Η Βραζιλία μπορεί να επιβιώσει χωρίς εμπόριο με τις ΗΠΑ και θα στραφεί σε άλλους εταίρους για να το αντικαταστήσει, διεμήνυσε στον Ντόναλντ Τραμπ ο πρόεδρος της χώρας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, μετά την απειλή που δέχθηκε ότι θα της επιβληθούν δασμοί 50%.
«Θα πρέπει να αναζητήσουμε άλλους εταίρους για να αγοράσουν τα προϊόντα μας. Το εμπόριο της Βραζιλίας με τις ΗΠΑ αντιπροσωπεύει το 1,7% του ΑΕΠ της», δήλωσε ο Λούλα σε τηλεοπτική συνέντευξη το βράδυ της Πέμπτης. «Δεν είναι ότι δεν μπορούμε να επιβιώσουμε χωρίς τις ΗΠΑ».
Σε δύο τηλεοπτικές συνεντεύξεις, ο ηγέτης της Βραζιλίας δεν χαρίστηκε στον Τραμπ και επανέλαβε τη θέση του ότι ο αμερικανός πρόεδρος πρέπει να σεβαστεί τη Βραζιλία ως κυρίαρχη χώρα και ότι δεν μπορεί να ενεργεί σαν να κατέχει άλλες χώρες.
Ξεκαθάρισε ότι δεν είχε καμία πρόθεση να παραιτηθεί, λέγοντας ότι η διαμάχη για τους δασμούς θα μπορούσε να είναι «ατελείωτη».
Η αναφορά του Τραμπ στην υπόθεση που αφορά τον Μπολσονάρο —την αποκάλεσε «Κυνήγι Μαγισσών» και αξίωσε να σταματήσει η δίωξή του- εξόργισε τον Λούλα, ο οποίος την Τετάρτη δεσμεύτηκε να ανταποδώσει και κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι επιχειρούν να παρέμβουν στο δικαστικό σύστημα και τις εσωτερικές υποθέσεις της Βραζιλίας.
Εμπόριο χωρίς δολάριο
Είπε επίσης ότι χώρες σαν τη δική του δεν είναι υποχρεωμένες να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν το δολάριο για το εμπόριο, επαναλαμβάνοντας σχόλια που έκανε στη σύνοδο κορυφής των BRICS το περασμένο σαββατοκύριακο στο Ρίο ντε Τζανέιρο, τα οποία, όπως παραδέχτηκε, «πιθανώς ανησύχησαν τον Τραμπ».
«Ενδιαφερόμαστε να δημιουργήσουμε ένα εμπορικό νόμισμα μεταξύ άλλων χωρών», δήλωσε ο Λούλα στη συνέντευξη στο Record. «Δεν είμαι υποχρεωμένος να αγοράζω δολάρια για να διεξάγω εμπόριο με τη Βενεζουέλα, τη Βολιβία, τη Χιλή, τη Σουηδία, την Ευρωπαϊκή Ένωση ή την Κίνα. Μπορούμε να κάνουμε συναλλαγές στα δικά μας νομίσματα».
Οι ΗΠΑ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Βραζιλίας, μετά την Κίνα. Σύμφωνα με το Bloomberg ένας δασμός 50% θα επέφερε ένα πλήγμα της τάξης του 1% στην οικονομία της Βραζιλίας.
Οι δασμοί θα μπορούσαν να προκαλέσουν μείωση 60% στις συνολικές εισαγωγές αγαθών από τη Βραζιλία στις ΗΠΑ, αν και η πρώτη θα μπορούσε να εκτρέψει ορισμένες εξαγωγές σε άλλες αγορές.
Οι δασμοί από τις ΗΠΑ —πολύ υψηλότεροι από το 10% που ανακοινώθηκε αρχικά τον Απρίλιο— ανακοινώθηκαν αμέσως μετά τη συνάντηση των χωρών αναδυόμενων αγορών BRICS, όπου ο Λούλα και άλλοι ηγέτες επέκριναν τους δασμούς και τις στρατιωτικές επιθέσεις στο Ιράν.
«Δεν υπάρχει λόγος να μιλήσουμε»
Οι υπουργοί της κυβέρνησης Ντα Σίλβα υποστήριξαν σε δημόσιες δηλώσεις τους καθ’ όλη τη διάρκεια της Πέμπτης ότι δεν υπήρχε οικονομική λογική πίσω από τους δασμούς, μόνο πολιτικά κίνητρα που άφηναν μικρό περιθώριο διαπραγμάτευσης, δεδομένου ότι ο Λούλα δεν έχει την εξουσία να παρέμβει στην υπόθεση του Μπολσονάρο στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο Λούλα δήλωσε την Πέμπτη ότι «δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να τηλεφωνήσει στον Τραμπ», αλλά ότι «πρέπει να έχει έναν λόγο να τηλεφωνήσει» πρώτα.
«Θα μπορούσε να είχε τηλεφωνήσει στη Βραζιλία για να μιλήσει για τα μέτρα που πρόκειται να λάβει», είπε ο ίδιος. «Ήταν μια πλήρης έλλειψη σεβασμού και δεν είμαι υποχρεωμένος να δεχτώ αυτή την έλλειψη σεβασμού. Δεν έχω τίποτα να συζητήσω με τον Τραμπ, δεν δίνει κανένα λόγο να μιλήσω».
Αντίθετα, ο Λούλα είπε ότι θα επιδιώξει να μιλήσει με επιχειρηματικούς ηγέτες από εταιρείες και τομείς που θα επηρεαστούν από τους δασμούς, αναφέροντας συγκεκριμένα τη βραζιλιάνικη εταιρεία κατασκευής αεροσκαφών Embraer SA, τους παραγωγούς χυμών πορτοκαλιού και τις χαλυβουργίες.
Η Βραζιλία, είπε, θα προσπαθήσει να εξαντλήσει τις διαπραγματεύσεις πριν από την 1η Αυγούστου, όταν πρόκειται να τεθούν σε ισχύ οι δασμοί. Αλλά, η κυβέρνησή του δεν θα διστάσει να προβεί σε αντίποινα βάσει ενός νέου νόμου εμπορικής αμοιβαιότητας που εγκρίθηκε από το Κογκρέσο φέτος, εάν οι συνομιλίες δεν σημειώσουν πρόοδο.
«Θα προσπαθήσουμε να πραγματοποιήσουμε κάθε δυνατή διαδικασία διαπραγμάτευσης», είπε ο Λούλα. «Η Βραζιλία προτιμά τις διαπραγματεύσεις, προτιμά τον διάλογο. Αλλά μόλις εξαντληθούν οι διαπραγματεύσεις, η Βραζιλία θα επιβάλει τον Νόμο Αμοιβαιότητας».