Στο βιβλίο του «Η κουλτούρα του νέου καπιταλισμού» (Εκδόσεις Σαβάλα 2008), ο καθηγητής Ρίτσαρντ Σέννετ (Richard Sennet) έθετε ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Αυτό της αλλαγής στην οργάνωση της εργασίας και την ηθική της τελευταίας, υπό το πρίσμα νέων πεποιθήσεων και αξιών, που από καιρό τότε, αποδίδονταν στο ταλέντο.

Έκανε λόγο έτσι ο Ρίτσαρντ Σέννετ, για την ανάδυση μίας «κοινωνίας δεξιοτήτων», στους κόλπους της οποίας πολλοί από εκείνους που βρίσκονται αντιμέτωποι με την προοπτική της ανεργίας είναι μορφωμένοι και ειδικευμένοι. Πλην όμως, η εργασία που επιθυμούν έχει «μεταναστεύσει» σε μέρη του κόσμου όπου είναι φθηνότερη. Συμβαίνει, ωστόσο, η ταχύτατα αναδυόμενη οικονομία των δεξιοτήτων να αφήνει πίσω την πλειοψηφία. Σε πολλές αναπτυγμένες χώρες, τα εκπαιδευτικά συστήματα παράγουν πολλούς μη απασχολήσιμους μορφωμένους νέους -μη απασχολήσιμους τουλάχιστον στους τομείς για τους οποίους έχουν εκπαιδευτεί.

Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι η κοινωνία των δεξιοτήτων χρειάζεται απλώς σχετικά λίγους μορφωμένους ανθρώπους που διαθέτουν ταλέντο. Ειδικότερα δε σε τομείς αιχμής, όπως τα χρηματοοικονομικά μεγάλης κλίμακας, η προηγμένη τεχνολογία και η παροχή εξελιγμένων υπηρεσιών. Η οικονομική μηχανή μπορεί να λειτουργεί επικερδώς και αποτελεσματικά στηριζόμενη σε μία συνεχώς μικρότερη ελίτ.

Προκύπτει, έτσι, το αποκαλούμενο από τον καθηγητή Ρ. Σέννετ «φάσμα της αχρηστίας», το οποίο διαμορφώνουν τρεις δυνάμεις: η παγκόσμια προσφορά εργασίας, ο αυτοματισμός και η διαχείριση του γήρατος. Κάθε μία από τις δυνάμεις αυτές, όμως, δεν είναι αυτό που φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Και αυτός είναι ο λόγος που πολύπλοκα φαινόμενα αποτελούν πηγή λαϊκισμού μέσω υπεραπλουστευμένων ερμηνειών – που είναι και nπρώτη ύλη ενός διεθνούς «εμπορίου φόβου».

Αυτό το τελευταίο, με τη βοήθεια της ταχύτατης ανάπτυξης του διαδικτύου και των συναφών με αυτό μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ανέδειξε τον παραλογισμό, την αμάθεια, την συνωμοσιολογική αντιμετώπιση της πραγματικότητας και την παραπληροφόρηση σε σημαντικούς συντελεστές παραγωγής πολιτικής.

Σε μια εποχή, έτσι, που μετασχηματίζεται βαθειά το παγκόσμιο εργασιακό περιβάλλον, κατά κόρον προβάλλονται στο διαδίκτυο και στα ΜΜΕ ιστορίες φόβου, με στόχο όχι την κατανόηση των αλλαγών, αλλά τη διαστρέβλωσή τους, συνήθως δε με κριτήρια του 19ου αιώνα.

Την ώρα, λοιπόν, που πραγματοποιείται γύρω μας μια πραγματική ανατροπή, κάποιοι θεωρούν ότι η ανάπτυξη της λουδιτικης ιστορίας αποτελεί και το κλειδί της λύσης του προβλήματος.
Όντως, είναι πολύ δύσκολο μέσα σε παρόμοιο περιβάλλον να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις, που να έχουν επίσης και σταθερό χαρακτήρα. Τα γεγονότα είναι ρευστά και τη ροή τους ταχύτατη. Το φάσμα της αχρηστίας που επικαλείται ο Ρ. Σέννετ είναι υπαρκτό. Απαιτεί διαύγεια και μελέτη όμως, βάσει ιστορικών εμπειριών. Για παράδειγμα, οι φόβοι ότι η αυτοματοποίηση θα προκαλέσει γενικευμένη ανεργία ανάγονται στον 19ο αιώνα, και μέχρι τώρα δεν έχουν ποτέ επαληθευτεί. Από την αυγή της Βιομηχανικής Επανάστασης, για κάθε θέση εργασίας που χανόταν εξαιτίας μιας μηχανής, εμφανιζόταν τουλάχιστον μία καινούργια, ενώ το μέσο βιοτικό επίπεδο έχει βελτιωθεί θεαματικά.

Ωστόσο, υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά και ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα αλλάζει συνεχώς τους κανόνες του παιχνιδιού. Κατά τον Γιουβάλ Νοά Χαράρι, οι άνθρωποι έχουν δύο ειδών ικανότητες – σωματικές και γνωσιακές. Στο παρελθόν, οι μηχανές ανταγωνίζονταν τους ανθρώπους κυρίως στις καθαρά σωματικές ικανότητες, ενώ στο γνωσιακό πεδίο οι άνθρωποι διατηρούσαν ένα τεράστιο πλεονέκτημα απέναντι, στις μηχανές. Γι’ αυτό και, καθώς οι εργασίες στη γεωργία και τη βιομηχανία αυτοματοποιούνταν, εμφανίστηκαν νέες θέσεις εργασίας στις υπηρεσίες, οι οποίες απαιτούσαν γνωσιακές δεξιότητες που διέθεταν μόνο οι άνθρωποι: εκμάθηση, ανάλυση, επικοινωνία και, κυρίως, την κατανόηση των ανθρώπινων συναισθημάτων. Σήμερα, ωστόσο, η τεχνητή νοημοσύνη αρχίζει να ξεπερνάει τους ανθρώπους σε ολοένα και περισσότερες από αυτές τις δεξιότητες, μέχρι και στην κατανόηση των ανθρώπινων συναισθημάτων.

Είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε ότι η επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης δεν είναι απλώς ότι οι υπολογιστές γίνονται ταχύτεροι και πιο έξυπνοι. Τροφοδοτείται από καινοτομίες στις επιστήμες της ζωής, καθώς και τις κοινωνικές επιστήμες. Όσο καλύτερα κατανοούμε τους βιοχημικούς μηχανι¬σμούς που βρίσκονται πίσω από τα ανθρώπινα συναισθήματα, επιθυμίες και Επιλογές, τόσο καλύτερα θα μπορούν οι υπολογιστές να αναλύουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, να προβλέπουν τις αποφάσεις των ανθρώπων και να αντικα¬θιστούν οδηγούς, τραπεζίτες και δικηγόρους.

Αυτό σημαίνει ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να έχει καλύτερες επιδόσεις από τους ανθρώπους ακόμα και σε εργασίες που υποτίθεται πως απαιτούν «διαίσθηση».

Έτσι, στον αναπτυγμένο κόσμο, ταλαντούχοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο να μην είναι πια αναγκαίοι, φαινόμενο που οδηγεί στην αίσθηση της αχρηστίας – με ό,τι αυτή συνεπάγεται. «Το φάσμα της αχρηστίας διασταυρώνεται εν προκειμένω με την ξενοφοβία, η οποία, κάτω από το κέλυφος των απλών εθνικών ή φυλετικών προκαταλήψεων υποκρύπτει την ανησυχία ότι οι ξένοι μπορεί να είναι καλύτερα εφοδιασμένοι για εργασίες επιβίωσης. Η ανησυχία αυτή δεν είναι εντελώς αστήρικτη. Η παγκοσμιοποίηση υποδηλώνει, μεταξύ άλλων, την αντίληψη ότι οι πηγές ανθρώπινης ενέργειας μετατοπίζονται και ως εκ τούτου αυτοί που βρίσκονται στον ήδη αναπτυγμένο κόσμο μπορεί να μείνουν απέξω», γράφει ο Ρ. Σέννετ.

Προσθέτει δε πολύ εύστοχα ότι, στο ήδη εξαιρετικά πολυσύνθετο αυτό φαινόμενο, έρχονται να προστεθούν δύο άλλοι παράγοντες δημιουργίας αχρηστίας: ο αυτοματισμός και το γήρας.

Το πεδίο της αχρηστίας διευρύνεται, καθώς οι μηχανές κατασκευάζουν πράγματα με οικονομική αξία που δεν μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι -οι οποίοι, έναντι της μηχανής υστερούν τόσο σε ακρίβεια όσο και σε ταχύτητα.

Από την άλλη πλευρά, ιδιαίτερα στην Δύση, το γήρας αποτελεί εκτεταμένο τομέα αχρηστίας, φαινόμενο που συντονίζεται απόλυτα και με το πνεύμα της σύγχρονης οικονομίας. Σε μία εποχή όπου το μέσο προσδόκιμο ζωής συνεχώς ανεβαίνει αλλά οι γνώσεις διπλασιάζονται κάθε πέντε με οκτώ χρόνια, εργαζόμενοι ηλικίας 40-50 ετών θεωρούνται άχρηστοι, ενώ έχουν μπροστά τους ακόμα 35 με 45 χρόνια ζωής κατά μέσον όρο. Στο μέτρο δε που η απόσβεση δεξιοτήτων επιταχύνεται και επεκτείνεται σε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα, η οικονομία της αγοράς εργασίας γίνεται όλο και πιο καταστροφική για τους πενηντάρηδες εργαζόμενους.

Είναι σαφέστατο έτσι ότι η πρόκληση που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα ενώ προχωράει ο 21ος αιώνας, από την ανάδυση της ψηφιακής επανάστασης, είναι πιθανότατα πολύ μεγαλύτερη από την πρόκληση που είχε αντιμετωπίσει την προηγούμενη περίοδο από τις ατμομηχανές, τους σιδηροδρόμους και τον ηλεκτρισμό. Και με δεδομένη την τεράστια δύναμη καταστροφής που διαθέτει ο πολιτισμός μας, δεν έχουμε την πολυτέλεια για άλλα αποτυχημένα μοντέλα, παγκόσμιους πολέμους και αιμα¬τοβαμμένες επαναστάσεις. Επομένως, πρέπει να τα καταφέρουμε καλύτερα απ’ ό,τι τα πήγαμε με τη Βιομηχανική Επανάσταση.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion