Ο S&P 500 έκλεισε τη Δευτέρα με οριακή άνοδο, παρά τη νέα προειδοποίηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για υψηλότερους δασμούς σε πρόσθετες χώρες. Οι απώλειες περιορίστηκαν, καθώς οι επενδυτές θεωρούν ότι οι νέες επιβαρύνσεις θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, ενώ εστιάζουν στην πυκνή εβδομάδα ανακοίνωσης αποτελεσμάτων δεύτερου τριμήνου. Ο S&P 500 ενισχύθηκε κατά 0,1%, ο Nasdaq Composite κατά 0,3%, ενώ ο Dow Jones Industrial Average πρόσθεσε 88 μονάδες ή 0,2%.
Η αγορά παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στο μέτωπο των δασμών μετά τη δήλωση Τραμπ ότι από την 1η Αυγούστου οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν δασμό 30% στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο Μεξικό. ΕΕ και Μεξικό διαμηνύουν ότι θα συνεχίσουν τις συζητήσεις με την Ουάσινγκτον, επιδιώκοντας χαμηλότερους συντελεστές.
Τι περιμένουν οι αγορές
Η εξαγγελία προηγείται της δημοσίευσης των στοιχείων πληθωρισμού εντός της εβδομάδας, τα οποία θα δείξουν σε ποιον βαθμό οι υφιστάμενοι δασμοί επηρεάζουν ήδη την οικονομία. Παράλληλα, ανοίγει ο κύκλος αποτελεσμάτων, με τις μεγάλες τράπεζες – μεταξύ των οποίων η JPMorgan Chase – να ανακοινώνουν τριμηνιαίες επιδόσεις από την Τρίτη.
«Το ζητούμενο για τις αγορές είναι κατά πόσο τα, κατά γενική πρόβλεψη, θετικά κέρδη θα αντισταθμίσουν την αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς», σημειώνει ο Γκλεν Σμιθ, επικεφαλής επενδύσεων της τεξανικής GDS Wealth Management. «Μέχρι στιγμής, οι επενδυτές απορροφούν τα πρωτοσέλιδα και εστιάζουν στα κέρδη και στη σχετική ανθεκτικότητα της οικονομίας».
Πρόσθετο σημείο προβληματισμού αποτελεί η ένταση μεταξύ του Λευκού Οίκου και της Federal Reserve. Την Κυριακή, ο διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, Κέβιν Χάσετ, δήλωσε στο ABC News ότι ο Τραμπ μπορεί να απομακρύνει τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, «εφόσον υπάρχει λόγος». Παράλληλα, κυβερνητικοί αξιωματούχοι εξετάζουν το κόστος ανακαίνισης του κεντρικού κτιρίου της Τράπεζας στην Ουάσινγκτον, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος κατηγορεί επανειλημμένα τον Πάουελ ότι δεν μειώνει τα επιτόκια.
Οι κινήσεις της Δευτέρας έπονται μιας αρνητικής εβδομάδας για τις μετοχές, με τους βασικούς δείκτες να παραμένουν, ωστόσο, κοντά σε ιστορικά υψηλά.