σε 304 TWh το 2024.
Το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ηλεκτρική ενέργεια παρουσιάζεται στο ακόλουθο διάγραμμα.

Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περισσότερο από το 75 % της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε το 2024 παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές στην Αυστρία (90,1 %), τη Σουηδία (88,1 %) και τη Δανία (79,7 %).
Η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ήταν επίσης υψηλή στην Πορτογαλία (65,8 %), την Ισπανία (59,7 %), την Κροατία (58,0 %), τη Λετονία (55,5 %), τη Φινλανδία (54,3 %), τη Γερμανία (54,1 %), την Ελλάδα (51,2 %) και την Ολλανδία (50,5 %), όπου όλες αυτές οι χώρες αντιπροσώπευαν περισσότερο από το ήμισυ της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Στο άλλο άκρο της κλίμακας, το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ήταν μικρότερο από 25 % στη Μάλτα (10,7 %), την Τσεχία (17,9 %), το Λουξεμβούργο (20,5 %), την Ουγγαρία και την Κύπρο (και οι δύο με 24,1 %) και τη Σλοβακία (24,9 %).
Οι χώρες της ΕΖΕΣ, η Νορβηγία και η Ισλανδία, καθώς και η υποψήφια χώρα Αλβανία, παρήγαγαν περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές από τη συνολική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που κατανάλωσαν το 2024, με αποτέλεσμα το μερίδιό τους να υπερβαίνει το 100 %. Σε ορισμένες από αυτές τις περιπτώσεις, το αποτέλεσμα οφείλεται στην υψηλότερη παραγωγή σε σχέση με την κατανάλωση με καθαρές εξαγωγές (Νορβηγία) ή σε πραγματικό μερίδιο 100 %, αλλά η κανονικοποίηση της υδροηλεκτρικής ενέργειας ανεβάζει το αποτέλεσμα του μεριδίου σε υψηλότερο επίπεδο (Ισλανδία και Αλβανία).







































