
Προ των πυλών ενός νέου κύκλου αναπροσαρμογών βρίσκεται η εγχώρια αγορά χρήματος, μετά τη χθεσινή αύξηση από την ΕΚΤ του βασικού επιτοκίου του ευρώ κατά 50 μονάδες βάσης.
Παρά τις ανησυχίες για το χρηματοπιστωτικό σύστημα διεθνώς, μετά την κατάρρευση αμερικανικών τραπεζών και την ανάδειξη προβλημάτων της ελβετικής Credit Suisse, την οποία στήριξαν εκτάκτως οι τοπικές εποπτικές αρχές, το ΔΣ της Ευρωτράπεζας προχώρησε σε περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής.
ΕΚΤ: Αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης
Η διαμόρφωση του παρεμβατικού της δείκτη στο 3,50% δημιουργεί νέα δεδομένα για δανειολήπτες και καταθέτες στην Ελλάδα.
Από τη μία πλευρά, θα κινηθεί σε υψηλότερα επίπεδα το κόστος δανεισμού για την πλειονότητα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, αλλά από την άλλη θα ενισχυθούν οι αποδόσεις στους λογαριασμούς προθεσμίας, προς όφελος όσων διατηρούν σήμερα ρευστότητα.
Πάντως, μετά τη χθεσινή συνέντευξη τύπου της επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, ασφαλείς προβλέψεις για την πορεία των επιτοκίων από εδώ και στο εξής δεν μπορούν να διατυπωθούν.
Όπως ανέφερε, η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού παραμένει κεντρικός στόχος των αποφάσεων που λαμβάνονται στην Φρανκφούρτη, σημείωσε ωστόσο ότι οι όποιες κινήσεις θα γίνουν υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων.
Τι αλλάζει στην Ελλάδα
Ανεξάρτητα όμως από τι θα γίνει στη συνέχεια, η διαμόρφωση των ευρω-επιτοκίων στα υψηλότερα επίπεδα από το 2008, αναπόφευκτα θα επηρεάσει την επιτοκιακή πολιτική των ελληνικών τραπεζών.
Αναλυτικότερα:
– Υφιστάμενα δάνεια σταθερού επιτοκίου
Δεν αλλάζει τίποτε στις δόσεις των χορηγήσεων με σταθερό επιτόκιο, για όσο διάρκεια αυτό βρίσκεται σε ισχύ.
– Υφιστάμενες χορηγήσεις κυμαινόμενου επιτοκίου
Οι δανειολήπτες της κατηγορίας θα επιβαρυνθούν για μία ακόμη φορά από τον περασμένο Σεπτέμβριο με υψηλότερες δόσεις.
Εάν το δάνειό τους είναι συνδεδεμένο με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ η αναπροσαρμογή του τελικού επιτοκίου, με βάση το οποίο υπολογίζονται οι μηνιαίες καταβολές τους θα είναι άμεση, διαμορφούμενη στις 50 μονάδες βάσης.
Από την άλλη, στις συμβάσεις με κόστος συνδεδεμένο με τους δείκτες euribor, η άνοδος του επιτοκίου θα είναι σταδιακή. Με βάση την προηγούμενη εμπειρία, χρειάζεται περίπου ένας μήνας για να φτάσει ο 3μηνος δείκτης euribor στα επίπεδα του επιτοκίου της ΕΚΤ.
Η επιβάρυνση πάντως σε σύγκριση με τα χαμηλά της περυσινής χρονιάς είναι σημαντική. Για παράδειγμα, στα στεγαστικά δάνεια, όπου με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος το μέσο spread διαμορφώνεται σε 2%, η τελευταία άνοδος των ευρωπαϊκών επιτοκίων θα οδηγήσει το τελικό ετησιοποιημένο κόστος στη ζώνη του 5,50%.
Έτσι, η μηνιαία καταβολή ανά 100.000 ευρώ στεγαστικού δανείου 15ετούς διάρκειας από τα 650 ευρώ τον Ιούλιο του 2022, έχει ήδη αναρριχηθεί στα 790 ευρώ και μετά την τελευταία κίνηση της ΕΚΤ θα φτάσει τα 820 ευρώ περίπου το επόμενο δίμηνο.
Πρόκειται για μία αύξηση της τάξης του 26%, που σε ετήσια βάση ισοδυναμεί με ένα ποσό άνω των 2.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε 3 παλαιές μηνιαίες δόσεις.
– Νέες χρηματοδοτήσεις
Στον βαθμό που το επιτρέψουν οι συνθήκες στις αγορές, οι τράπεζες θα περιορίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις αυξήσεις στα επιτόκια των νέων χορηγήσεων. Δείγματα γραφής προς αυτή την κατεύθυνση δόθηκαν τους προηγούμενους μήνες.
Παρά την ενίσχυση των διατραπεζικών δεικτών euribor, τα πιστωτικά ιδρύματα δεν προχώρησαν σε αυξήσεις των σταθερών επιτοκίων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις κούρεψαν τα spreads στα κυμαινόμενα προγράμματα, απορροφώντας μέρος των πιέσεων.
– Καταθέσεις
Στα προϊόντα ανοιχτής ζήτησης δεν αναμένονται μεταβολές στην επιτοκιακή πολιτική των τραπεζών.
Στις προθεσμιακές καταθέσεις ωστόσο εκτιμάται ότι τις επόμενες εβδομάδες θα υπάρξουν νέες κινήσεις ενίσχυσης των αποδόσεων.
Όπως ανέφεραν στις τελευταίες τηλεδιασκέψεις με αναλυτές οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών ομίλων, εντός του 2023 ένα ποσοστό της τάξης του 50% – 65% από τις αυξήσεις στα ευρωπαϊκά επιτόκια θα περάσει στα καταθετικά προϊόντα.
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα βελτιώσουν την ετησιοποιημένη ανταμοιβή των καταθετών και 20 – 30 μονάδες βάσης στον επερχόμενο γύρο αλλαγών.


Latest News

«Ταύρος» για τις ελληνικές τράπεζες η JP Morgan - Υψηλότερες τιμές στόχους για Alpha, Εθνική
Η JP Morgan προχώρησε σε αύξηση των εκτιμήσεων για την κερδοφορία του τραπεζικού κλάδου

Μείωση τζίρου και κερδών για τον Όμιλο ΒΙΟΚΑΡΠΕΤ το 2024 - Οι προοπτικές για το 2025
Το 2024 αποτέλεσε μια χρονιά προκλήσεων για τη ΒΙΟΚΑΡΠΕΤ, καθώς ολοκληρώθηκε η μεταφορά της παραγωγικής διαδικασίας της θυγατρικής «ΕΞΑΛΚΟ Α.Ε. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ»

Το στοίχημα της Lavipharm με την κάνναβη – Προς νέες εξαγορές και επενδύσεις
Τι ανέφερε η διοίκηση της Lavipharm για την πορεία της εταιρείας στην Ένωση Θεσμικών Επενδυτών – Τι μέρισμα θα προτείνει στους μετόχους

Γιατί τελικά οι Έλληνες αγαπούν τις πολωνικές αλυσίδες - Η «μάχη» Pepco-Sinsay στην ελληνική αγορά
Ποιο είναι το προφίλ του Έλληνα καταναλωτή, που εδώ και τρία χρόνια έχει δώσει ώθηση σε Pepco και Sinsay

Τι φέρνει το «T» δίπλα στην Cosmote – Οι συνέργειες που… ξεκλειδώνουν
H «νέα» Cosmote Telekom αναμένεται να έχει ως προίκα τις δεκάδες διεθνείς συνεργασίες που κουβαλά το brand Telekom, σαν διεθνής τηλεπικοινωνιακός πάροχος

Revoil: Το μέρισμα για το 2024 – Από 6 Μαΐου η καταβολή του
Από τη Τρίτη 29 Απριλίου 2025 οι μετοχές θα διαπραγματεύονται χωρίς το δικαίωμα είσπραξης μερίσματος

Καρέλιας: Αύξηση στα κέρδη - Πρόταση για μέρισμα 14 ευρώ
Βασικός παράγοντας για τα αποτελέσματα ήταν η πορεία των σημάτων στις διεθνείς αγορές

Η Cosmote γίνεται Cosmote Telekom - Η αλλαγή στο ιστορικό brand μετά από 27 χρόνια
«Μέσα από την Cosmote Telekom, θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε ακόμα περισσότερο την τεχνογνωσία, τις καινοτομίες και τις διεθνείς συνεργασίες της Telekom», δήλωσε ο Κώστας Νεμπής, πρόεδρος και CEO του Ομίλου ΟΤΕ

Νέα πραγματικότητα στη διαχείριση απορριμμάτων - Η επένδυση της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ στη Μεσσηνία
Με τη ΜΕΑ στην Καλλιρρόη Μεσσηνίας εφαρμόζεται ενιαίο, βιώσιμο σύστημα διαχείρισης αστικών στερεών αποβλήτων στην Πελοπόννησο

Morgan Stanley: Επιβεβαιώνει την τιμή στόχο της Metlen στα 48 ευρώ
Κατά την Morgan Stanley η συνολική παραγωγή ενέργειας των 3,1 TWh παρουσίασε αύξηση 22% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο