Την αξιολόγηση του ελληνικού αξιόχρεου από τη Moody’s αναμέναμε την περασμένη Παρασκευή, αλλά τελικά ο οίκος προχώρησε μόνο στην αξιολόγηση του Δήμου Αθηναίων. Η Nadejda Seu, αναλύτρια της Moody’s France SAS, σημείωσε πως το πιστωτικό προφίλ της πόλης των Αθηνών (βαθμολογία Ba3 την οποία είχε δώσει κατά την αναβάθμιση του περασμένου Νοεμβρίου), ακολουθεί την κεντρική αξιολόγηση της χώρας, ενώ αντικατοπτρίζει την αποδοτική και αποτελεσματική του λειτουργία βάσει των δημοσιονομικών πρακτικών που ακολουθεί.

Στο πλαίσιο της περιοδικής αναθεώρησης της αξιολόγησης του Δήμου Αθηναίων, η Moody’s σημείωσε πως, ενώ το ξέσπασμα του κορωνοϊού και η σχετική επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών επηρεάζουν τα φορολογικά έσοδα της πόλης, οι καλές δημοσιονομικές πρακτικές και τα μέτρα στήριξης από την κεντρική κυβέρνηση απορροφούν το σοκ, περιορίζοντας τις πιστωτικές επιπτώσεις.

Σύμφωνα με την Moody’s η επιβάρυνση του χρέους της πόλης είναι μέτρια και μειώνεται, η δομή του χρέους της είναι υγιής με πλήρως εξυπηρετούμενα και βιώσιμα δάνεια και χωρίς δομημένα προϊόντα, ενώ η βελτιωμένη θέση ρευστότητας καλύπτει πλήρως τις ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης τους.

Να σημειωθεί πως καθώς η Moody’s δεν βαθμολόγησε το ελληνικό αξιόχρεο συνεχίζει να υπολείπεται κατά μια βαθμίδας των Fitch και S&P, που απέχουν όμως δύο σκαλοπάτια από την «επενδυτική βαθμίδα» (investment grade) η οποία δείχνει πως θα πάρει κάποιο χρόνο. Το οικονομικό επιτελείο, προβλέπει πως κάτι τέτοιο δύσκολα θα μπορούσε να λάβει χώρα πριν το 2023.

Το τελευταίο σκαλοπάτι

Σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων με γνώση των εξελίξεων θεωρούν πως οι επόμενες αναβαθμίσεις έως ένα σκαλοπάτι πριν την «επενδυτική βαθμίδα» θα είναι σχετικά εύκολες. Ωστόσο, το τελευταίο σκαλοπάτι πριν τον τελικό στόχο, θα επέλθει μόλις η χώρα και το τραπεζικό της σύστημα «αλλάξουν» ουσιαστικά σελίδα, μέσω και της οριστικής εξυγίανσης του τραπεζικού κλάδου, της επαναφοράς του επιπέδου των κόκκινων δανείων σε εύλογα επίπεδα, καθώς και της πλήρους εφαρμογής του νέου πτωχευτικού δικαίου, ώστε να καθαρίσουν οι ισολογισμοί, αλλά και οι επιχειρήσεις-«ζόμπι» και τα εγκλωβισμένα περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν αλληλένδετα προβλήματα, που επηρεάζουν την ελληνική οικονομία.

Η στρατηγική του ΟΔΔΗΧ είναι πάντως, με τη βοήθεια και του «QE Πανδημίας» της ΕΚΤ, η άντληση μεγαλύτερου ποσού από τις αγορές (από τα 12-14 δισ. ευρώ που υπολογίζονται για το 2021) ώστε να χρησιμοποιηθούν αργότερα, όταν τα επιτόκια θα ανεβαίνουν και οι οικονομίες θα ανακάμπτουν για την ταχύτερη μείωση του χρέους.

Εν μέσω πανδημίας η Ελλάδα κατάφερε να εκδώσει μάλιστα χρέος με ιστορικά χαμηλά επιτόκια, την ώρα που υπάρχει ευελιξία και εμπιστοσύνη στη δομή του ελληνικού χαρτοφυλακίου, καθώς μεγάλο μέρος του είναι σε σταθερό επιτόκιο, έχει περιοριστεί η έκθεση σε ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων, ενώ η μεγάλη διάρκεια ωριμότητας του χρέους οδηγεί σε πολύ μικρές ετήσιες πληρωμές, περίπου 5,5 δισ. ευρώ το χρόνο για πολλά χρόνια σε σύγκριση με πάνω από 10 δισ. πριν την κρίση και 16 με 17 δισ. ευρώ που πλήρωνε η Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Καθώς αναλογικά με το ΑΕΠ της, οι ετήσιες πληρωμές της Ελλάδας είναι μισές σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η χώρα για πολλά χρόνια, δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Παράλληλα οι κινήσεις που έχουν γίνει έχουν κλειδώσει τα επιτόκια για 22 χρόνια σχεδόν 200 μονάδες βάσης χαμηλότερα των παραδοχών για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους των επίσημων πιστωτών.

Στο πλαίσιο αυτό το 2032, οπότε λήγει η περίοδος χάριτος για τα μνημονιακά δάνεια ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και αρχίζουν οι αποπληρωμές τοκοχρεολυσίων, δεν δείχνει να αποτελεί σήμερα παράγοντα ανησυχίας. Από την άλλη πλευρά, αναμένεται η εκ βάθρων μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας, ενώ αν η ευρωζώνη υιοθετήσει κάποιες ελαφρύνσεις για το χρέος, η Ελλάδα δεν θα είναι πια σε πρώτο πλάνο και μπορεί απλώς να ακολουθήσει την Ιταλία, που είναι σήμερα ο «ελέφαντας στο δωμάτιο».

Ο πληθωρισμός

Ενδεχομένως, ένα πρόβλημα που μπορεί να εμφανιστεί βραχυπρόθεσμα είναι εάν η άνοδος του πληθωρισμού οδηγήσει ταχύτερα στην ολοκλήρωση του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων (PEPP) της ΕΚΤ στο οποίο συμμετέχει η Ελλάδα και παραμείνει το «κλασικό» QE αγοράς ομολόγων στο οποίο όμως δεν συμμετέχει η Ελλάδα αφού δεν διαθέτει ακόμη την «επενδυτική βαθμίδα».

Παρά το γεγονός πως οι ξένοι επενδυτές αντιμετωπίζουν τη χώρα ως να έχει ντε φάκτο την «επενδυτική βαθμίδα», ίσως αν υπάρξει κάποιο τέτοιο «κενό διάστημα» και δεν δοθεί κάποια εξαίρεση για την Ελλάδα και δεν βρεθεί κάποια άλλη άγνωστη ως σήμερα λύση, τότε για να μην ανέβουν βραχυπρόθεσμα τα επιτόκια, υπάρχει και η (πολιτικά -όχι οικονομικά-λίγο ποιο δύσκολη) επιλογή της προσφυγής στην πιστοληπτική γραμμή πανδημίας του ESM κάτι που θα επιτρέψει και τη συμμετοχή της χώρας στο «κλασικό» QE της ΕΚΤ.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία
Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»
Macro |

Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM μιλάει για τις τρεις μεγάλες μελλοντικές προκλήσεις, την πρόοδο της Ελλάδας, τα ανησυχητικά σημάδια και την ανάγκη προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων