Η κυβέρνηση της Βραζιλίας εξετάζει σειρά πιθανών μέτρων ως απάντηση στις νέες κυρώσεις που ανακοίνωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Μεταξύ των σεναρίων που συζητούνται, περιλαμβάνεται και ο περιορισμός στη διανομή μερισμάτων από αμερικανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη Βραζιλία, σύμφωνα με την εφημερίδα O Estado de S. Paulo.
Οι σχετικές διαβουλεύσεις εντάθηκαν μετά την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να ανακαλέσει τις βίζες ορισμένων δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βραζιλίας, απόφαση που ακολούθησε την εντολή του δικαστή Αλεξάντρε ντε Μοράες για αστυνομική έρευνα στην οικία του πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρου, ενόψει της δίκης του για απόπειρα πραξικοπήματος με στόχο την παραμονή του στην εξουσία. Ο υπουργός Οικονομικών, Φερνάντο Αντάντ, διέψευσε με δήλωσή του στο Reuters ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο περιορισμού των μερισμάτων ως αντίμετρο προς τις ΗΠΑ.
Παράλληλα, η κυβέρνηση μελετά το ενδεχόμενο να διακόψει την αδειοδότηση αμερικανικών φαρμακευτικών πατεντών και να επιβάλει φόρους σε μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα των O Estado de S. Paulo και O Globo. Μέχρι στιγμής δεν έχει ληφθεί καμία οριστική απόφαση και οποιοδήποτε μέτρο θα απαιτήσει την έγκριση του προέδρου Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα.
Πότε θα υιοθετηθούν πιθανά αντίποινα
Σύμφωνα με την O Estado de S. Paulo, η πρόθεση της κυβέρνησης είναι να συνεχίσει τις διπλωματικές διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Τραμπ, ενώ σημειώνεται ότι ενδεχόμενα αντίμετρα ενδέχεται να υιοθετηθούν μετά τις 2 Αυγούστου. Η αμερικανική κυβέρνηση έχει ήδη ανακοινώσει την επιβολή δασμού 50% στις εισαγωγές από τη Βραζιλία, μέτρο που θα τεθεί σε ισχύ την 1η Αυγούστου, με τον Τραμπ να συνδέει την απόφαση αυτή με τις κατηγορίες κατά του Μπολσονάρου.
Επιπλέον, η κυβέρνηση εξετάζει τη φορολόγηση των ψηφιακών υπηρεσιών που προσφέρουν οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, με διαφορετικούς συντελεστές ανάλογα με τα έσοδά τους, όπως αναφέρει η O Globo. Το συγκεκριμένο μέτρο βρίσκεται υπό επεξεργασία στο υπουργείο Οικονομικών.
Ο Λούλα, σε δήλωσή του το Σάββατο, τόνισε πως «καμία μορφή εκφοβισμού ή απειλής από οποιονδήποτε» δεν θα επηρεάσει τα θεσμικά όργανα της χώρας στην αποστολή τους να διασφαλίσουν το κράτος δικαίου. Όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση της προεδρίας, «η παρέμβαση μιας χώρας στη δικαιοσύνη μιας άλλης είναι απαράδεκτη και παραβιάζει τις βασικές αρχές του σεβασμού και της κυριαρχίας μεταξύ των εθνών».