Οι πρόσφατες πλημμύρες στη Θεσσαλία, κατά τις οποίες υπήρξαν ανθρώπινα θύματα, χιλιάδες ζωικού κεφαλαίου χάθηκε και ολόκληρα χωριά καταστράφηκαν, υπήρξαν η αφορμή για μια καταγραφή των πλημμυρών που σημειώθηκαν στην ίδια περιοχή από το 1540 μέχρι σήμερα (2023). Καταγράφηκαν συνολικά 31 πλημμύρες, από τις οποίες οι πιο καταστροφικές ήταν της Λάρισας (Οκτώβριος 1883) και των Τρικάλων (1907).

Μελετώντας τα πλημμυρικά φαινόμενα διαπιστώνουμε ότι αυτά προκαλούνταν και θα προκαλούνται όταν τα νερά των βροχοπτώσεων είναι πάρα πολλά και οι κοίτες των ποταμών δεν τα χωρούν, είτε λόγω της διαμορφώσεως του εδάφους, είτε λόγω αστόχων ανθρωπίνων επεμβάσεων με τις οποίες αυτές περιορίζονται είτε παραλείψεως καθαρισμού της κοίτης αυτών. Ήδη ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων (64 π.Χ.-24 μ.Χ.) αναφέρει ότι ο Πηνειός υπερχείλιζε και τα νερά του λίμναζαν: «ὁ γαρ Πηνειός διά μέσης ῥέων και πολλούς δεχόμενος ποταμούς ὑπερχεῖται πολλάκις· το δε παλαιόν και ἐλιμνάζετο, ὡς λόγος» (Στράβων, Γεωγραφικά, C 430).

Η πιο μεγάλη πλημμύρα, που σημειώθηκε παλαιότερα στα Τρίκαλα, είναι αυτή του 1907 (4-5 Ιουνίου). Τις απογευματινές ώρες της Δευτέρας 4ης Ιουνίου άρχισε να σκοτεινιάζει από μαύρα σύννεφα και σε μικρό διάστημα εκδηλώθηκε σφοδρή κακοκαιρία, η οποία συνεχίστηκε όλη τη νύχτα με αποτέλεσμα να ξεχειλίσει ο Ληθαίος ποταμός ιδίως στην περιοχή των Κουτσομυλίων. Αλλά και μέσα στην πόλη τα νερά πέρασαν πάνω από την κεντρική μεταλλική γέφυρα και πλημμύρισαν όλη σχεδόν την πόλη λόγω ενός άλλου φράγματος, κάποιου υδρομύλου, που υπήρχε κοντά στα Σφαγεία. Από την γέφυρα Πίχτου κατέρρευσε ένα τόξο (ΕΙΚ. 1). Οι κάτοικοι των Τρικάλων έντρομοι έτρεχαν να ανεβούν σε ψηλά σπίτια ή σε δέντρα. Στα σπίτια των Πατικαίων, του Μάνια και του Σουλιώτη. Όσοι κατέφυγαν στο τελευταίο (48 άτομα) πνίγηκαν όλοι. Συνολικά τα θύματα της πλημμύρας αυτής υπολογίζονται πάνω από διακόσια (200) έως τριακόσια (300), ενώ τα σπίτια που κατέρρευσαν ήταν πάνω από χίλια διακόσια.

Οι σοροί μερικών εκ των θυμάτων της πλημμύρας της 4/5ης Ιουνίου 1907 (Αρχείο Θ. Νημά).

Η εφημερίδα «Εμπρός» (φύλλο 6-6-1907) έγραψε σχετικά: «Ἡ ἔκτασις τῆς καταστροφῆς, την ὁποίαν προεκάλεσεν ἐκχειλίσας ὁ διαρρέων την πόλιν τῶν Τρικκάλων χείμαρρος Ληθαῖος, τα πολυάριθμα θύματά του και αἱ κατερειπωθεῖσαι οἰκίαι μαρτυροῦν ὅτι ἡ πλήμμυρα αὕτη ἔχει ὅλα τα στοιχεῖα μεγαλοπρεποῦς τραγῳδίας καὶ εἶνε ἐκ τῶν σπανιωτάτων φαινομένων, τα ὁποῖα παρουσίασε ποτε το ἀβλαβές τοῦτο ρυάκιον. Παρ’ ὅλας τας ἀπειλάς του κατα το παρελθὸν οὐδέποτε ἔσχεν ἀνθρώπινα θύματα και ἡ μανία τῶν ὑδάτων του ἠρκέσθη μόνον εἰς παροχθίους τινάς σεσαθρωμένας οἰκίας, αἵτινες ἀνηγέρθησαν ἔπειτα μεγαλοπρεπεῖς. Ἀλλ’ ἡ μεγάλη καταστροφή, την ὁποίαν ἀναγγέλουν τα σημερινα έπίσημα τηλεγραφήματα δεν ἐφείσθη οὔτε αὐτῶν. Μετα τῶν οἰκημάτων οἱ κάτοικοι ἐτάφησαν ὑπο τα ἐρείπια ἢ παρεσύρθησαν πρός ἄγνωστον διεύθυνσιν ὑπό τῶν ὑδἀτων και περιουσίαι ὁλόκληροι κατεστράφησαν και ἐκτάσεις εὐφόρων γαιῶν ἐπνίγησαν ἀκριβῶς εἰς τας παραμονας τοῦ θερισμοῦ. Τι δε ἄλλο καθιστᾶ το μέγεθος τῆς συμφορᾶς τραγικῴτερον, εἰμή ὁ ἀναγγελόμενος φόβος ἐπαναλήψεων τῶν βροχῶν ὁπότε θα συμπληρωθῇ ἡ καταστροφή ἀναμφιβόλως; Και τι ἄλλο ένδεικνύεται ἐκ τῶν περιστάσεων ὡς ἄμεσος και ἐπιτακτική ἀνάγκη, εἰμη ἡ ταχίστη ἀποστολη βοηθειῶν πρός διάσωσιν τῶν κινδυνευόντων και ἡ παροχη ἀφθόνων μέσων προς στεγασμόν τῶν ἐν ὑπαίθρῳ; Ὅσοι ἐτάφησαν ὑπό τα ἐρείπια δεν εἶνε εὔκολον να ἀνευρεθῶσιν, ἐφ’ ὅσον τα ὕδατα δεν ἀπεσύρθησαν ἀκόμη. Ἀλλ’ οἱ διατρέχοντες τον κίνδυνον να ὑποστῶσιν ὁμοίαν τύχην πρέπει να τύχωσιν ἀμέσου ἀντιλήψεως. Νομίζομεν δε ὅτι ἡ Κυβέρνησις καθῆκον ἔχει να στρέψῃ πρωτίστως την προσοχήν της εἰς αὐτούς και να ἐννοήσῃ ὅτι πᾶσα στιγμή βραδύτητος αὐξάνει τον κίνδυνον τοῦτον και ἀντί τῶν ἑκατόν ὑπάρχει φόβος να θρηνήσωμεν ταχἐως χιλιάδας θυμάτων».

Ό,τι απέμεινε από την οικία στην οποία βρήκαν τον θάνατο 48 άτομα κατά την πλημμύρα της 4/5ης Ιουνίου 1907 (Εφ. Εμπρός, φ. 9-6-1907).

Η ίδια εφημερίδα την επόμενη ημέρα (7-6-1907), μεταξύ άλλων, έγραψε σχετικά με τις συνέπειες αυτής της πλημμύρας: «Ὁ ἀριθμός τῶν πνιγέντων ἀνεβιβάζετο εἰς 200-300. Το γυμνάσιον κατέπεσεν ἐκ θεμελίων, οἱ δε κάτοικοι ἔντρομοι ἀπεσύρθησαν εἰς τα ὑψηλότερα μέρη κάτωθεν τοῦ φρουρίου και κατά τήν συνοικίαν Βαρουσίου. […] Εἰς τήν οἰκίαν τοῦ ἱερέως Παπαχρήστου ἐπνίγησαν 42 ἄτομα». Στο ίδιο φύλλο (7-6-1907) δημοσιεύεται το τηλεγράφημα του τότε νομάρχη Τρικάλων Φαρμακόπουλου, στο οποίο σημείωνε: «Ἡ ἐξ ἀπεριγράπτου και πρωτοφανοῦς χθεσινῆς θεομηνίας καταστροφή Τρικκάλων ἄπειρος. Ἐξ οἰκιῶν μόνον λιθόκτιστοι ἐσώθησαν· πᾶσαι ἄλλαι μετεβλήθησαν ἐν διαστήματι ὡρῶν μόνον εἰς ἄμορφα ἐρείπια. Ἐγώ και ἡ οἰκογένειά μου ἐσώθημεν ἐκ θαύματος, νομαρχιακοῦ καταστήματος ὄντος παροχθίου και μονορόφου. Θυμάτων ἀριθμός ἄγνωστος εἰσέτι, πλεῖστοι κατοίκων ἰδίᾳ παροχθίων και περιχώρων, στεροῦνται στέγης και τροφίμων. Ἀνάγκη ταχυτάτης κυβερνητικῆς ἀρωγῆς πρός σωτηρίαν πάνδεινα πασχόντων ἐξ ασυλήπτου και ὑπερτέρας πάσης περιγραφῆς συμφορᾶς.Ἐβράδυνα γνωρίσω καταστροφήν Τρικκάλων ὡς μόλις ἤδη ὥραν 11ην π.μ. κατορθώσας ἐγκαταλεῖψαι Νομαρχιακήν κατάστημα, μεταβληθέν εἰς νῆσον ἀποκεκλεισμένην πάσης συγκοινωνίας. Ἀναμένω ὑμετέρας διαταγάς ἐξ ὧν δυστυχέστατοι κάτοικοι Τρικκάλων ἀπεκδέχονται σωτηρίαν των».

Ο Ληθαίος ποταμός “ήμερος” με την μεταλλική γέφυρα στο κέντρο των Τρικάλων. Στην προσχωμένη κοίτη του παίζουν παιδιά (φωτ/φία Θ. Νημά, 1988).

Αλλά και ο «δήμαρχος Τρικκάλων κ. Κανούτας την 6.15 μ.μ. τηλεγραφεῖ πρός τον κ. πρωθυπουργόν ὡς ἑξῆς:“Κυκλών φοβερός προὐκάλεσεν ἀπρόοπτον πλήμμυραν Ληθαίου ἐν καιρῷ νυκτός ὑπερβᾶσαν πᾶσαν προσδοικίαν. Πόλις Τρικκάλων κατεστράφη τελείως· συνοικίαι ὁλόκληροι μετεβλήθησαν εἰς ἐρείπια και λίμνας, 2000 οἰκίαι κατέρευσαν. Θύματα πολλά μη δυνάμενα εἰσέτι ἐξακριβωθῶσι. – Γέφυρα, ὁδοί, πεζοδρόμια, ἐμπορικά, δημόσια καταστήματα κατεστράφησαν. Θέαμα όδυνηρόν, σπαραξικάρδιον. Μόνον ἀντίληψις προσωπική δύναται καταννοήση το μέγεθος τῆς καταστροφῆς. Ὁ δῆμος ἀδυνατεῖ να ἐπαρκέσῃ και εἰς ἐλαχίστην ἀνακούφισιν. Ἀνάγκη συνδρομῆς σκαπανέων προς ἐξαγωγήν λιμναζόντων ὑδάτων. Χιλιάδες ψυχαί ἀπεκδέχονται προστασίαν Α.Μ., Κυβερνήσεως και παντός φιλανθρώπου».

Η φρικώδης λεπτομερής περιγραφή από την τρικαλινή εφημερίδα «Αναγέννησις»

Την πιο λεπτομερή περιγραφή έκανε η τρικαλινή εβδομαδιαία, τότε, εφημερίδα «Αναγέννησις» (φύλλο 23-7-1907), η οποία λόγω των καταστροφών των τυπογραφείων της εκδόθηκε μετά από δύο εβδομάδες. «Εἶνε φρικώδης και τρομακτικῶς ἀπίστευτος ἡ καταστροφή ἣν ὑπέστη ἡ πόλις μας ἐκ πρωτοφανοῦς πλημμύρας τοῦ Ληθαίου κατά την νύκτα τῆς 4ης πρός την 5ην Ἰουνίου, τοιαύτη κατά το μέγεθος, την δύναμιν και τήν καταστροφήν ὥστε ἀδυνατεῖ γραφίς νὰ παραστήσῃ δια λέξεων ἐκεῖνο το ὁποῖον ἔλαβε χώραν, οὐδέ ζωγράφος ὅσῳ ἱκανός να ἀπεδώσῃ πιστῶς και με τα κατάλληλα χρώματα την ἀπαισίαν και τρομεράν εἰκόνα τῆς φρικώδους ἐκείνης νυκτός. […]

Ἅπασα ἡ πόλις εἶχε μεταβληθῇ εἰς ἕνα γιγάντιον ὑδάτινον τέρας εἰς τοῦ ὁποίου την ἀκατάσχετον ὁρμήν και μανίαν οὐδεμία δύναμις ἠδύνατο ν’ ἀντιστῇ. Ποῦ εὑρέθη ὁ ὄγκος ἐκεῖνος ὁ φρικώδης και τρομακτικός τοῦ ὕδατος; Ἀπό ποῦ ἐξεπήδησεν ὁ γίγας ἐκεῖνος ὠκεανός τῆς καταστροφῆς ὥστε να μεταβάλῃ ὁλόκληρον την πόλιν εἰς ἐρείπια και να διασπείρῃ ἐπί τῶν έπάλξεων αὐτῆς το πένθος και την ἐπιθανάτιον σιγήν;

Ὅλοι οἱ δρόμοι τῆς πόλεως ἐπί ἕξ ὁλοκλήρους ὥρας εἶχον μεταβληθῇ εἰς φοβερούς χειμμάρους καταστροφῆς ἀκατασχέτου με ποσότητα ὑδάτων ὑπέρ τα 2 μέτρα ὕψους. Αἱ οἰκίαι ἡ μία μετά την ἄλλην ἔπιπτον ὑπό την φοράν τῶν ἀπείρων τούτων χειμμάρων και ἠκούετο ὁ κρότος τῶν καταρρεουσῶν οἰκιῶν ὡς ὁμοβροντίαι τηλεβοστοιχιῶν ἀπείρων εἰς το κρίσιμον τοῦ ἀγῶνος σημεῖον εὑρισκομένων, ἡ δε ἀπαισίως ἀγρία βοή τῶν μαινομένων γύρω ὑδάτων συμπαρασύρουσα ὑποκώφως τούς γόους και τας φωνάς τῶν πνιγομένων και ἀγωνιώντων θυμάτων ὁμοίαζε την οἰμωγήν πληγωμένων θηρίων.

Το πᾶν κατά τήν ἀπαισίαν ἐκείνην νύκτα εἶχε μεταβληθῇ. Αἱ κραυγαί, αἱ οἰμωγαί και οἱ θρῆνοι ἐσπάρασσον την καρδίαν και ἡ ἄπελπις ἀγωνία τῶν ἀτυχῶν πλασμάτων παλαιόντων πρός τον θάνατον και την καταστροφήν ηὔξανε και ἐπετείνετο ἐφ’ ὅσον ηὔξανε καταπληκτικῶς και ἡ ποσότης τοῦ ὕδατος. Ἐπί πολλήν δε ὥραν ἐπιστεύθη ὑπό τῶν ἀνθρώπων ὅτι ἡ καταστροφή θα ἦτο παντελής και ὅτι ἡ πόλις τελείως καταστρέφεται ὑπό κατακλυσμοῦ.

Μόλις περί τα ἐξημερώματα το ὕδωρ ἤρχισε να καταπίπτῃ και οἱ μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης διασωθέντες ἀνέπνευσαν, ἐδέησε δε μετά πολλάς ὥρας ὕστερον να ἀποσυρθῶσι τα ὕδατα και να ἐπικοινωνήσῃ ὁ ἀποκεκλεισμένος κόσμος, να παραστῇ δε φρικαλέος μάρτυς τῆς συντελεσθείσης ἀπαισίας και τρομακτικῆς καταστροφῆς. Τότε ἠδυνήθησαν οἱ ἐπιζήσαντες νὰ ζητήσωσι μάτην μεταξὺ τῶν διασωθέντων τὰ ἐλλείποντα μέλη τῆς οίκογενείας των. Αἱ μητέρες τα τέκνα των, οἱ σύζυγοι τας συζύγους, οἱ αδελφοί τους ἀδελφούς και τα ὀρφανά τους γονεῖς των.

Και ἔκλαιον πάντες και ὀλοφύροντο· οἱ μεν ἐθρήνουν τους πνιγέντας ἢ ταφέντας ὑπό τα ἐρείπια οἰκείους και προσφιλεῖς των, οἱ δε ἔκλαιον και ὀδύροντο ἐπί τῇ καταστροφῇ τῶν οἰκιῶν και τῆς περιουσίας τῶν καταστημάτων των, ἄλλοι δ’ ἔκλαιον ἀπό τρομακτικήν χαράν ὅταν ἀνεύρισκον ζῶντας συγγενεῖς των οὒς ἐνόμιζον παρασυρθέντας ὑπό τοῦ ὕδατος ἢ ταφέντας ὑπό τα ἐρείπια τῆς καταρρευσάσης οἰκίας των. Θέαμα γραφικώτατον ἀλλ’ ἐνταυτῷ φρικῶδες και ὀδυνηρόν.

Η 1η σελίδα της εφ. “Εμπρός” (φ. 6-6–1907) με την είδηση της πλημμύρας στην πόλη των Τρικάλων.

Μετά την καταστροφήν

Ὅταν τα ὕδατα τοῦ τοπικοῦ μας κατακλυσμοῦ ἀπεσύρθησαν και ἡ συγκοινωνία εἰς τους τόπους τῆς καταστροφῆς ἦτο ὅπως δήποτε βατή, τότε ήδυνήθησαν να ἐξακριβώσωσιν οἱ ἄνθρωποι το μέγεθος τῆς ἐπισυμβάσης καταστροφῆς. Δέκα και τέσσαρες ὅλαι συνοικίαι τῆς πόλεως ἤτοι τα 3/4 αὐτῆς ἔφερον φρικώδη και τρομερά ἴχνη τῆς καταστροφῆς. Δύο χιλιάδες οἰκίαι κατέρρευσαν και περί τα 150 ἀνθρώπινα θύματα παρασυρθέντα ὑπό τῶν ὑδάτων και καταπλακωθέντα ὑπό τῶν οἰκιῶν ἐβεβαιώθησαν.

Ἡ σκαπάνη τῶν στρατιωτῶν ἐπί ἡμέρας ὁλοκλήρους εἰς τα ἐρείπια ἐργαζομένη ἀνέσυρε τα πτώματα και ἐνήργει την ταφήν αὐτῶν μετά πυρετώδους ἐργασίας διότι ὁ κίνδυνος ἐπιδημίας ἦτο ἐπί θύραις».

Επίσκεψη του βασιλιά Γεωργίου

Λόγω της μεγάλης καταστροφής που υπέστησαν τα Τρίκαλα, επισκέφτηκαν την πόλη ο βασιλιάς Γεώργιος και ο υπουργός Εσωτερικών Καλογερόπουλος. Αλλά, όπως καταγγέλλει πάλι ο Τύπος της εποχής και θα παρουσιάσω στη συνέχεια, παρά τις υποσχέσεις για ουσιαστική βοήθεια και την συγκέντρωση χρημάτων από εράνους, οι πλημμυροπαθείς ως το τέλος Αυγούστου έμειναν στοιβαγμένοι σε σχολεία και στο Κουρσούμ τζαμί. Τότε (Αύγουστο) δημοπρατήθηκε η κατασκευή 601 κατοικιών, αλλά λόγω αδυναμίας των λατομείων να καλύψουν τις ανάγκες με οικοδομήσιμες πέτρες οι εργασίες προχωρούσαν αργά. Την αργοπορία και την αναβλητική τακτική του Κράτους σχολίασε η εφημερίδα “Αναγέννησις” (φύλλο 4-8-1907) με πρωτοσέλιδο άρθρο του διευθυντή της και τίτλο «Η αυτή τακτική».

Για την αποφυγή νέων πλημμυρών στην πόλη των Τρικάλων και στις πέριξ αυτού περιοχές, κατά την δεκαετία του 1930 κατασκευάστηκε φράγμα λίγο πριν από το χωριό Θεόπετρα, με μικρή σήραγγα διοχετεύσεως ορισμένης ποσότητας νερού προς Τρίκαλα, και διανοίχτηκε κανάλι εκτροπής των πλεοναζόντων υδάτων προς τον Πηνειό στο ύψος του χωριού Περιστέρα.

Η 3η σελίδα της εφ. “Εμπρός” (φ. 6-6–1907) με τα τηλεγραφήματα για την πλημμύρα στην πόλη των Τρικάλων.

Δίδαγμα

Τα ποτάμια δημιουργήθηκαν από τις βροχές και τις πλημμύρες και τα νερά τους ακολουθούν τον φυσικό νόμο. Κάθε άστοχη παρέμβαση στην πορεία τους και η αφαίρεση μέρους της κοίτης τους συνήθως έχει οδυνηρές συνέπειες. Υπερχειλίσεις ποταμών και πλημμύρες γίνονταν και θα γίνονται. Το ζητούμενο είναι οι άνθρωποι να διδάσκονται από αυτά και να μην επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη. Καλό είναι να έχουμε υπόψη μας τη λαϊκή σοφία που αποφαίνεται επιγραμματικά: «Μην πάρεις δίκιο αδελφού και μέρος ποταμού» και «Ο ξένος και ο ποταμός τον τόπο τους γυρεύουν».

Η 4η σελίδα της εφ. “Εμπρός” (φ. 8-6–1907) με νεώτερες ειδήσεις για την πλημμύρα στην πόλη των Τρικάλων.

Η πλημμύρα του Πηνειού πού έγινε και Δημοτικό Τραγούδι

Η πλημμύρα του Πηνειού, που λεγόταν «Σαλάμπρια», έγινε και Δημοτικό Τραγούδι, που είναι το ακόλουθο:

Ποιά ἦταν αὐτήν πού τό ’λιγι τ’ ἀδέρφια δέν πονιοῦνται,
τ’ ἀδέρφια σκίζουν τά βουνά κ’ οἱ ἀδερφές τούς κάμπους
κ’ ἡ μάνα σκίζει τή θάλασσα ὅσο νά τ’ ἀνταμώσει,
πού πάησι κί τ’ ἀντάμουσι σ’ ἕνα ξηρό ποτάμι,
ποτές νιρό δέν ἴφιρι, ποτές δέν κατεβάζει
κι ἀπό τά δάκρυα τά πολλά κι ἀπό τά μοιρολόγια
ἡ Σαλαμπριά κατέβασε κατεβασιές μεγάλες,
φέρνει δέντρα, φέρνει κλαριά, δέντρα ξεριζωμένα,
φέρνει καί μιά μοσκομηλιά μέ μῆλα φορτωμένη
κι ἀπάνου στά κλωνάρια της δυό ἀδέλφια ἀγκαλιασμένα,
γυρνάει τού μικρότερου κί λέει τοῦ μεγάλου:
– Σκύψι, ἀδερφέ, κι ἀγκάλιασε, σκύψι κι ἀγκάλιασέ με,
τώρα θά ξιχουρήσουμι, σιά ποῦ θ’ ἀνταμωθοῦμε;
– ῞Οντας θά στύψει ἡ θάλασσα νά γένει περιβόλι
κι ὅντας θ’ ἀνθίσει ὁ ξέρακας νά βγάλει νιό βλαστάρι.

Τις απογευματινές ώρες της Δευτέρας 4ης Ιουνίου άρχισε να σκοτεινιάζει από μαύρα σύννεφα και σε μικρό διάστημα εκδηλώθηκε σφοδρή κακοκαιρία, η οποία συνεχίστηκε όλη τη νύχτα με αποτέλεσμα να ξεχειλίσει ο Ληθαίος ποταμός ιδίως στην περιοχή των Κουτσομυλίων. Συνολικά τα θύματα της πλημμύρας αυτής υπολογίζονται πάνω από διακόσια (200) έως τριακόσια (300), ενώ τα σπίτια που κατέρρευσαν ήταν πάνω από χίλια διακόσια.

Κι όμως, μολονότι τότε επισκέφτηκαν την πόλη ο βασιλιάς Γεώργιος και ο υπουργός Εσωτερικών Καλογερόπουλος, οι υποσχέσεις και τότε συνοδεύτηκαν από την αργοπορία και την αναβλητική τακτική του Κράτους σχολίασε, όπως με απογοήτευση κατήγγειλε δύο ακριβώς μήνες αργότερα η εφημερίδα “Αναγέννησις” Τρικάλων (φύλλο 4-8-1907) με πρωτοσέλιδο άρθρο του διευθυντή της και τίτλο «Η αυτή τακτική». Είχε προηγηθεί ένα περίπου μήνα νωρίτερα (φύλλο 7 Ιουλίου 1907) άρθρο της ίδια εφημερίδας υπό τον τίτλο «Κώδων Κινδύνου», και με την απογοητευτική επισήμανση ότι «τριάκοντα ὁλόκληροι ἡμέραι συνεπληρώθησαν και διέρρευσαν χωρίς να γίνῃ τίποτε ἀπολύτως προς ἀνόρθωσιν, χωρίς να ληφθῇ οὐδέν μέτρον προς πρόληψιν τοῦ ἐπί θύραις μεγάλου ἐπικειμένου κακοῦ ἐκ τοῦ ἐπερχομένου χειμῶνος…»!

Η πρώτη σελίδα της εφ. “Αναγέννησις” (φ. 23-6–1907) με το “Ελεγείον” του Κ. Βλιτσάκη.

«Συνεπληρώθησαν τριάκοντα ημέραι χωρίς να γίνη τίποτε απολύτως…»!

Πέρασαν άλλες δύο εβδομάδες από τη δημοσίευση του άρθρου, με το οποίο καταγγελλόταν ότι στο διάστημα δύο μηνών από την καταστροφή «δεν είχε γίνει τίποτε απολύτως», και η ίδια εφημερίδα επανέρχεται με άλλο άρθρο πάλι στην πρώτη σελίδα στις Εφ. Αναγέννησις (Τρικάλων), φ. 21-7-1907, 1η σελίδα.

Το πλήρες κείμενο του άρθρου της εφημερίδας στην πρώτη σελίδα έχει ως εξής:

«Μην ὁλόκληρος παρῆλθεν ἀπό τῆς ἀποφράδος ἐκείνης ἡμέρας, καθ’ ἣν ἡ ἕως την στιγμήν ἐκείνην ἀνθηρά και περικαλής πόλις ἡμῶν μετεβλήθη ὑπό φοβεροῦ κυκλῶνος εἰς ἐρείπια καταστροφῆς και εἰς συντρίματα φρίκης. Τριάκοντα ὁλόκληροι ἡμέραι συνεπληρώθησαν και διέρρευσαν χωρίς νὰ γίνῃ τίποτε ἀπολύτως προς ἀνόρθωσιν, χωρίς να ληφθῇ οὐδέν μέτρον προς πρόληψιν τοῦ ἐπί θύραις μεγάλου ἐπικειμένου κακοῦ ἐκ τοῦ ἐπερχομένου χειμῶνος.

Χἰλιαι και πλέον οἰκογένειαι μένουσιν εἰσέτι ἄστεγοι και ἀνέστιοι διαιτώμεναι ἐπί ὑπαίθρου και ὁ Θεός μόνον γνωρίζει τι ὑποφέρουσι και σήμερον ἔτι με ὅλην τοῦ καιροῦ την εὔνοιαν.

Χίλιαι και πλέον οίκογένειαι γυμνητεύουσι και τα πάνδεινα ὑφίστανται συγκρατούμεναι ὑπό τῆς άνάγκης και ὑποδαυλιζόμεναι ὑπό τῆς ἐλπίδος, ὅτι οἱ διέποντες την τύχην τοῦ Ἔθνους δεν θέλουσιν ἐγκαταλίπει αὐτάς εἰς το ἔλεος τῆς τύχης των, ἀλλ’ ὅτι θα πράξωσι τα πάντα ὅπως ἀνακουφίσωσιν αὐτάς εἰς τα δεινοπαθήματά των και παράσχωσιν αὐτοῖς ἄσυλον και στέγην δια να ζήσωσιν.

Δυστυχῶς αἱ ἡμέραι παρέρχονται ταχέως ἡ μία μετά την ἄλλην, παρήλθε μην και ἡ Κυβέρνησις θα συσκέπτηται ἀκόμη, ἐνῶ ἔπρεπε να ἔχῃ λύσῃ ἤδη το ζήτημα, ὁ δε χειμών ἀμείλικτος, τρομερός και ἀπαίσιος ἐπίκειται ἐπισείων το φάσμα ἀγρίου και ἀσπλάχνου και μαρτυρικοῦ θανάτου εἰς τα γυμνητεύοντα και ἀνέστια γυναικόπαιδα ὑπερχιλίων οἰκιογενειῶν.

Ὁ καιρός ἐπείγει σπουδαίως και ἀπαιτεῖται ταχίστη και σύντονος ἐνέργεια τῶν Κυβερνώντων προς ἀνοικοδόμησιν τῶν καταστραφεισῶν οἰκιῶν τοὐλάχιστον μέχρι τοῦ Ὀκτωβρίου διότι ἄλλως ἡ τελευτή τῆς πόλεως τῶν Τρικκάλων θα εἶνε τότε τελεία και οὐδέν μέσον θα δυνηθῇ να ἀναχαιτίσῃ την πλήρη καταστροφήν.

Εἰς την Κυβέρνησιν, εἰς τον Βασιλέα δεν ἐπιτρέπεται πλέον οὐδέ ἡ ἐλαχίστη ὀλιγωρία εἰς το σπουδαιότατον και ἀναγκαιότατον τοῦτο ζήτημα τῆς ἀνοικοδομήσεως τῶν οἰκιῶν τῆς πόλεώς μας.

Πρέπει να γνωρίζομεν ἥ τε Κυβέρνησις και ὁ Βασιλεύς ὅτι ἐπερχομένου τοῦ χειμῶνος και μη ὑπαρχουσῶν οἰκιῶν ἡ ἀπελπισία και ἡ ἀνάγκη θα φέρῃ τας χιλιάδας ταύτας τῶν ἀνεστίων εἰς ἀπόγνωσιν και τότε ὁ Θεός μόνον γνωρίζει τι εἰμπορεῖ να γίνῃ.

Κρούομεν ἀπό τοῦδε τον κώδωνα τοῦ κινδύνου και ἐπικαλούμεθα σύντονον την προσοχήν και ταχίστην ἐνέργειαν τῶν κυβερνώντων ἐπί τοῦ ζητήματος τῶν οἰκιῶν.

Ἐάν σήμερον παρατηρεῖται κάποια ἡσυχία, ἡ ἡσυχία αὕτη εἶνε φαινομενική και ἐγκρύπτει μέσα, ἐκκολάπτει φρικώδη και τρομεράν τρικυμίαν, ἥτις θα ἐκσπάσῃ τρομερά και ἀκατασχετος τοῦ καιροῦ ἐπερχομένου.

Ἐάν ὁ λαός συνέρχεται σήμερον εἰς εἰρηνικά συλλαλητήρια και ἀπευθύνῃ ἐκκλήσεις και βοᾷ φωνῇ μεγάλῃ ὑπέρ τῆς ἀτυχίας του και ἐκλιπαρεῖ και ἱκετεύει τοῦτο προέρχεται ἀπό το φύσει εἰρηνικόν και νοματαγές και φιλήσυχον τοῦ χαρακτῆρος του.

Ἀλλά και το νομοταγές και το φιλήσυχον και το εὐπειθές και τοῦ μᾶλλον ἰσχυροτέρου χαρακτῆρος κατασυντρίβεται ὑπό τῆς ἀνάγκης, ἐκμηδενίζεται ὑπό τῆς ἀπελπισίας, και ὑποχωρεῖ πρό τῆς ἀπογνώσεως.

Και ἡ ἀνάγκη, ἡ απελπισία και ἡ ἀπόγνωσις ἀναλογισθῆτε εἰς τι εἰμπορεῖ να ἐξωθήσῃ λαόν ἄστεγον και ὑλικῶς τελείως συντετριμμένον.

Δια τοῦτο κρούομεν και πάλιν τον κώδωνα τοῦ κινδύνου και ἐπικαλούμεθα ταχίστην και ἀποτελεσματικήν τήν ἐνέργειαν τῆς Κυβερνήσεώς μας».

Η 2η σελίδα της εφ. “Αναγέννησις» (φ. 23-6-1907), όπου παρουσιάζεται η “Καταστροφή” που υπέστησαν τα Τρίκαλα από τον εκχειλίσαντα Ληθαίο.

«Η κυβέρνησις παίζει με την δυστυχίαν μας»

Πέρασαν άλλες δύο εβδομάδες από τη δημοσίευση του άρθρου, με το οποίο καταγγελλόταν ότι στο διάστημα δύο μηνών από την καταστροφή «δεν είχε γίνει τίποτε απολύτως», και η ίδια εφημερίδα επανέρχεται με άλλο άρθρο πάλι στην πρώτη σελίδα (φύλλο 21-7-1907) υπό τον τίτλο «Η Κυβέρνησις παίζει με την δυστυχίαν μας», τονίζοντας ότι «Ἐπὶ δύο ἤδη ὁλοκλήρους μῆνας ἡ Κυβέρνησις δεν κατόρθωσε να λύσῃ το ζήτημα τῶν οἰκιῶν μας, διότι δεν ἔχει την προς τοῦτο θέλησιν και ἄλλοτε μεν διαδίδει ὅτι θα δώσῃ αὐτή ἐκ τῶν ταμείων της 300 και ἄλλοτε 500 δραχ. δι’ ἑκάστην οἰκίαν προς ἀνοικοδόμησιν, ἄλλοτε ὅτι αἱ διαραγματεύσεις περί δανείου εὑρίσκονται εἰς το τέλος, ἄλλοτε ὅτι ὑπογράφεται το δάνειον ἐν τάχει καἰ ἄλλοτε ὅτι το δάνειον θα το πάρῃ ὁ Δῆμος και χίλια δύο κορκοφέξαλα τα ὁποῖα οὔτε ὁ ἔσχατος τῶν ἀνθρώπων καταδέχεται να λέγῃ και κάμνει εἰς βάρος τῆς δυστυχίας λαοῦ ἀτυχοῦς πολύ δε μᾶλλον το ἐπἰσημον Κράτος».

Το πλήρες κείμενο και του άρθρου αυτού (βλέπετε πώς η ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία και φάρσα!) έχει ως εξής:

«Ὁ Ἰούλιος μην πλησιάζει εἰς το τέλος του και εἶνε ὁ δεύτερος μην ἀπό τῆς ἐπισυμβάσης μεγάλης καταστροφῆς τῆς πόλεώς μας. Και ἐνῷ ἐπεριμένομεν -ὡς ἔδει- να ἴδωμεν ἀνεγειρομένας κατά το διαρρεῦσαν δίμηνον διάστημα ἱκανάς οίκίας έκ τῶν καταστραφεισῶν, παριστάμεθα οὐχ ἧττον μάρτυρες ψυχροί και θλιβεροί τῆς παιζομένης εἰς βάρος μας κωμωδίας ἐκ μέρους τοῦ ἐπισήμου Κράτους.

Ἐπί δύο ἤδη ὁλοκλήρους μῆνας ἡ Κυβέρνησις δεν κατόρθωσε να λύσῃ το ζήτημα τῶν οἰκιῶν μας, διότι δεν ἔχει την προς τοῦτο θέλησιν και ἄλλοτε μεν διαδίδει ὅτι θα δώσῃ αὐτή ἐκ τῶν ταμείων της 300 και ἄλλοτε 500 δραχ. δι’ ἑκάστην οἰκίαν προς ἀνοικοδόμησιν, ἄλλοτε ὅτι αἱ διαραγματεύσεις περί δανείου εὑρίσκονται εἰς το τέλος, ἄλλοτε ὅτι ὑπογράφεται το δάνειον ἐν τάχει καἰ ἄλλοτε ὅτι το δάνειον θα το πάρῃ ὁ Δῆμος και χίλια δύο κορκοφέξαλα τα ὁποῖα οὔτε ὁ ἔσχατος τῶν ἀνθρώπων καταδέχεται να λέγῃ και κάμνει εἰς βάρος τῆς δυστυχίας λαοῦ ἀτυχοῦς πολύ δε μᾶλλον το ἐπἰσημον Κράτος!

Το ἀποτέλεσμα δε ὅλων αύτῶν τῶν ένεργειῶν τοῦ Κράτους, τῶν Ἐπιτροπῶν, τῶν Βουλευτῶν, του Συλλαλητηρίου και τῶν κραυγῶν ἐπισφραγίζει ἡ ἀναλγησία και ἀδιαφορία τῆς Κυβερνήσεως με ἕνα μεγάλο μεγάλο μηδενικό μέχρι τῆς σήμερον τοὐλάχιστον.

Ἡ Κυβέρνησις εἰς το ζήτημα αὐτό πηγαίνει κλοῦ, κλοῦ ἕως να περάσῃ ὁ καιρός, να λησμονηθῇ ἡ λυπηρά ἀνάμνησις τῆς καταστροφῆς, να ξεθυμάνῃ ὁ κόσμος και να περάσῃ ἔτσι το πρᾶγμα, να βράσουμε δηλ. με το ζουμί μας.

Και δεν ἔχει και ἄδικον!

Δυστυχῶς αἱ Ἑλληνικαὶ Κυβερνήσεις δεν ἐσυνείθισαν να κάμνουν ποτέ το καθῆκον των αὐτοβούλως και αὐτοπροαιρέτως. Αἱ Ἐλληνικαί Κυβερνήσεις δεν ἐξετίμησαν ποτέ οὐδ’ έκτιμῶσι το νομοταγές και εὐπειθές και ὑπήκοον τοῦ λαοῦ των, ἐνῶ ἐξ ἐναντίας ἐνδίδουσι πάραυτα και τρέμουσι προ τῶν ταραξιῶν και ἐπιτηδείων φωνασκῶν και ταραχοποιῶν ἐκ τῶν κατοίκων και ἔχομεν πλεῖστα ὅσα παραδείγματα προς τοῦτο.

Ἐάν και ἡ Θεσσαλία δεν ἦταν ἥμερη και ἥσυχη γαλάρα να την ἀπομυζαίνουν μέχρι τρυγός πάντοτε, ἀλλ’ ἦτο Πελοπόννησος με τας σωρείας τῶν καθυστερουμένων της. Ἐάν τα Τρίκκαλα ἦσαν Μπαρμπάσαινα και οἱ Τρικκαλινοί Μπαρμπασαινιῶται, βεβαίως ὄχι μόνον τα σπίτια των θα εἶχον ἤδη ἀνεγερθῇ δαπάναις τοῦ Δημοσίου Ταμείου, ἀλλά και πᾶσα οἵα δήποτε συνδρομή, ἀρωγή και βοήθεια ἤθελε δοθῆ εἰς τους παθόντας κατοίκους της.

Εἶνε αἶσχος διά το Κράτος να μη θέλῃ να διαθέσῃ ἐκ τῶν Ταμείων του ἓν ποσόνν ὑπέρ τῶν πλημμυροπαθῶν τέκνων του προς ἀνοικοδόμησιν τῆς στέγης τῶν ἀστέγων και να ἐπαιτῇ παρά τῶν Τραπεζῶν δάνειον ἑνός ἑκατομμυρίου κατά τρόπον φενακίστικον μᾶλλον ἣ πραγματικόν, ἐν ᾧ χρόνῳ ἄλλοτε διέθετε με ἐλαφράν την συνείδησιν ποσόν τριῶν ἑκατομμυρίων δια την συγκοινωνίαν τῆς Πελοποννήσουν εἰς τον σιδηρόδρομόν της.

Και ἐν τοσούτῳ ὁ καιρός παρέρχεται ἄπρακτος. Ὁ Ἰούλιος παρῆλθε, θα παρέλθη δε και ὁ Αὔγουστος και ὁ Σεπτέμβριος κατά τον αὐτόν τρόπον και ἡ Κυβέρνησις ἀκόμη θα φροντίζῃ να ἐξεύρῃ το δάνειον ὑπέρ τῶν πλημμυροπαθῶν Τρικκαλινῶν χωρίς να κατορθώνῃ ποτέ να το εὑρίσκῃ, ἡ δε Α.Μ. ὁ Βασιλεύς ἐπιστρέφων κατ’ Ὀκτώβριον ἐκ τῶν λουτρῶν τοῦ Αἵξ-Λεμπαίν, θα ἐπισκεφθῇ και πάλιν τα Τρίκκαλα ὅπως παρακολουθήσῃ τας ἐργασἰας τῆς ἀνοικοδομήσεως τῶν οἰκιῶν.

Ὁποία θλιβερά εἰρωνία!».

Και η «αυτή τακτική» της ντροπής και «μπουγιούν – γιάρεμ» (αποφυγή!) συνεχίστηκε!

Η ντροπή της κρατικής αδιαφορίας και η οργή κορυφώνεται με νέο μαστειγωτικό άρθρο της ίδιας εφημερίδας ύστερα ακριβώς από τέσσερις μήνες από τη φονική πλημμύρια (φύλλο4-8-1907) και πάλι στην πρώτη σελίδα υπό τον τίτλο «Η αυτή τακτική» και με την κραυγή απελπισίας «Οὔτε ὑπάρχει λοιπόν ἐλπίς να γίνῃ τίποτε διά την δυστυχήσασαν πόλιν μας ἐκ μέρους τῆς Κυβερνήσεως, καθώς δεικνύουν τα πράγματα» και την υπενθύμιση της τακτικής «μπουγιούν – γιαρέμ» που εφαρμόζει η Τουρκία, όταν ήθελε να αποφύγει κάτι, και που εφαρμόζουν και οι σημερινές κυβερνήσεις με τη γνωστή τακτική του «στρίβειν δι΄επιτροπών». Όπως τονίζει ο αρθρογράφος «Ἡ Τουρκία ὅταν δεν θέλει να κάμῃ ὅ,τι το καθῆκον τῆς ἐπιβάλλει και δια να ἀποφύγῃ την πίεσιν τῶν Δυνάμεων ἐφαρμόζει την τακτικήν τῶν αἰωνίων ἀναβολῶν. Ἐφαρμόζει το σύστημα τοῦ “Μπουγιούν – γιάρεμ”. “Μπουγιούν – γιάρεμ”, λοιπόν, κι ας δούμε τί καταγγέλλει η εφημερίδα:

«Οὔτε ὑπάρχει λοιπόν ἐλπίς να γίνῃ τίποτε διά την δυστυχήσασαν πόλιν μας ἐκ μέρους τῆς Κυβερνήσεως, καθώς δεικνύουν τα πράγματα.

Ἡ Τουρκία ὅταν δεν θέλει να κάμῃ ὅ,τι το καθῆκον τῆς ἐπιβάλλει και δια να ἀποφύγῃ την πίεσιν τῶν Δυνάμεων ἐφαρμόζει την τακτικήν τῶν αἰωνίων ἀναβολῶν. Ἐφαρμόζει το σύστημα τοῦ “Μπουγιούν – γιάρεμ”.

Ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις ἀντιγράφει το σύστημα πιστῶς τῆς Τουρκίας και εἰς την δυστυχίαν τοῦ λαοῦ της σκορπίζει πολλάς ὑποσχέσεις, ἀλλά πάντοτε, ὑποσχέσεις και δυστυχῶς μέχρι σήμερον μόνον ὑποσχέσεις.

Ἡ Τουρκία με το “μπουγιούν – γιάρεμ” και ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις με το “ὡσονούπω” ταιριάζουν καθ’ ὅλα με μόνην την διαφοράν ὅτι ἡ Τουρκία προκειμένου περί τῆς ἀρωγῆς ἀτυχησάντων ὑπηκόων της εἶνε ἀπειράκις φιλανθρωποτέρα και ἀσυγκρίτως γενναιοτέρα και ταχυτέρα εἰς τας ἀποφάσεις της, τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως.

Περάσανε δύο μῆνες χωρίς να γίνῃ οὔτε το Α τῆς ἀνοικοδομήσεως και ἀρωγῆς τοῦ Κράτους προς τους παθὀντας, ἀστέγους, ἀνεστίους και γυμνητεύοντας πληθυσμούς τῆς ἀτυχησάσης πόλεώς μας. Θα περάσῃ και ὁ Αὔγουστος κατ’ αυτόν τον τρόπον και τοιουτοτρόπως ὁ χειμών θα μᾶς εὕρῃ εἰς την αὐτήν φρικώδη και ἀπελπιστικήν κατάστασιν εἰς ἣν μᾶς ἀφῆκεν ἡ πλημμύρα.

Το Κράτος λοιπόν κατά τα φαινόμενα δεν ἔχει σκοπόν να ἔλθῃ ἀρωγός εἰς την δυστυχίαν μας και ἐγκαταλείπει τας ἀστέγους ψυχάς τῆς πλημμυροπαθοῦς πόλεώς μας εἰς την τύχην των.

Ἀπέναντι τῆς τοιαύτης ἀστοργίας τῆς Κυβερνήσεως και τῆς ἀκατανομάστου ἐγκαταλείψεως, ὁ καταστραφείς και γυμνητεύων λαός τοῦ χειμῶνος ἐπερχομένου, τι τον συμβουλεύετε νά πράξῃ σεῖς οἱ προέχοντες και οἱ εὐημεροῦντες;

Ἐπαναλαμβάνομεν και πάλιν να κρούσωμεν τον κώδωνα τοῦ κινδύνου, κινδύνου μεγάλου και τρομεροῦ και ἀναποδράστου, ὅστις μέλλει να προκύψη τοῦ χειμῶνος ἐπερχομένου φοβερός και ἀπαίσιος ἐφ’ ὁλοκλήρου τῆς πόλεως και να διασαλεύσῃ ἐπικινδύνως τα θεμέλια αὐτῆς ὅταν ὁ πάσχων λαός τελείως ἐγκαταλελειμμένος πάσης ἀρωγῆς και βοηθείας εὑρεθῇ εἰς ἀπελπισίαν και ἀπόγνωσιν.

Εἴπομεν και ἄλλοτε και ἐπαναλαμβάνομεν ὅτι ἡ ἀπελπισία και ἀπόγνωσις λαοῦ τα πάνδεινα πάσχοντος και ὑπό τοῦ καιροῦ και τῶν νόσων κατατρυχουμένου εἰμπορεῖ να γεννήσῃ ἔτι θλιβερότερα πράγματα εἰς τον τόπον και το Κράτος ἐάν ἐγκαίρως δεν ληφθῶσι σύντονα προς θεραπείαν τῶν πρώτων ἀναγκῶν αυτοῦ μέτρα.

Δυστυχῶς δεν ἠθέλησαν να μᾶς ἀκούσουν τότε, δεν θα μᾶς ἀκούσουν και σήμερον, ἀλλ’ ὅταν θα αἰσθανθοῦν το ἐπικείμενον ἀναπόφευκτον κακόν, θα εἶνε ἴσως πολύ ἀργά δια την θεραπείαν αυτοῦ.

Ἡ πόλις τῶν Τρικκάλων και ὁ λαός αὐτῆς ὑπέστη τρομεράν ζημίαν.

Δεν την ἠσθάνθησαν σήμερον ἴσως οἱ ἰθύνοντες το Κράτος ἢ δεν ἠθἐλησαν να την έννοήσουν, θα την αἰσθανθοῦν ὅμως αὔριον ὅταν το μαχαίρι ἐγγίσει το κόκαλον».

* Ο Θεόδωρος Α. Νημάς είναι δρ Ιστορίας της Εκπαιδεύσεως, πρώην σχολικός σύμβουλος φιλολόγων

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts