Οι μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες θα βρεθούν αντιμέτωπες με ζημίες άνω του μισού τρισ. δολαρίων στην υποθετική περίπτωση που εξελιχθεί ένα καταστροφικό οικονομικό σενάριο, ωστόσο η κεφαλαιακή τους επάρκεια είναι τέτοιου εύρους που μπορούν να ανταπεξέλθουν. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μετά τα stress tests που διεξήγαγε, εκτιμώντας ότι στο δυσχερέστερο σενάριο οι ζημιές για τις μεγάλες αμερικανικές τράπεζες θα ανέλθουν στα 541 δισ. δολάρια.

Η Αμερική κινδυνεύει να στηρίζει τράπεζες-ζόμπι

Τα επιτυχή φετινά αποτελέσματα, έρχονται ως επιβεβαίωση στους ισχυρισμούς αναλυτών και ρυθμιστικών αρχών, ότι συστημικές τράπεζες όπως οι JP Morgan και Goldman Sachs δύνανται να αντέξουν και να ανταποκριθούν σε μεγάλου εύρους απώλειες.

Η φετινή «ετυμηγορία» επίσης, θα διαμορφώσει το πλαίσιο αναφορικά με το ύψους της κεφαλαιακής επάρκειας που θα πρέπει να διαθέτουν οι τράπεζες τους επόμενους 12 μήνες. Στην περίπτωση που τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καλύπτουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις ή ακόμη και τις υπερβαίνουν, τότε ανοίγει ο δρόμος για να ανταμείψουν τους μετόχους είτε με την απόδοση μερισμάτων, είτε με προγράμματα επαναγοράς ιδίων μετοχών.

Στις πρώτες τους εκτιμήσεις, οι αναλυτές κάνουν λόγο για μείωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων από τη μεριά της Fed, εκτιμήσεις που ερμηνεύθηκαν ως αισιόδοξη ένδειξη για υψηλότερα μερίσματα και μεγαλύτερα προγράμματα επαναγοράς ιδίων μετοχών.

Η ισχυρή εικόνα που παρουσιάζουν οι μεγάλες συστημικές τράπεζες των ΗΠΑ, έρχεται σε πλήρη αντίφαση με αυτή των μικρότερων περιφερειακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Μόλις τον περασμένο Μάρτιο, κατέρρευσαν οι Silicon Valley Bank, Signature Bank και First Republic, ενώ τράπεζες όπως οι PacWest και Comerica δέχθηκαν έντονες πιέσεις. Να σημειωθεί όμως, ότι οι μικρότερες τράπεζες δεν υπόκεινται στα τεστ αντοχής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας.

«Τα σημερινά αποτελέσματα επιβεβαιώνουν ότι το τραπεζικό σύστημα παραμένει ισχυρό και ανθεκτικό», ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Fed για την εποπτεία Μάικλ Μπαρ. Εντούτοις προειδοποίησε, ότι τα stress tests είναι «μόνο ένας τρόπος για να μετρηθεί αυτή η ισχύς» και πως οι ρυθμιστικές αρχές θα «πρέπει να κρατήσουν το πήχη χαμηλά αναφορικά με το πώς μπορεί να προκύψουν κίνδυνοι».

Τα τεστ αντοχής της Fed είναι μια άσκηση η οποία διεξάγεται ετησίως στο πλαίσιο των χρηματοπιστωτικών κανονισμών Dodd-Frank που υιοθετήθηκαν μετά την κρίση του 2008, οι οποίοι μετρούν κατά πόσον οι δείκτες κεφαλαίου για την απορρόφηση ζημιών των τραπεζών θα παραμείνουν υψηλότερα από τις ελάχιστες απαιτήσεις σε περίπτωση ενός οικονομικού σοκ.

Στο φετινό δυσμενές σενάριο, οι τράπεζες θα έπρεπε να επιδείξουν αντοχές σε εκτίναξη της ανεργίας στο 10%, σε βύθιση των τιμών των εμπορικών ακινήτων κατά 40% και των κατοικιών κατά 38% και πτώση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων σχεδόν στο μηδέν.

Ποιες τράπεζες βρέθηκαν σε δυσμενή θέση

Από τις 23 τράπεζες που εξετάστηκαν, το μεγαλύτερο κεφαλαιακό πλήγμα ήταν για τη θυγατρική της Deutsche Bank στις ΗΠΑ και για αμερικανικό παράρτημα της UBS Americas.

Αναφορικά με τις αμιγώς αμερικανικές τράπεζες, οι Goldman Sachs και Morgan Stanley βρέθηκαν στη δυσχερέστερη θέση, κι αυτό διότι οι δραστηριότητες τους είναι περισσότερο επικεντρωμένες στις επενδυτικές συναλλαγές, από τις πιο επικίνδυνες δραστηριότητες σύμφωνα με τη Fed.

Τα τεστ έδειξαν ότι όλες οι τράπεζες που εξετάστηκαν, μεταξύ άλλων η Bank of America, η Citigroup, η State Street και η Wells Fargo, πληρούν τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις παρά τις προβλεπόμενες ζημιές ύψους 541 δισ. δολαρίων. Από τις ζημίες αυτές, τα 424 δισ. δολάρια θα προκληθούν από δάνεια και 94 δισ. δολάρια από τις συναλλαγές και τους αντισυμβαλλόμενους.

Για τις οκτώ μεγαλύτερες τράπεζες οι απώλειες θα άγγιζαν 80 δισ. δολάρια στο σενάριο με επίμονα υψηλό πληθωρισμό που θα απαιτούσε αύξηση επιτοκίων με ταχύ ρυθμό, ένα περιβάλλον από την άλλη που δεν διαφέρει από τις τρέχουσες οικονομικές προοπτικές.

Τα αποτελέσματα των stress tests, λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του λεγόμενου κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας για κάθε τράπεζα. Πρόκειται τα κεφάλαια των κοινών μετοχών κατηγορίας 1 (CET1) που πρέπει να κατέχουν οι τράπεζες πέραν των κανονιστικών ελάχιστων ορίων σε σχέση με τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία ενεργητικού τους.

Το κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας είναι ένας συνδυασμός των μέγιστων απωλειών στα κεφάλαια CET1 κατά τη διάρκεια του τεστ και των σχεδίων επιστροφής κεφαλαίου της τράπεζας για τους επόμενους 12 μήνες στους μετόχους μέσω μερισμάτων.

Οι ανακοινώσεις και τα νέα διεθνή πρότυπα

Οι τράπεζες που υποβλήθηκαν στη δοκιμασία θα μπορούν να επιβεβαιώσουν δημοσίως το ενδεικτικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας για τα stress tests από αύριο Παρασκευή, οπότε ενδέχεται επίσης να αποκαλύψουν τα πιθανά σχέδια για απόδοση μερισμάτων ή των προγραμμάτων επαναγοράς ιδίων μετοχών.

Αργότερα μέσα στο καλοκαίρι, η Fed μαζί με άλλες αμερικανικές τραπεζικές ρυθμιστικές αρχές θα δημοσιεύσουν τα νέα διεθνή πρότυπα για τον υπολογισμό του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού, γνωστά ως κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ.

Αναλυτές και τραπεζικά στελέχη αναμένουν ότι οι κανόνες αυτοί, οι οποίοι θα ευθυγραμμίσουν τις ΗΠΑ με τα διεθνή πρότυπα, σημαίνει ότι οι αμερικανικές τράπεζες θα πρέπει να διατηρούν περισσότερα κεφάλαια CET1.

Το Financial Services Forum, μια ένωση της Ουάσιγκτον για τις μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες, δήλωσε ότι τα αποτελέσματα υπογράμμισαν ότι οι τράπεζες διαθέτουν επαρκή κεφάλαια και ότι δεν χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις.

«Οι μεταρρυθμίσεις της περιόδου μετά το Dodd-Frank πέτυχαν τους στόχους ενός ισχυρότερου και ασφαλέστερου τραπεζικού συστήματος», ανέφερε το φόρουμ σε ανακοίνωσή του.

Οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ αναμένεται επίσης να επεκτείνουν τους νέους κανόνες της Βασιλείας ώστε να συμπεριλάβουν και τις μεσαίου μεγέθους τράπεζες όπως οι Silicon Valley Bank, Signature Bank και First Republic.

Ο κατάλογος των τραπεζών που υπόκεινται στα τεστ αντοχής της Fed έχει δεχθεί έντονη κριτική μετά την κατάρρευση της SVB λόγω της έκθεσής της σε υπερβολικά μεγάλο κίνδυνο από τα επιτόκια, ο οποίος κίνδυνος προέκυψε από το απόθεμα μη αντισταθμισμένων ομολόγων που κατείχε.

Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, οι οποίοι επιβλήθηκαν το 2019 μετά από νομοθεσία που χαλάρωσε τους κανονισμούς για τους μεσαίου μεγέθους τράπεζες, το πρώτο επίσημο τεστ αντοχής της SVB δεν θα είχε πραγματοποιηθεί πριν από το 2024.

Ωστόσο, ακόμη και αν η SVB είχε υποβληθεί στα stress tests της Fed, μπορεί να τα είχε περάσει επιτυχώς, επειδή το σενάριο δεν θα διευκρίνιζε το είδος των υψηλότερων επιτοκίων που θα προκαλούσε την κατάρρευση της τράπεζας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή