Ένα από τα σοβαρά θέματα που βρίσκονται μπροστά μας και θα προκαλέσουν την ανάγκη για βαθιές προσαρμογές και μεταρρυθμίσεις, είναι το θέμα των αλλαγών στο παραδοσιακό στην Ελλάδα μοντέλο της οικογενειακής συνοχής. Ουσιαστικά το φαινόμενο ήδη εντοπίζεται αλλά βρίσκεται ακόμα σε μια ημιλανθάνουσα κατάσταση, θα εμφανιστεί όμως πολύ εντονότερο τα επόμενα χρόνια.

Στη μέση τυπική Ελληνική οικογένεια, για πολλές δεκαετίες, ο βαθμός της συνοχής και της εξάρτησης μεταξύ των διαδοχικών γενεών των μελών της ήταν πολύ υψηλός. Αυτή η συνοχή και εξάρτηση είχε χαρακτηριστικά και κοινωνικά και οικονομικά.

Η οικογένεια υποστήριζε τα παιδιά στη διάρκεια του κύκλου των σπουδών που σε μέσους όρους ξεπερνούσε την ονομαστική περίοδο των ακαδημαϊκών προγραμμάτων. Στη συνέχεια βοηθούσε εισοδηματικά τα παιδιά μέχρι να ενταχθούν σε μια επαγγελματική κανονικότητα, συχνά διέθετε για αρκετό χρόνο την οικογενειακή εστία για μεταβατική κατοικία τους ή συνεισέφερε στην πληρωμή ενοικίου. Αργότερα συμμετείχε με κάποιο υψηλό ποσοστό ή ακόμα πρόσφερε και το σύνολο των πόρων για την αγορά μόνιμης κατοικίας, βοηθούσε στην ανατροφή των παιδιών των παιδιών, ήταν δηλαδή και κοινωνικά και οικονομικά ενεργά παρούσα για αρκετά χρόνια στη ζωή της επόμενης γενιάς.

Στον διαδοχικό κύκλο, η νεότερη γενιά όταν πια θα είχε σταθεί στα πόδια της, ανταπέδιδε προς τους ηλικιωμένους γονείς και εξυπηρετούσε πολλές από τις ανάγκες τους σε θέματα υγείας και καθημερινής φροντίδας που αυξάνεται με την ηλικία. Συχνά βοηθούσε οικονομικά, σε πολλές περιπτώσεις «φιλοξενούσε» στο σπίτι της τον ένα ή και τους δύο γονείς. Ήταν δηλαδή γενικά εκεί για την μικρότερη ή μεγαλύτερη διάρκεια του γήρατος, αισθανόταν και εκτελούσε το «χρέος» προς τους γονείς.

Ένας κύκλος που φυσιολογικά έκλεινε με το πέρας της ζωής των γονιών που συνήθως κληροδοτούσαν προς τα παιδιά τους το σύνολο της όποιας – κυρίως ακίνητης – περιουσίας διέθεταν. Ο κανόνας δε ήταν ότι η περιουσία αυτή ήταν συνήθως καθαρή από βάρη και υποχρεώσεις, γεγονός που συνιστούσε και αύξηση στην καθαρή περιουσία της διάδοχης γενιάς.

Αυτοί οι μακροχρόνιοι διαδοχικοί κύκλοι των ρόλων στη μέση οικογένεια, υπό φυσιολογικές συνθήκες, σήμαιναν και τη συνεχή αύξηση του οικογενειακού πλούτου, της καθαρής θέσης, της οικογένειας από την προηγούμενη στην επόμενη γενιά. Μέχρι την έλευση της οικονομικής κρίσης στη χώρα πριν σχεδόν μια δεκαετία, αυτός ήταν ο γενικός κανόνας για τη μέση και παραδοσιακή Ελληνική οικογένεια.

Από την πιο πάνω και μόνο περιγραφή, εντοπίζονται πιστεύω με σαφήνεια, πόσες αλλαγές έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια. Η γενιά των γονιών, επηρεάστηκε από την κρίση, τα εισοδήματα της περιορίστηκαν ή μειώθηκαν σημαντικά, είτε από εργασία είτε από συντάξεις. Για πολλούς αυτή η επιδείνωση υπήρξε και απότομη και βαθιά και μη αναστρέψιμη.

Οι πόροι για την υποστήριξη των παιδιών συρρικνώθηκαν. Οι περιουσίες δέχθηκαν και αυτές πλήγμα. Η γενική μείωση της ρευστότητας στην οικονομία, άφησε το ίχνος της στην ακίνητη περιουσία που για πολλούς αποτελούσε και πηγή συμπληρωματικού εισοδήματος. Η αύξηση των φόρων, για εισοδήματα και περιουσία, σε συνδυασμό με τη μείωση των εισοδημάτων, έκανε πολλούς να βάλουν χέρι και να «τρώνε από τα έτοιμα», με αποτέλεσμα το κλασικό κομπόδεμα για τα γηρατειά να περιοριστεί. Μίκρυναν οι αντοχές για τη «βοήθεια» των παιδιών.

Ταυτόχρονα η ανεργία των νέων και η γενικότερη κρίση της εργασίας, τους άφησε με ελάχιστα ή μικρά εισοδήματα και η εξάρτηση από την ήδη πληγωμένη οικονομικά οικογένεια αυξήθηκε. Πολλοί αναζήτησαν διέξοδο στο εξωτερικό, περισσότεροι αναγκάστηκαν να βρουν δουλειές κακοπληρωμένες ή παροδικές, η αβεβαιότητα αυξήθηκε. Η δημιουργία νέας οικογένειας αναβλήθηκε, μετατέθηκε για πιο μεγάλες ηλικίες που αναγκαστικά σημαίνουν λιγότερα παιδιά. Η φροντίδα για τους γονείς έγινε με κοινωνικούς και οικονομικούς όρους πιο δύσκολη.

Πολλές περιουσίες απέκτησαν βάρη, τυχόν δάνεια δημιούργησαν δυσκολίες ή αδυναμίες εξυπηρέτησης, και το πέρασμα των περιουσιών στην επόμενη γενιά από πλεονέκτημα έγινε συχνά άγος, όπως αποδεικνύεται από το αυξημένο πλήθος των αποποιήσεων κληρονομιάς. Ακίνητες περιουσίες πουλήθηκαν – συχνά σε κατάσταση ανάγκης – για να αντιμετωπιστούν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας και εξυπηρέτησης τρεχουσών αναγκών, σε εποχές που το τραπεζικό σύστημα δεν μπορούσε να ανταποκριθεί με νέες χρηματοδοτήσεις.

Όλες αυτές οι αλλαγές και πολλές άλλες λιγότερο εμφανείς, έχουν αλλάξει την κοινωνική και οικονομική γεωγραφία της μέσης παραδοσιακής Ελληνικής οικογένειας. Σε ένα τμήμα του πληθυσμού, οι συνέπειές τους έχουν ήδη φανεί, ενώ σε τμήματα της κοινωνίας με υψηλότερες αντοχές θα φανούν σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Η εκτιμώμενη οικονομική μεγέθυνση στη χώρα είναι σίγουρο ότι θα βοηθήσει, αλλά έστω και με περιορισμούς στην ένταση, το κλασικό και παραδοσιακό κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο της τυπικής Ελληνικής οικογένειας έχει πια περάσει σε μια νέα φάση και υπακούει σε νέα χαρακτηριστικά.

Αυτή δεν είναι κατ´ ανάγκη μια κακή εξέλιξη.

Αλλάζει το μοντέλο, όπως όλα στη ζωή μας τα τελευταία χρόνια και αναζητούνται νέες ισορροπίες. Η οικογένεια παντού αποτελεί τον μικρότερο θύλακα της κοινωνίας, οι οικογενειακοί δεσμοί και τα πρότυπα της οικογένειας επιδρούν στο πως μια ολόκληρη κοινωνία στέκεται, συμπεριφέρεται και οργανώνεται. Αν για παράδειγμα, η πρακτική φροντίδα προς τους ηλικιωμένους γονείς δεν μπορεί να εξασφαλιστεί μέσα στην οικογένεια, πρέπει να υπάρξουν κατάλληλες, επαρκείς, προσβάσιμες και αποτελεσματικές δομές που να την υποκαταστήσουν ή να την συμπληρώσουν. Ή αν οι ηλικιωμένοι γονείς δεν μπορούν να παίξουν το ρόλο του φύλακα για τα εγγόνια, η πρόσβαση σε αντίστοιχες υπηρεσίες βρεφονηπιακών σταθμών πρέπει να είναι εύκολη και ελεύθερη.

Αμέσως – αμέσως αυτά σημαίνουν αλλαγές στο μοντέλο εργασίας, που θα πρέπει να ενισχύσει την εργασία από το σπίτι και την δημιουργία περισσότερου χρόνου για τη φροντίδα των παιδιών, γονικές άδειες και στους δύο γονείς όπως και ειδικές ρυθμίσεις για μονογονεϊκές οικογένειες. Ο κατάλογος παρόμοιων κοινωνικών αλλαγών είναι μακρύς.

Αλλά και από πλευράς οικονομικών διαστάσεων οι αλλαγές είναι εξαιρετικά σημαντικές. Η γενιά των σημερινών νέων σε ηλικίες μέχρι τα 40, η γενιά των Millennials και η γενιά Z, είναι οι πρώτες μεταπολεμικές γενιές που από πλευράς δημιουργίας νέου δικού τους πλούτου αναμένεται να υστερήσουν έναντι της γενιάς των γονιών τους. Αυτό σημαίνει ότι οι ίδιες αυτές γενιές θα κληρονομήσουν και θα κληθούν να αξιοποιήσουν πλούτο συγκριτικά μεγαλύτερο από αυτόν που οι ίδιοι θα δημιουργήσουν.

Το φαινόμενο αυτό, ανατρέπει πολλά στη χάραξη δημοσιονομικής και φορολογικής πολιτικής που θα πρέπει και αυτή να προσαρμοστεί στις νέες ισορροπίες προκειμένου να υποστηριχθεί το σύνολο των υπηρεσιών της πολιτείας προς τους πολίτες. Οι δημογραφικές εξελίξεις έχουν και αυτές τη σημασία τους. Ήδη παρατηρείται μείωση του γενικού πληθυσμού και οι προβολές δείχνουν επιτάχυνσή της, ο πληθυσμός στις μεγαλύτερες ηλικίες αυξάνεται όπως και οι συντελεστές εξάρτησης των συνταξιούχων από τους ενεργούς πολίτες, το μέσο προσδόκιμο επιβίωσης επιμηκύνεται λόγω της προόδου στην ιατρική, την βιολογία και την βιοτεχνολογία.

Είναι ως εκ τούτου φανερό ότι στα επόμενα χρόνια θα πρέπει υποχρεωτικά στα δημόσια οικονομικά, που επηρεάζουν και τα ιδιωτικά οικονομικά, να συμβούν σημαντικές τομές. Το βάθος τους θα εξαρτηθεί από τη διαμόρφωση των εισοδημάτων και την κατανομή τους, από τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και βέβαια από το ύψος των δημοσίων δαπανών. Τόσο η έκθεση Πισσαρίδη όσο και ο σχεδιασμός του Ελλάδα 2.0 εντοπίζουν ως βασική στόχευση την διατηρήσιμη σύγκλιση του μέσου εισοδήματος προς τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.

Πέραν του Ελλάδα 2.0 που ανοίγει ένα επενδυτικό ορίζοντα 58 δισ. ευρώ μέσα σε μια 5ετία, εξελίσσονται και μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης στη λογική μιας συνεπούς δημοσιονομικής πολιτικής. Μεταξύ αυτών η αποκλιμάκωση των συντελεστών φορολογίας των επιχειρήσεων, η μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας, η προσέλκυση φορολογικών κατοίκων από το εξωτερικό με κίνητρα, η υποδοχή των ψηφιακών νομάδων που παράγουν νέο πλούτο και διαμορφώνουν νέες βάσης άντλησης εσόδων, ο επαναπατρισμός του brain drain που συνήθως θα γίνεται με υψηλότερα εισοδήματα από τα μέσα εγχώρια, οι αλλαγές στην εργατική νομοθεσία που υποδέχονται με ευελιξία τις παγκόσμιες τάσεις, οι αλλαγές στην χρηματοδότηση των συντάξεων ξεκινώντας από την νέα επικουρική ασφάλιση των νέων ανθρώπων που θα συσσωρεύουν τις εισφορές τους αντί με αυτές να πληρώνουν τις συντάξεις των γονιών τους, οι ψηφιακές δυνατότητες για την απλούστευση και την επίσπευση συναλλαγών σε ακίνητα και άλλες αρκετές.

Όλες δείχνουν να κινούνται για να αντιμετωπίσουν τις αλλαγές που είτε έχουν δρομολογηθεί είτε προβλέπονται με ταχύτητα, ιδιαίτερα μετά την πανδημία, και επομένως βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση. Οι αλλαγές πολιτικής που ενσωματώνονται και θα επηρεάσουν περισσότερο τις πιο νέες γενιές με δεδομένο το γεγονός ότι όλα αλλάζουν στο τυπικό μοντέλο της Ελληνικής οικογένειας και επομένως και επαγωγικά και της κοινωνίας, θα δώσουν μια μάχη κυρίως με το χρόνο και την ταχύτητα με την οποία θα υλοποιούνται οι μεταρρυθμίσεις.

Τελικά αυτό ακριβώς είναι το διακύβευμα και το στοίχημα. Οι αλλαγές συμβαίνουν και θα συμβούν, αυτό δεν μπορεί να το επηρεάσει κανείς γιατί είναι σχεδόν νομοτελειακές και είναι ουτοπία να πιστεύει κανείς ότι σε όρους παγκοσμιοποίησης, θα απολαμβάνουμε τις θετικές πτυχές τους και θα είμαστε απρόσβλητοι από όσες μας ξεβολεύουν. Αυτό που μπορεί και πρέπει να γίνει για να κερδηθεί το στοίχημα της χώρας, είναι οι αλλαγές να «δέσουν» με τις κατάλληλες και σε κατάλληλο χρόνο μεταρρυθμίσεις. Στην Ελλάδα της εξαιρετικά μεγάλης ευκαιρίας ενός κύκλου μεγάλης ανάπτυξης από τα Ευρωπαϊκά κονδύλια ανθεκτικότητας και ανάκαμψης, δυο λέξεις θα είναι κλειδιά: Η ταχύτητα και η μεταρρύθμιση.

Ο Μίνος Μωυσής είναι ιδρυτικός εταίρος της εταιρίας συμβουλευτικών υπηρεσιών, SYNERGON Partners

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts