Η ελληνική γεωργία βρίσκεται σήμερα σε μια από τις κρισιμότερες καμπές της σύγχρονης ιστορίας της. Όχι εξαιτίας κάποιας συγκυριακής δυσκολίας, αλλά λόγω μιας διαχρονικής αδυναμίας του ελληνικού κράτους να διαμορφώσει και να υλοποιήσει μια συνεκτική, μακροπρόθεσμη στρατηγική για τον πρωτογενή τομέα.
Το πρόσφατο ζήτημα με τις επιδοτήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ απλώς ανέδειξε (για ακόμη μια φορά) το πρόβλημα που σιγοκαίει εδώ και δεκαετίες. Ένα παραγωγικό μοντέλο που στηρίχθηκε όχι στην παραγωγή, αλλά στην επιδότηση. Στην επιβίωση του έλληνα αγρότη μέσω δηλώσεων, και όχι στην εξωστρέφεια και τον μετασχηματισμό.
Η χώρα μας δαπανά κάθε χρόνο πάνω από 2 δισ. ευρώ σε άμεσες ενισχύσεις στον αγροτικό τομέα. Ποσά πολύτιμα, που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν μια εργαλειοθήκη ανάπτυξης, εκσυγχρονισμού και συγκράτησης του πληθυσμού στην ύπαιθρο.
Δυστυχώς όμως, μεγάλο μέρος αυτών αναλώνεται σε ένα διαχειριστικό σύστημα όπου ο έλεγχος είναι επιφανειακός, οι μηχανισμοί ελέγχου ανεπαρκείς και οι στρεβλώσεις παγιωμένες.
Η αλήθεια που δεν λέγεται συχνά
Η ελληνική ύπαιθρος αδειάζει. Νέοι άνθρωποι εγκαταλείπουν τα χωριά. Χιλιάδες στρέμματα μένουν ακαλλιέργητα. Οι μικρές και μεσαίες εκμεταλλεύσεις, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής γεωργίας, αδυνατούν να επιβιώσουν σε ένα περιβάλλον υψηλού κόστους παραγωγής, ακριβής ενέργειας και περιορισμένης πρόσβασης σε δίκτυα εμπορίας και εξαγωγών.
Κι ενώ αυτό συμβαίνει, τα χρηματοδοτικά εργαλεία είτε μένουν αναξιοποίητα, είτε καταλήγουν σε λίγους μεγάλους, είτε σε «ειδικούς» της επιδότησης. Με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται ένα τοξικό μοντέλο: δηλώνω στρέμματα για να πάρω ενίσχυση, όχι για να καλλιεργήσω και να διαθέσω προϊόν στην αγορά.
Δεν είναι μόνο οικονομικό το πρόβλημα. Είναι βαθιά κοινωνικό και στρατηγικό
Η εγκατάλειψη της γης και η συρρίκνωση του γεωργικού πληθυσμού συνιστούν εθνική απειλή. Γιατί μια χώρα που δεν παράγει την τροφή της, εξαρτάται πλήρως από διεθνείς αγορές που αποδεικνύονται ολοένα και πιο ασταθείς. Και γιατί η ύπαιθρος είναι φορέας κοινωνικής συνοχής, πολιτισμού και τοπικής οικονομίας.
Η επένδυση στον πρωτογενή τομέα δεν είναι απλώς επένδυση στην οικονομία. Είναι επένδυση στην εθνική αυτάρκεια, στη βιωσιμότητα των αγροτικών περιοχών, στη διατήρηση του κοινωνικού ιστού.
Υπάρχει λύση; Ναι, αν υπάρχει πολιτική βούληση.
Δεν χρειάζονται νέες επιτροπές. Χρειάζεται εφαρμογή βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών και αξιοποίηση της τεχνολογίας.
Αναφέρω ενδεικτικά:
- Μητρώο Πραγματικών Παραγωγών, συνδεδεμένο με φορολογικά και δορυφορικά δεδομένα.
- Αξιολόγηση εκμεταλλεύσεων βάσει αποδόσεων και πραγματικής παραγωγικής δραστηριότητας.
- Ενίσχυση συλλογικών σχημάτων και δημιουργία clusters παραγωγών και μεταποιητών.
- Καθορισμός καλλιεργητικών ζωνών και προϊόντων-στόχων ανά Περιφέρεια, βάσει υδατικών πόρων, κλιματικών δεδομένων και αγορών.
- Ψηφιακή διαχείριση επιδοτήσεων μέσω δορυφορικής παρακολούθησης και AI.
- Χρηματοδότηση συνεργατικών υποδομών: συσκευαστήρια, αποθηκευτικοί χώροι, μονάδες ενέργειας.
Αν δεν κινηθούμε σε αυτή την κατεύθυνση, σε 10-15 χρόνια θα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ύπαιθρο γερασμένη, με εγκαταλειμμένες εκτάσεις και εισαγόμενο σύνολο βασικών αγροτικών προϊόντων.
Το στοίχημα της επόμενης δεκαετίας
Η ανασυγκρότηση της ελληνικής γεωργίας δεν είναι πολυτέλεια. Είναι μονόδρομος. Όχι μόνο για λόγους οικονομικούς, αλλά για λόγους εθνικής ασφάλειας και κοινωνικής συνοχής. Η διατήρηση της ελληνικής υπαίθρου, η στήριξη των παραγωγών και η οργάνωση της παραγωγής σε σύγχρονες και βιώσιμες βάσεις αποτελεί ευθύνη της Πολιτείας και των τοπικών κοινωνιών.
Η χώρα δεν αντέχει άλλη χαμένη δεκαετία στον αγροτικό τομέα.
Ας το τολμήσουμε, λοιπόν. Γιατί αν δεν το κάνουμε τώρα, σε λίγο δεν θα έχει απομείνει τίποτα για να διαχειριστούμε.
Ο Μάρκος Λέγγας είναι Αγρότης – Επιχειρηματίας, Πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Πήγασος Αγροδιατροφή – Περιφερειακός Σύμβουλος Πελοποννήσου – Εντεταλμένος Σύμβουλος Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων