Τα δυτικά κράτη επέβαλαν οικονομικές κυρώσεις ιστορικής κλίμακας στη Ρωσία, οι οποίες παρακωλύουν το χρηματοπιστωτικό της σύστημα και, ουσιαστικά, αντιστρέφουν 30 χρόνια διακρατικών σχέσεων μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.

Οι οικονομικές κινήσεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης, ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, φάνηκαν, τη Δευτέρα, και στη ρωσική οικονομία, η οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό αποκομμένη από μεγάλο μέρος της Δύσης, και εμπόδισαν την ικανότητα της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας να διαχειριστεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας και να μετριάσει τη ζημία.

Δυτικές τράπεζες και επιχειρήσεις σταμάτησαν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία και τις πωλήσεις τους σε ρωσικές εταιρείες. Πολλοί ανέφεραν τους κινδύνους πιθανής παραβίασης των κυρώσεων. Γενικότερα, οι επιχειρήσεις βραβεύουν τη σταθερότητα, ενώ οι εισβολές δημιουργούν χάος.

Μέσα σε λίγες μέρες, η Ρωσία αποκόπηκε από ένα παγκόσμιο σύστημα που τροφοδότησε τη μετάβασή της από μια κλειστή, ελεγχόμενη από την κυβέρνηση οικονομία σε μια πιο σύγχρονη οικονομία που απέφερε δυτικά αγαθά, ταξίδια στο εξωτερικό και έναν τρόπο ζωής της μεσαίας τάξης.

«Σήμερα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η οικονομία της Ρωσίας αντιμετωπίζουν μια εντελώς ασυνήθιστη κατάσταση», δήλωσε, τη Δευτέρα, η συνήθως επιφυλακτική διοικητής της Τράπεζας της Ρωσίας, Elvira Nabiullina, ντυμένη στα μαύρα.

Οι κυρώσεις αυτές έπληξαν τις ρωσικές αγορές μετοχών, ομολόγων και συναλλάγματος. Η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας έκλεισε το χρηματιστήριο, αποφεύγοντας πιθανό selloff και αύξησε τα επιτόκια αναφοράς στο 20% από 9,5%, ώστε να καταστήσει τη διατήρηση του ρουβλίου πιο ελκυστική και να απορροφήσει ενδεχόμενη πτώση του.

Το ρούβλι υποχώρησε στα 108,014 έναντι του δολαρίου ΗΠΑ από 83, την Παρασκευή – πτώση περισσότερη από 20% και η χειρότερη μείωσή του εντός μίας ημέρας από τις 3 Σεπτεμβρίου του 1998. Οι μετοχές πολλών μεγάλων ρωσικών εταιρειών συναλλάσσονταν στο Λονδίνο και μειώθηκαν, επίσης. Η Sberbank, ο μεγαλύτερος δανειστής της χώρας, σημείωσε πτώση 74%. Η τράπεζα δέχθηκε κυρώσεις από τα δυτικά έθνη. Επιπτώσεις δέχθηκαν και οι ενεργειακοί κολοσσοί της χώρας, με την Gazprom να υποχωρεί σχεδόν κατά 53% και τη Rosneft να υποχωρεί κατά 42%. Η κεντρική τράπεζα δήλωσε ότι το ρωσικό χρηματιστήριο θα παραμείνει κλειστό την Τρίτη.

Η Ρωσία επέβαλε capital control, εμποδίζοντας τους κατοίκους να στέλνουν χρήματα σε λογαριασμούς ξένων τραπεζών και περιορίζοντας τις πληρωμές για υπεράκτια χρέη. Στους δρόμους, οι Ρώσοι, τη Δευτέρα, έκαναν ουρές στα ΑΤΜ για να βγάλουν μετρητά.

Η ταχύτητα και το εύρος των κυρώσεων ανέτρεψαν χρόνια προετοιμασίας της Ρωσίας να αντιμετωπίζει κυρώσεις, μετά τις κυρώσεις που τις επιβλήθηκαν το 2014. Σε μια στρατηγική που ονομάστηκε Fortress Russia, η χώρα συγκέντρωσε περισσότερα από 600 δισ. δολάρια σε συναλλαγματικά αποθέματα, αγόρασε χρυσό και επικέντρωσε τους στόχους της στην ενίσχυση των εξαγωγών στην Κίνα. Ο αποκλεισμός της πρόσβασης της Ρωσίας σε αυτά τα αποθέματα αποδυνάμωσε τη στρατηγική της, γεγονός που αναγνώρισε η κα Nabiullina, η επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας.

Ο Timoth Ash, στρατηγικός αναλυτής αναδυόμενων αγορών της BlueBay Asset Management, έγραψε σε ένα σημείωμα προς τους πελάτες, τη Δευτέρα: «Από το Fortress Russia στη Rubble Russia μέσα σε μία εβδομάδα».

Το τελευταίο πακέτο κυρώσεων είναι πιθανό να προκαλέσει σημαντική συρρίκνωση της οικονομίας της Ρωσίας, τη φετινή χρονιά, και θα μπορούσε να οδηγήσει σε απόσυρση καταθέσεων σε τράπεζες και σε υψηλότερα επιτόκια, καθώς το ρωσικό ρούβλι υποτιμάται, σύμφωνα με το Institute for International Finance, παγκόσμια ένωση χρηματοπιστωτικών εταιρειών με έδρα την Ουάσιγκτον.

Η Elina Ribakova, αναπληρώτρια επικεφαλής οικονομολόγος στο IIF, δήλωσε, τη Δευτέρα, ότι αναμένει οι κυρώσεις να επιφέρουν συρρίκνωση τουλάχιστον 10% στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Ρωσίας και διψήφιο πληθωρισμό.

«Η πίεση που ασκείται στη ρωσική οικονομία είναι τεράστια», δήλωσε ο Janis Kluge, ειδικός για τη ρωσική οικονομία στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων και Ασφάλειας. «Και τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο δραματικά τις επόμενες εβδομάδες και μήνες».

Ακόμη και πριν από την απόφαση του Ρώσου προέδρου, Βλάντιμιρ Πούτιν, να εισβάλει στην Ουκρανία, η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας δυσκολευόταν να ελέγξει τον πληθωρισμό. Τον Ιανουάριο, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 8,7%, υπερδιπλάσιος του στόχου της κεντρικής τράπεζας, παρά τη σειρά αυξήσεων των επιτοκίων, η οποία ξεκίνησε τον περασμένο Μάρτιο.

Ο Boris Titov, ο επιχειρηματικός διαμεσολαβητής του Πούτιν, επέκρινε την αύξηση των επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας, τη Δευτέρα, λέγοντας σε ανάρτησή του στο Instagram ότι επέλεξε να επιβάλει περαιτέρω κυρώσεις στις ρωσικές επιχειρήσεις που βρίσκονται ήδη «στην πρώτη γραμμή» των κυρώσεων.

Σε ασταθές έδαφος

Οι νέες κυρώσεις θα μπορούσαν να βλάψουν την οικονομία της Ρωσίας, η οποία ανέκαμψε από τις οικονομικές συρρικνώσεις, το 2015 και το 2020.

Η οικονομία υποχωρεί

Το ρούβλι που βυθίζεται και οι ουρές στα ATM μάς θυμίζουν την οικονομική κατάρρευση της Ρωσίας πριν από δύο δεκαετίες, η οποία έθεσε τις βάσεις για την άνοδο του Πούτιν στην εξουσία.

Τον Αύγουστο του 1998, με τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο να αποδυναμώνονται, η κυβέρνηση ξέμεινε από χρήματα. Υποτίμησε το ρούβλι και ανέστειλε τις πληρωμές για τα χρέη της, οδηγώντας στην κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος. Οι Ρώσοι έχασαν τις αποταμιεύσεις τους, ενώ πολλοί είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να πέφτει, εξαιτίας του πληθωρισμού και των ελλείψεων.

Η δημοτικότητα του Πούτιν, κατά τα πρώτα χρόνια της μακροχρόνιας παραμονής του ως ηγέτης της Ρωσίας, αυξήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη σταθεροποίηση της οικονομίας, η οποία επωφελήθηκε από τις αυξανόμενες εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Η Ρωσία, η 11η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, είναι μικρότερη οικονομία από τη Νότια Κορέα και δεν έχει την ίδια βαρύτητα οικονομικά σε σχέση με τις ΗΠΑ ή την Κίνα.

Οι κυρώσεις μακροπρόθεσμα θα μπορούσαν να αντιστρέψουν χρόνια αργής προόδου για τη διαφοροποίηση της οικονομίας της – μία από τους μεγαλύτερους προμηθευτές φυσικού αερίου και πετρελαίου στον κόσμο – ώστε να βασίζεται περισσότερο στις υπηρεσίες. Ο τομέας πετρελαίου και φυσικού αερίου αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ των εξαγωγών της Ρωσίας, αλλά όχι περισσότερο από το ένα πέμπτο του ΑΕΠ και έως και το 5% της απασχόλησης, σύμφωνα με την ING Bank.

Η Ρωσία έχει έναν δυναμικό τεχνολογικό τομέα με καινοτόμες εταιρείες που συνεισφέρουν σημαντικά στην παγκόσμια οικονομία. Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι πολλές από αυτές δεν θα μπορούν, πλέον, να συναλλάσσονται με τους δυτικούς ομολόγους τους ή να έχουν πρόσβαση σε διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού, ενώ άλλες δεν θα είναι εύκολο να δραστηριοποιηθούν εκτός της χώρας.

Οι κυρώσεις στα τσιπ ημιαγωγών έχουν αποκόψει μεγάλο μέρος των τεχνολογικών και μεταποιητικών βιομηχανιών της Ρωσίας. Η χώρα έχει μόνο λίγα, κατά κύριο λόγο εργοστάσια ημιαγωγών και εξαρτάται για ανταλλακτικά και πατέντες από δυτικές εταιρείες.

Εγκαταλείποντας το πλοίο

Ο Yevgeny Bykov, ιδιοκτήτης εταιρείας που διανέμει εξαρτήματα για ηλεκτρονικές συσκευές, ανέφερε ότι οι κυρώσεις έχουν επηρεάσει σημαντικά την επιχείρησή του. Η εταιρεία, που ονομάζεται Promelektronika, με έδρα στη βιομηχανική πόλη του Αικατερίνεμπουργκ, αγοράζει τα προϊόντα της, κυρίως, από ευρωπαϊκές θυγατρικές διανομέων ηλεκτρονικών ειδών στις ΗΠΑ. Αυτές οι επιχειρήσεις έχουν σταματήσει να πωλούν στην εταιρεία του, συνέχισε ο ίδιος.

Ο Bykov είχε προετοιμαστεί για πιθανές κυρώσεις, είπε, και διέθετε περισσότερα από 2 εκατομμύρια δολάρια σε συναλλαγματικά αποθέματα στη Sovcombank. Ωστόσο, η εταιρεία του περιλαμβάνεται στο τελευταίο πακέτο κυρώσεων των ΗΠΑ και δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στα κεφάλαιά του.

«Έχουμε βιώσει πολλές κρίσεις τα 30 χρόνια από τότε που ξεκίνησε να λειτουργεί την εταιρεία», είπε, σημειώνοντας τη ρωσική χρεοκοπία του 1998, την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2009 και τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, το 2014. Δεν βλέπει εύκολη διέξοδο από αυτό.

Ο Ivan Vinogradov, ο οποίος διευθύνει εταιρεία στην Αγία Πετρούπολη που πουλά παράθυρα γερμανικής κατασκευής, ανέφερε ότι οι συνεργάτες του στη Γερμανία δεν έχουν αυξήσει σημαντικά την τιμή των εισαγωγών και αμφιβάλλει για το εάν θα επηρεαστούν τα κέρδη του. Μεγάλο μέρος των συναλλαγών του γίνονται σε μετρητά, είπε, και, έτσι, δεν είναι πολύ εκτεθειμένος στα προβλήματα που έχουν προκύψει από τις κυρώσεις στις τράπεζες.

«Ίσως δεν έχουμε δει ακόμη τα πραγματικά αποτελέσματα», είπε σχετικά με τις δυτικές κυρώσεις. «Ωστόσο, εάν αποκλείσουν την πρόσβασή μας στις διανομές, τότε θα έχουμε πρόβλημα».

Ο Πούτιν δεν διαθέτει τα κατάλληλα εργαλεία, ώστε να μπορέσει να αντεπιτεθεί οικονομικά στη Δύση. Τη Δευτέρα, εξέδωσε περιορισμούς στα δάνεια σε συνάλλαγμα και στις μεταφορές από Ρώσους κατοίκους στο εξωτερικό, μέρος ενός πακέτου μέτρων αντιποίνων.

Εκτός από τη διατάραξη του παγκόσμιου εμπορίου βασικών εμπορευμάτων από τη Ρωσία, κίνηση που θα κατέστρεφε τη δική της οικονομία, οι αναλυτές δεν αναμένουν σημαντικές συνέπειες από τις αντι-κυρώσεις της Ρωσίας που ανακοινώθηκαν μέχρι στιγμής. Εκτός από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, η Ρωσία είναι ένας σημαντικός εξαγωγέας μετάλλων και άνθρακα, αλλά υπάρχουν ελάχιστα σημάδια, μέχρι στιγμής, ότι θα περιόριζε αυτό το εμπόριο.

Η κλίμακα των δυτικών κυρώσεων, ωστόσο, έχει εγείρει ανησυχίες για την επίδρασή τους στην παγκόσμια οικονομία, δήλωσαν ειδικοί στις κυρώσεις των ΗΠΑ. Οι τιμές του πετρελαίου έχουν εκτοξευθεί λόγω της σύγκρουσης στην Ουκρανία, κάτι που θα αυξήσει τις τιμές βενζίνης και στις ΗΠΑ, αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου. Μία από τις νέες προκλήσεις είναι και η αύξηση των τιμών, εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού, που αντιμετωπίζουν ήδη οι επιχειρήσεις και οι κεντρικές τράπεζες. Οποιαδήποτε διακοπή εξαγωγών των ρωσικών εμπορευμάτων και των πρώτων υλών θα μπορούσε, επίσης, να επιδεινώσει την τεταμένη παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού για ημιαγωγούς.

Υπάρχει, επίσης, η πιθανότητα κλιμάκωσης των αντι-κυρώσεων από τη Ρωσία. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες και τράπεζες επανεξετάζουν τις δραστηριότητές τους εκεί και προσπαθούν να πουλήσουν ή να υπογράψουν την αξία των ενεργητικών τους.

Η BP PLC ανακοίνωσε, την Κυριακή, ότι θα πουλήσει σχεδόν το 20% του μεριδίου που κατέχει στη ρωσική εταιρεία παραγωγής πετρελαίου, Rosneft. Η Sovereign Wealth Fund, στη Νορβηγία, δήλωσε ότι θα προσπαθήσει να αφήσει περίπου 3 δισεκατομμύρια δολάρια από ρωσικό ενεργητικό, που αντιπροσωπεύουν ένα κομμάτι από τα περιουσιακά στοιχεία του ταμείου ύψους 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Daimler Truck Holding AG δήλωσε ότι δεν θα αποστέλλει πια εξαρτήματα, ενώ η Volvo Car AB θα σταματήσει τις δραστηριότητές της στη Ρωσία.

Οι επιπτώσεις των κυρώσεων στη Ρωσία πιθανότατα θα είναι μακροχρόνιες, ακόμη κι αν δεν βρίσκονται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε ισχύ. Ελάχιστες είναι οι εταιρείες που δεν επηρεάζονται από τις αποφάσεις της χώρα.

Ορισμένα τμήματα του κορυφαίου κλιμακίου της ρωσικής επιχειρηματικής κοινότητας έχουν ήδη αρχίσει να διαμαρτύρονται.

Ο Ρώσος μεγιστάνας μετάλλων, Oleg Deripaska, είπε ότι είναι καιρός να μπει ένα τέλος σε «όλο αυτόν τον κρατικό καπιταλισμό» και να αλλάξουν οι πολιτικές της Ρωσίας. «Χρειάζομαι πραγματικά διευκρινίσεις και έξυπνους σχολιασμούς για την οικονομική πολιτική του επόμενου τριμήνου».

Ένας άλλος δισεκατομμυριούχος, ο τραπεζίτης Oleg Tinkov, τοποθετήθηκε κατά του πολέμου, χαρακτηρίζοντάς τον αδιανόητο και απαράδεκτο.

«Τα κράτη πρέπει να ξοδεύουν χρήματα για τη φροντίδα των ανθρώπων, για την έρευνα για την αντιμετώπιση του καρκίνου και όχι για τον πόλεμο», είπε στο Instagram. «Είμαστε κατά αυτού του πολέμου!»

Η τελευταία ελπίδα της Ρωσίας είναι η Κίνα, συνεργασία που δεν είναι σίγουρο ότι θα επιτύχει.

Η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, είπε ότι η Ρωσία «εννοείται» ότι έχει τους φίλους της. Δείτε την αντίδραση των κολοσσών ανά τον κόσμο. Όχι αυτών που παριστάνουν τους κολοσσούς, αλλά των πραγματικών κολοσσών και, συγκεκριμένα, της Κίνας.

Αναλυτές υποστηρίζουν ότι η Κίνα, ενδεχομένως, να μην είναι πρόθυμη να υποστηρίξει τη ρωσική οικονομία, αν κάτι τέτοιο σημαίνει ότι θα θέσει σε κίνδυνο τις ήδη παγωμένες σχέσεις της με τη Δύση.

Στελέχη τραπεζών αναφέρουν ότι κανονικά η Κίνα θα πρέπει να συμμορφωθεί με τις κυρώσεις των ΗΠΑ, όπως συμβαίνει συνήθως.

Ακόμη, η Κίνα δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα. Παρόλο που το εμπόριο στον τομέα ενέργειας μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου έχει αυξηθεί, το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου και του φυσικού αερίου της Ρωσίας εξάγεται σε χώρες της Ευρώπης. Δεν υπάρχει κάποιος γρήγορος τρόπος η Ρωσία να αλλάξει την πορεία του φυσικού αερίου και να προσανατολίσει τις εξαγωγές της σε άλλες χώρες.

Εν τω μεταξύ, η Κίνα δεν μπορεί να εύκολα να αντικαταστήσει τα τσιπ και τους υπολογιστές της από τις ΗΠΑ. καθώς η ίδια δεν διαθέτει το ίδιο τεχνολογικό επίπεδο, και σε μερικές από τις εταιρείες της έχουν ήδη επιβληθεί κυρώσεις.

«Αυτό που έκανε η Ρωσία, τα τελευταία χρόνια, είναι να δημιουργήσει αποθέματα, ώστε να αντιμετωπίσει τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν το 2014», ανέφερε ο Κλουγκ. «Ωστόσο, σε ό,τι αφορά τις σημερινές κυρώσεις, δεν υπάρχει κάποιος κατάλληλος τρόπος αντιμετώπισής τους».

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα