Μια ακόμα μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ τον Σεπτέμβριο θα ήταν μια δύσκολη μάχη, καθώς ο πληθωρισμός είναι ήδη στο 2%, η οικονομία επιδεικνύει αντοχή και οι προβλέψεις των αξιωματούχων για την ανάπτυξη είναι ήπια αισιόδοξες.
Η διατήρηση των επιτοκίων στο 2% φαίνεται να είναι το βασικό σενάριο για τον Σεπτέμβριο μετά από οκτώ μειώσεις από τον Ιούνιο του 2024, αναφέρουν πηγές που επικαλείται το Bloomberg.
Τι βλέπουν οι αγορές
Οι χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίες είχαν προβλέψει μόλις πριν από λίγες ημέρες τη μείωση των επιτοκίων αυτό το φθινόπωρο, τώρα βλέπουν μόνο 80% πιθανότητα για μια κίνηση, και ακόμη και αυτή μπορεί να μην συμβεί πριν από την άνοιξη, σύμφωνα με το Reuters. Το ειδησεογραφικό πρακτορείο επικαλούμενο πηγές αναφέρει ότι μια μείωση τον Σεπτέμβριο θα απαιτούσε ασθενέστερη ανάπτυξη και πληθωρισμό, μαζί με χαμηλότερες προβλέψεις του προσωπικού.
Ακόμα και η ίδια η Λαγκάρντ έκλεισε την καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου λέγοντας σιβυλλικά ότι η ΕΚΤ έχει ουσιαστικά κλείσει αυτό τον κύκλο του αποπληθωρισμού, ο οποίος οδήγησε τα επιτόκια από τις 400 μονάδες στις 200 μονάδες με οχτώ μειώσεις σε διάστημα εννιά μηνών.
Το σίγουρο είναι ότι στους κόλπους της ΕΚΤ υπάρχουν διαφωνίες με αξιωματούχους να υποστηρίζουν ότι η ευθύνη βαρύνει όλους όσοι επιθυμούν μείωση να υποστηρίξουν με επιχειρήματα την άποψη τους.
Σε κατάσταση αναμονής η ΕΚΤ
Η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε ότι η ΕΚΤ βρίσκεται τώρα σε κατάσταση «αναμονής», με τον πληθωρισμό να βρίσκεται στο στόχο του 2% και την οικονομία να αποδίδει σύμφωνα με τις προσδοκίες ή και καλύτερα από αυτές. «Βρισκόμαστε σε καλή θέση επειδή οι προβλέψεις μας δείχνουν σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον στόχο μεσοπρόθεσμα» σημείωσε.

Μετά από αυτά τα σχόλια, οι αγορές περιόρισαν τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο. Τώρα, όπως αναφέρει το Bloomberg, τοποθετούν την πιθανότητα μιας τέτοιας κίνησης σε περίπου 25% έναντι 40% πριν από την ομιλία της Λαγκάρντ. Το ευρώ σημείωσε άνοδο, διαπραγματευόμενο κατά 0,1% έναντι του δολαρίου στα 1,1778 δολάρια
«Μας εξέπληξε στην πραγματικότητα η έλλειψη προθυμίας της ΕΚΤ να αποτρέψει την αγορά από το να αποτιμήσει μέρος των μειώσεων των επιτοκίων, δεδομένης της υπάρχουσας αβεβαιότητας σχετικά με τους δασμούς» επισημαίνει ο Αντόνιο Βιλερουά, επικεφαλής της έρευνας μακροοικονομικής στρατηγικής και στρατηγικής σταθερού εισοδήματος της G-10 στην Santander CIB. «Αλλά η αλήθεια είναι ότι αυτή η κατάσταση μας κάνει ακόμη πιο άνετους με τη διατήρηση της πρόβλεψής μας ότι δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη για την ΕΚΤ να συνεχίσει τις μειώσεις από εδώ και πέρα, εκτός αν υπάρχει σαφής κίνδυνος να μην σταθεροποιηθεί ο πληθωρισμός».
Η πλειοψηφία των οικονομολόγων που συμμετείχαν νωρίτερα αυτόν τον μήνα σε δημοσκόπηση του Bloomberg προέβλεψε μια τελική μείωση του επιτοκίου διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, στο 1,75%, στη συνεδρίαση της 10ης-11ης Σεπτεμβρίου. Υπάρχει ανησυχία μεταξύ ορισμένων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ότι η άνοδος του ευρώ κατά περισσότερο από 13% έναντι του δολαρίου φέτος θα μπορούσε να επηρεάσει τις τιμές για παρατεταμένο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου Ιζαμπέλ Σναμπέλ θεωρεί ότι η οικονομία των 20 κρατών της ευρωζώνης είναι ανθεκτική και θεωρεί τον πήχη για μια ακόμη μείωση των επιτοκίων «πολύ υψηλό».

Κατά της νέας μείωσης των επιτοκίων είναι και ο αντικαταστάτης του Σεντένο, του Πορτογάλου κεντρικού τραπεζίτη, του οποίου δεν ανανεώθηκε η θητεία. Ο Άλβαρο Σάντος Περέιρα, επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ θα είναι το νέο μέλος του δ.σ. της ΕΚΤ,εφόσον επικυρωθεί η θέση του από το κοινοβούλιο μέσα στο καλοκαίρι.
Σε δηλώσεις του στην πορτογαλική εφημερίδα Público, θεωρεί ότι έχει έλθει η ώρα η ΕΚΤ να σταματήσει τις μειώσεις των επιτοκίων καθώς ο πληθωρισμός έφθασε στο στόχο του 2% τον Ιούνιο. «Είναι σημαντικό για τις κεντρικές τράπεζες να διατηρούν ένα περιθώριο ασφαλείας που τους επιτρέπει να ανταποκρίνονται σε νέα σοκ… Νομίζω ότι έχει πλέον φτάσει σε ένα σημείο όπου οι περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων πιθανότατα δεν είναι πλέον τόσο σημαντικές», είπε.
Με τον πληθωρισμό στο στόχο «είμαστε σε καλή θέση να περιμένουμε και να δούμε» σημείωσε η Λαγκάρντ . «Βρισκόμαστε σε καλή θέση τώρα για να συγκρατηθούμε και να παρακολουθήσουμε πώς θα εξελιχθούν αυτοί οι κίνδυνοι κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών».
Η Commerzbank επίσης αναθεώρησε τις προβλέψεις της για την πορεία των ευρωπαϊκών επιτοκίων μετά την συνέντευξη της Λαγκάρντ.
«Αναθεωρούμε τις προβλέψεις μας και δεν αναμένουμε πλέον τελική μείωση του επιτοκίου καταθέσεων της ΕΚΤ στο 1,75% στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου» υπογράμμισε ο οικονομολόγος της Commerzbank, Γιεργκ Κράμερ. «Τώρα αναμένουμε αμετάβλητο επιτόκιο καταθέσεων 2% για το υπόλοιπο του έτους και για το 2026».
Πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η οικονομία αντέχει καλά και οι νέες έρευνες του PMI που δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη έδειξαν επιτάχυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, με επικεφαλής μια σταθερή βελτίωση στον κυρίαρχο κλάδο των υπηρεσιών και με την ανάκαμψη της μεταποίησης.
Οι δασμοί και η γεωπολιτική αβεβαιότητα
«Οι υψηλότεροι πραγματικοί και αναμενόμενοι δασμοί, το ισχυρότερο ευρώ και η επίμονη γεωπολιτική αβεβαιότητα καθιστούν τις εταιρείες πιο διστακτικές να επενδύσουν» εξήγησε η Λαγκάρντ, περιγράφοντας τους οικονομικούς κινδύνους ως ακόμη καθοδικούς. Αλλά «εάν οι εμπορικές και γεωπολιτικές εντάσεις επιλυθούν γρήγορα, αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει το κλίμα και να τονώσει τη δραστηριότητα».
Ενώ ο Λευκός Οίκος απέρριψε τα δημοσιεύματα για δασμούς 15% ως εικασίες, το ποσοστό θα ήταν περίπου στο μέσο μεταξύ της βασικής πρόβλεψης της ΕΚΤ και των ακραίων σεναρίων για την οικονομία της ευρωζώνης, που παρουσιάστηκαν τον περασμένο μήνα, αλλά θα ήταν πιο ήπιο από τους 30% που απειλεί ο Τραμπ.
Η εκτίμηση της ΕΚΤ για τον Ιούνιο έδειξε ότι οι υψηλότεροι δασμοί των ΗΠΑ θα οδηγήσουν σε χαμηλότερη ανάπτυξη και ανάλογα με ευρωπαϊκά αντίποινα σε χαμηλότερο μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό στην ευρωζώνη.
Ακόμη και η βασική πρόβλεψη της ΕΚΤ από τον Ιούνιο, η οποία περιλαμβάνει δασμούς 10% από τις Ηνωμένες Πολιτείες, προέβλεπε αύξηση των τιμών κάτω του 2% για τους επόμενους 18 μήνες.
«Με την ανάπτυξη να διατηρείται και τον πληθωρισμό στο στόχο, πιστεύουμε ότι ο κύκλος μείωσης πλησιάζει στο τέλος του» τονίζει ο Κονσταντίν Φάιτ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην PIMCO. «Το τρέχον επιτόκιο πολιτικής 2% είναι πιθανώς ένα επίπεδο που θεωρείται το μέσο σημείο ενός ουδέτερου εύρους πολιτικής της ζώνης του ευρώ από την πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου».