Οι δασμοί που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ στα προϊόντα από το εξωτερικό, έφεραν τους Αμερικανούς καταναλωτές προ εκπλήξεων. Όσοι κάνουν ηλεκτρονικές αγορές από την Κίνα ή ακόμη και από την Ευρώπη επιβαρύνονται με χρεώσεις που δεν υπολόγιζαν κατά την παραγγελία τους.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Washington Post, λίγες ημέρες ή εβδομάδες μετά την παραγγελία τους, οι εταιρείες ταχυμεταφορών των ΗΠΑ τους ενημερώνουν ότι, για να παραλάβουν πρέπει να πληρώσουν έξτρα χρήματα. Αιτία, οι δασμοί, οι οποίοι υπολογίζονται κατά την άφιξη των προϊόντων στο τελωνείο.
Οι δασμοί που έχει επιβάλει η κυβέρνηση Τραμπ είναι 10% στα προϊόντα όλων των χωρών, πλην Κίνας. Τα κινεζικά προϊόντα επιβαρύνονται με δασμό 30%. Επιπλέον, οι ΗΠΑ κατήργησαν από τις 2 Μαΐου την εξαίρεση de minimis σε είδη μικρής αξίας από την Κίνα. Αυτή προέβλεπε ότι δέματα αξίας κάτω των 800 δολαρίων εισέρχονταν στη χώρα χωρίς δασμούς.
Η «μη αναμενόμενη χρέωση εισαγωγής» οφειλόταν στο γεγονός ότι ένα αντικείμενο στην παραγγελία του περιελάμβανε υλικά από την Κίνα
Οι αλλαγές αυτές που έφεραν οι δασμοί, έχουν παγιδεύσει αγοραστές σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αναφέρουν ότι πραγματοποιούν αγορές και στη συνέχεια λαμβάνουν ένα σημείωμα από την εταιρεία μεταφορών που τους ενημερώνει ότι πρέπει να πληρώσουν δασμούς για να παραλάβουν τα αγαθά.

Οι παραγγελίες από το εξωτερικό δεν μπορούν να παραληφθούν από τους αγοραστές, αν δεν πληρωθεί ο δασμός
Τέλη και φόροι
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Μπεν Ντομίνγκες-Μπένερ, προγραμματιστής στο Όστιν του Τέξας. Οι δασμοί για μια παραγγελία 183 δολαρίων, για ένα σύστημα οργάνωσης καλωδίων από τη Σουηδία, έφτασαν τα 137,42 δολάρια. Η εταιρεία κούριερ δεν ανέφερε πουθενά στο μήνυμά της τη λέξη δασμοί. Του το εξήγησε όμως η σουηδική εταιρεία από την οποία έκανε την παραγγελία. Η «μη αναμενόμενη χρέωση εισαγωγής» οφειλόταν στο γεγονός ότι ένα αντικείμενο στην παραγγελία του περιελάμβανε υλικά από την Κίνα.
Οι νέες χρεώσεις μετά την αγορά είναι κάπως ασυνήθιστες και πιθανώς προσωρινό πρόβλημα, σύμφωνα με τους ειδικούς του κλάδου. Οι δασμοί επιβάλλονται από τους μεταφορείς, οι οποίοι φαίνεται ότι λειτουργούν ως τελωνειακοί μεσίτες, διασφαλίζοντας ότι τα τέλη εισαγωγής καταβάλλονται εισπράττοντας το ποσό από τους παραλήπτες του δέματος.
Έρχονται αυξήσεις
Γνώστες της αγοράς αναφέρουν ότι αυτό το πρόβλημα της εκ των υστέρων έξτρα χρέωσης είναι προσωρινό. Υπό την έννοια ότι οι καταναλωτές θα γνωρίζουν τι θα πληρώσουν από τη στιγμή που κάνουν την παραγγελία τους, όχι ότι θα καταργηθούν οι δασμοί. Καθώς οι δασμοί στα κινεζικά προϊόντα φαίνεται να βρίσκονται σε ένα νέο, σταθερό επίπεδο, οι λιανοπωλητές θα αρχίσουν να αυξάνουν το βασικό κόστος. Πώς: προσθέτοντας τα δασμολογικά στοιχεία στοιχεία στις αγορές ή αυξάνοντας τα τέλη αποστολής και διαχείρισης.
Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν εδώ και μήνες ότι οι υψηλοί δασμοί που επιβάλλονται από τις ΗΠΑ θα αυξήσουν τις τιμές για τους καταναλωτές. Προς το παρόν, οι υψηλότερες τιμές δεν έχουν ακόμη εμφανιστεί στα στοιχεία σε εθνικό επίπεδο. Αλλά η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών και κατασκευάζει ένα σημαντικό μέρος των οικιακών ειδών στα οποία βασίζονται οι καταναλωτές.
Οι καταναλωτές έχουν συνηθίσει να ψωνίζουν μέσω διαδικτύου, χωρίς να ανησυχούν ακριβώς πού κατασκευάστηκαν τα προϊόντα τους. Οι δασμοί το αλλάζουν αυτό. Σύμφωνα με τον Μπέρνι Χαρτ, αντιπρόεδρο τελωνείων σε εταιρεία logistics, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να προσαρμόζονται στην εμφάνιση όλων των χρεώσεων στο διαδίκτυο πριν οι αγοραστές πληρώσουν. Έτσι, κανείς δεν θα εκπλήσσεται δυσάρεστα με έναν λογαριασμό εκ των υστέρων.
Διαδικτυακές καταγγελίες
Στις ΗΠΑ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατακλύζονται ολοένα και περισσότερο από αναρτήσεις καταναλωτών που έχουν πληγεί από απροσδόκητες χρεώσεις μετά την αγορά. Κάποιες ξεπερνούν τα 1.000 δολάρια.

Ο Ντόναλντ Τραμπ
«Θα ήταν φθηνότερο για μένα να αγοράσω ένα εισιτήριο για να πάω στην Αυστραλία, να πάω στο φυσικό κατάστημα και να παραλάβω τα ρούχα μου παρά να τα παραγγείλω online», έγραψε μια γυναίκα στο TikTok. Οι δασμοί της κόστισαν επιπλέον 1.700 δολάρια για μια παραγγελία από μια αυστραλιανή εταιρεία μόδας. Δεν πλήρωσε. Έστειλε την παραγγελία πίσω.
Τι συμβαίνει στην Ευρώπη
Οι καταναλωτές στην Ευρώπη και αλλού ήδη πληρώνουν δασμούς, σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν λαμβάνουν δέματα από το εξωτερικό. Πολύ πριν επιβληθούν δασμοί από την κυβέρνηση Τραμπ. Και προς το παρόν δεν είναι σαφές πώς εξελίσσονται τα πράγματα αναφορικά με τη νέα συνθήκη. Στις ΗΠΑ, όμως, αυτό είναι μια εντελώς νέα, πικρή εμπειρία.
Και οι ανερμάτιστη στάση του Αμερικανού προέδρου έχει επιδεινώσει την κατάσταση. Παράδειγμα μια Νεοϋορκέζα, η Σαμάνθα Μπρόχτ. Πριν από τρεις εβδομάδες παρήγγειλε πολλά είδη ένδυσης από μια αυστραλιανή εταιρεία. Έλαβε την παραγγελία της κανονικά. Την περασμένη εβδομάδα, θέλησε να αγοράσει ένα πουκάμισο σε άλλο μέγεθος γιατί αυτό που πήρε αρχικά δεν της έκανε.
Οι δασμοί είχαν κάνει το θαύμα τους: δύο πουκάμισα συνολικής αξίας 134 δολαρίων είχαν επιπλέον χρέωση 213 δολαρίων. Όπως διαπίστωσε, από τις ετικέτες τους, είχαν κατασκευαστεί στην Κίνα…
Πλήγμα για τις επιχειρήσεις
Οι διαρκώς εξελισσόμενες αλλαγές στις εμπορικές πολιτικές και οι δασμοί που ανεβοκατεβαίνουν έχουν δυσκολέψει και τις επιχειρήσεις. Δεν γνωρίζουν πώς να κινηθούν σε μια εποχή που το κόστος των δασμών, είναι και πολιτικά φορτισμένο. Η Washington Post θυμίζει ότι ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε «εχθρική πολιτική πράξη» όταν ρεπορτάζ ανέφερε πως η Amazon θα έδινε στη δημοσιότητα το κόστος των νέων δασμών της κυβέρνησης. Η Amazon διέψευσε το ρεπορτάζ, λέγοντας ότι αυτή η πρόταση «δεν εγκρίθηκε ποτέ» και ο Ντόναλντ Τραμπ επαίνεσε τον ιδρυτή της Amazon, Τζεφ Μπέζος.
Παρ’ όλα αυτά και μετά την 90ήμερη ελάφρυνση των ιλιγγιωδών δασμών στις κινεζικές εισαγωγές, τόσο οι καταναλωτές όσο και οι επιχειρήσει βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Σύμφωνα με Τζόναθαν Γκολντ, αντιπρόεδρο αλυσίδας εφοδιασμού και τελωνειακής πολιτικής στην Εθνική Ομοσπονδία Λιανικής, «οι εταιρείες δεν ξέρουν τι να κάνουν και δεν ξέρουν πώς να σχεδιάσουν». Οι δασμοί, είπε, έχουν επιπτώσεις που για τους καταναλωτές, «μόλις αρχίζουν να γίνονται αισθητές». Και αυτό γιατί «οι λιανοπωλητές εξετάζουν τα αποθέματά τους και τώρα θα αρχίσουν να εισάγουν προϊόντα που υπόκεινται στους υψηλότερους δασμούς».
Πηγή: Washington Post