Η απόκλιση που έχει δημιουργηθεί μεταξύ της απόδοσης στη λήξη των κρατικών ομολόγων στις ΗΠΑ και του ύψους του επιτοκίου αναφοράς της Ομοσπονδιακής Τράπεζας υποδεικνύει ότι η αγορά ομολόγων προεξοφλεί κάποια σημαντική αλλαγή.
Μάλιστα, η πολύμηνη παρουσία αυτής της απόκλισης επεξέτεινε την κινδυνολογία περί βίαιης μεταστροφής στη νομισματική πολιτική της Fed, ενδυναμώνοντας τα αρνητικά συμπεράσματα από την παρατήρηση του υψηλού πληθωρισμού.
Προς ώρας, φαίνεται να αναβάλλεται κάθε ενέργεια για αύξηση των επιτοκίων, όμως οι δηλώσεις των αξιωματούχων ήταν αρκετά ξεκάθαρες, και αναμένεται τους επόμενους μήνες η σταδιακή αναπροσαρμογή των επιτοκιακών στόχων, παράλληλα με την άμεση μείωση του ρυθμού επαναγοράς χρέους.
Έτσι, οι επιβεβαιώσεις του προέδρου της Τράπεζας, Powell, για «αυτοδιόρθωση» του πληθωρισμού φαίνεται να μην αρκούν, και τελικά η αγορά είχε και πάλι δίκιο στη διαδικασία προεξόφλησης.
Για τη συνέχεια, το επίπεδο των 1,38-1,39% είναι ο άξονας γύρω από τον οποίoν κινείται η εν λόγω προεξοφλητική δυναμική των επενδυτών, καθώς έχει δοκιμαστεί τέσσερις φορές μέσα στον Σεπτέμβριο, εν μέσω ισχυρής επιχειρηματολογίας ότι η ώρα ήγγικε για τη συστολή της πολιτικής της Fed.
Και με δεδομένο ότι οι χρηματαγορές κινούνται σαφώς επηρεαζόμενες από τις αποφάσεις της Τράπεζας, η πορεία των αποδόσεων των χρεογράφων των ΗΠΑ είναι βαρύνουσας σημασίας για τη συνέχιση (ή όχι) της ανοδικής τάσης των μετοχών.
Η κατοχύρωση των 1,40% ανοίγει τον δρόμο για επαναφορά στα επίπεδα πέριξ του 2%, κάτι που είναι και σύμφωνο με τη μεσοπρόθεσμη στόχευση του επιτοκίου πέριξ του 1,8-1,9% έως το 2024.