Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) εμφανίζονται ολοένα και πιο αισιόδοξοι σχετικά με το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων τον Ιούνιο, καθώς ο πληθωρισμός συνεχίζει να υποχωρεί. Ωστόσο, δε φαίνεται να υπάρχει διάθεση για μια πιο δραστική κίνηση, σύμφωνα με έξι πηγές που μίλησαν στο Reuters.
Τα κορυφαία στελέχη της ΕΚΤ συγκεντρώθηκαν στην Ουάσινγκτον για τις Εαρινές Συναντήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας και αξιολόγησαν την επιβράδυνση της οικονομίας τόσο στην ευρωζώνη του ευρώ όσο και παγκοσμίως.
Η αβεβαιότητα που προκάλεσαν οι δασμοί που επέβαλε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχει δημιουργήσει ανησυχίες για τις επενδύσεις. Τα στοιχεία από τη ζώνη του ευρώ δείχνουν επίσης ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα έχει σχεδόν σταματήσει αυτόν τον μήνα, ενώ οι αυξήσεις μισθών αναμένεται να περιοριστούν σημαντικά.
Το σημαντικότερο για την πορεία του πληθωρισμού είναι ότι οι προσωρινοί δασμοί 20% που επέβαλε ο Τραμπ στα ευρωπαϊκά προϊόντα αποδείχθηκε λιγότερο σοβαρός από ό,τι είχε εκτιμήσει η ΕΚΤ, ενώ προς το παρόν έχει αποφευχθεί ο κίνδυνος αντιποίνων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αρκετοί διοικητές να θεωρούν πλέον πιο πιθανή μια όγδοη διαδοχική μείωση των επιτοκίων κατά ένα τέταρτο της μονάδας στη συνεδρίαση της 4ης Ιουνίου, όταν η ΕΚΤ θα ανακοινώσει και τις νέες οικονομικές της προβλέψεις. Η ΕΚΤ είχε ήδη μειώσει το βασικό της επιτόκιο στο 2,25% νωρίτερα μέσα στον μήνα.
Τι βλέπει η ΕΚΤ
Σύμφωνα με τη θέση της ΕΚΤ, οι αξιωματούχοι διατηρούν ανοιχτές τις επιλογές τους, δεδομένου ότι η απόφαση απέχει ακόμη περισσότερο από έναν μήνα και η οικονομική πολιτική έχει γίνει απρόβλεπτη μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ στις 2 Απριλίου.
Η κίνηση του Τραμπ έχει κλονίσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην αμερικανική οικονομία, αλλά και στο δολάριο ως ασφαλές καταφύγιο, οδηγώντας σε πτώση τόσο των τιμών των καυσίμων όσο και της ισοτιμίας του δολαρίου έναντι του ευρώ.
Αυτό είχε ως συνέπεια την ενίσχυση των αποπληθωριστικών πιέσεων στη ζώνη του ευρώ, περιορίζοντας τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο διατήρησης υψηλού πληθωρισμού, ακόμη και μεταξύ των πιο «σκληροπυρηνικών» μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ.
Παρά ταύτα, οι προοπτικές παραμένουν αβέβαιες, καθώς η πιθανότητα ενός πιο κατακερματισμένου παγκόσμιου περιβάλλοντος, οι φθηνότερες εισαγωγές από την Κίνα και η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης λόγω των δημοσιονομικών σχεδίων δαπανών της Γερμανίας δημιουργούν αντικρουόμενες δυνάμεις.
Για τον λόγο αυτό, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής που μίλησαν στο Reuters δεν θεωρούν σκόπιμο προς το παρόν να εξετάσουν μια μεγαλύτερη μείωση κατά 50 μονάδες βάσης, καθώς εκτιμούν ότι μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να προκαλέσει αδικαιολόγητη ανησυχία στις αγορές.