Τραπεζικοί λογαριασμοί, επενδυτικά προϊόντα και ηλεκτρονικά πορτοφόλια περνούν πλέον σε «κόσκινο» από την Εφορία με λίγα κλικ.
Το νέο υπερ-όπλο της ΑΑΔΕ, το σύστημα Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας (BANCAPP) έχει ενεργοποιηθεί και στο στόχαστρο βρίσκονται φορολογούμενοι οι οποίοι ελέγχονται για φοροδιαφυγή και «μαύρο χρήμα».
Το σύστημα, το οποίο αξιοποιεί εργαλεία αυτοματοποιημένης ανάλυσης δεδομένων, ενεργοποιείται μόλις εκδοθεί εντολή ελέγχου. Χωρίς καμία ανθρώπινη παρέμβαση, αποστέλλεται αίτημα άρσης τραπεζικού απορρήτου και μέσα σε δύο εργάσιμες ημέρες η ΑΑΔΕ έχει στη διάθεσή της πλήρη εικόνα για τις κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών, επενδυτικών προϊόντων και ηλεκτρονικών πορτοφολιών των ελεγχόμενων για την τελευταία πενταετία.
Στο στόχαστρο φορολογούμενοι που είναι ύποπτοι για φοροδιαφυγή και «μαύρο χρήμα»
Σύμφωνα με πληροφορίες, μέχρι στιγμής έχουν ελεγχθεί πάνω από 1.000 λογαριασμοί υπόπτων για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας. Οι περιπτώσεις που εντοπίζονται οδηγούνται σε καταλογισμό φόρων, καθώς κάθε προσαύξηση περιουσίας από άγνωστη ή αδικαιολόγητη πηγή θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται με συντελεστή 33%.
Μέσω του ” BANCAPP” οι φοροελεγκτές «μπαίνουν» στους τραπεζικούς λογαριασμούς, τις θυρίδες και τα ηλεκτρονικά πορτοφόλια και λαμβάνουν αναλυτικά στοιχεία και πληροφορίες για τους ελεγχόμενους.
Τι «βλέπει» η ΑΑΔΕ
Το νέο σύστημα προσφέρει στις ελεγκτικές υπηρεσίες πρόσβαση σε:
– καταθέσεις
– χορηγήσεις
– επενδυτικούς λογαριασμούς (μετοχές, αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα, κ.ά.)
– πιστωτικές και προπληρωμένες κάρτες
– τραπεζικές θυρίδες
– ηλεκτρονικά πορτοφόλια
– λογαριασμούς πληρωμών.
Όλα τα παραπάνω δεδομένα αποστέλλονται στην ΑΑΔΕ από τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, τα ιδρύματα πληρωμών ,τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος ,τα οποία δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια, με ή χωρίς φυσική εγκατάσταση, και τηρούνται στο Μητρώο της Τράπεζας της Ελλάδας.
Για την εξασφάλιση της εμπιστευτικότητας της διαδικασίας, όλα τα φορολογικά ή/και χρηματοοικονομικά δεδομένα που ανταλλάσσονται κρυπτογραφούνται μέσω διαδικασιών ασύμμετρης κρυπτογράφησης.
Πώς γίνεται ο έλεγχος
Η διαδικασία είναι πλήρως αυτοματοποιημένη:
– Η εντολή ελέγχου εκδίδεται από την ΑΑΔΕ.
– Το αίτημα για άρση τραπεζικού απορρήτου προωθείται αυτόματα στα πιστωτικά ιδρύματα.
– Οι τράπεζες και τα υπόχρεα πρόσωπα αποστέλλουν τις απαντήσεις εντός δύο ημερών (ή πέντε, αν πρόκειται για έλεγχο άνω των πέντε ετών).
– Τα στοιχεία διασταυρώνονται με τα φορολογικά δεδομένα των ελεγχόμενων.
Μέσω της ανάλυσης των στοιχείων, οι ελεγκτές μπορούν να διαπιστώσουν αν το ύψος των καταθέσεων, οι δαπάνες διαβίωσης και οι αγορές περιουσιακών στοιχείων καλύπτονται από τα δηλωθέντα εισοδήματα. Αν όχι, τότε ενεργοποιείται η διαδικασία καταλογισμού φόρων για αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας.