Με φρενήρεις ρυθμούς συνεχίζουν να «τρέχουν» τα ενοίκια στην Ελλάδα, δημιουργώντας μια ολοένα και αυξανόμενα πιεστική συνθήκη για χιλιάδες νοικοκυριά σε όλη την Ελλάδα. Η ενοικίαση τα τελευταία χρόνια έχει αποδειχθεί για πολλούς μια πανάκριβη ανάγκη. Οι τιμές τραβούν συνεχώς την ανηφόρα ενώ όσοι αναζητούν να μισθώσουν ακίνητο χαρακτηρίζουν εξωπραγματικές τις τιμές ακόμη και για παλιά μικρά σπίτια.
Όπως έδειξαν και τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για τον πληθωρισμό που ήρθαν χθες στο φως της δημοσιότητας, τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 10,9% τον Μάιο του 2025, ενώ ο συνολικός κλάδος της στέγασης κατά 6%. Tο ζήτημα των τιμών κατοικιών και ενοικίων αναδεικνύεται σε μείζονα κοινωνικό και οικονομικό κίνδυνο. Η ελληνική αγορά ακινήτων, μετά από μία δεκαετία συρρίκνωσης και σταθεροποίησης, εμφανίζει τα τελευταία χρόνια σημάδια υπερθέρμανσης, τα οποία επιτείνουν τις ήδη δύσκολες συνθήκες της στεγαστικής κρίσης στην Ελλάδα.
Οι αυξήσεις στα ενοίκια
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση έχει αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο ζήτημα αποσπασματικά και εντέλει αναποτελεσματικά, κάτι που αποτυπώνεται στις τιμές, οι οποίες «ανεβαίνουν» συνεχώς. Εάν ανατρέξει κάποιος στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ θα διαπιστώσει ότι κατά την τελευταία τετραετία (Μάιος 2021-Μάιος2025), ο κλάδος της στέγασης έχει ανατιμηθεί κατά 22,6%, ενώ τα ενοίκια κατά 21,5%. Τα δύο παραπάνω στοιχεία αποτελούν έναν μέσο όρο, καθώς σε πλείστες των περιπτώσεων τα ενοίκια έχουν σημειώσει και αυξήσεις, οι οποίες έχουν ξεπεράσει το 40%, με αποτέλεσμα να σφίγγει κι άλλο το ζωνάρι στα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας, τα οποία έχουν να αντιμετωπίσουν ένα τεράστιο κύμα ακρίβειας, το οποίο απλώνεται παντού.
Το πρόβλημα
Παράλληλα, τα ανείσπρακτα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 23% μέσα στο 2024, σύμφωνα με έρευνες του κλάδου, κάτι που δείχνει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά.
Η κυβέρνηση εξήγγειλε επιστροφή ενός ενοικίου τον Νοέμβριο και κάθε Νοέμβριο, ως ετήσιο επίδομα στήριξης. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι μεγάλο αλλά και δομικό, με την ιδιοκατοίκηση να μειώνεται (από 84,6% το 2005 σε 69,6% το 2023).
Παράλληλα, η μέση τιμή ενοικίασης στην Αττική πλησιάζει τα 12 €/τ.μ., ενώ στο κέντρο της Αθήνας, ένα μικρό διαμέρισμα φτάνει τα 583 ευρώ, πλησιάζοντας επίπεδα μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων.
Παράλληλα, η απόφαση του ΣτΕ σχετικά με τους κανόνες δόμησης (Νέος Οικοδομικός Κανονισμός) «φρέναρε» την έκδοση οικοδομικών αδειών, περιορίζοντας περαιτέρω τη δραστηριότητα στον κλάδο του real estate. Την ίδια στιγμή λείπουν από την αγορά περίπου 200.000 ακίνητα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς παραγόντων της κτηματαγοράς. Το έλλειμμα θα μπορούσε να καλυφθεί με το άνοιγμα των κλειστών σπιτιών που παραμένουν
Στεγαστική κρίση
Η στεγαστική κρίση συνεχίζει να αποτελεί ένα από το κορυφαία προβλήματα των Ελλήνων, καθώς η εύρεση στέγης, είτε για αγορά είτε για ενοικίαση, γίνεται ολοένα και δυσκολότερη, με τις τιμές των ακινήτων να συνεχίζουν να καλπάζουν.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η εύρεση κατοικίας έχει γίνει πραγματικός εφιάλτης για χιλιάδες νοικοκυριά ενώ και τα επόμενα χρόνια δεν φαίνεται να δημιουργείται ένα συνολικό σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος από την κυβέρνηση της ΝΔ.
Οι βασικοί παράγοντες που θα επηρεάσουν τη μελλοντική εξέλιξη των τιμών και των ενοικίων τα επόμενα πέντε χρόνια είναι οι κυβερνητικές, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, τα επιτόκια, η οικονομική ανάκαμψη, οι διεθνείς εξελίξεις, αλλά και οι ανάγκες των πολιτών.
Εν τω μεταξύ, όπως αναφέρει πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), η όξυνση του προβλήματος του κόστους στέγασης είναι πολυπαραγοντική.
Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρεται στη στεγαστική κρίση της Ελλάδας, στην τελευταία εαρινή έκθεση Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, τονίζοντας ότι το υψηλό κόστος στέγασης επηρεάζει αρνητικά το βιοτικό επίπεδο.
Η Κομισιόν σημειώνει ότι οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 9,3 % ετησίως την περίοδο 2020-2024 (σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ 4,9 %) και εκτιμάται ότι είναι υπερτιμημένες κατά περίπου 20%.
Η αύξηση των τιμών οφείλεται σε ένα συνδυασμός αναζωπύρωσης της εγχώριας και ξένης ζήτησης και περιορισμένης προσφοράς λόγω ετών συγκρατημένων επενδύσεων στην κατασκευή.