Είναι πιθανό η πολεμική μηχανή της Ρωσίας να έχει γίνει τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της οικονομικής μηχανής της που η στρατιωτική της βιομηχανία να συνεχίσει να επεκτείνεται ακόμη και μετά το τέλος των μαχών στην Ουκρανία, σύμφωνα με έκθεση του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών.
«Το τέλος των εχθροπραξιών δεν θα οδηγήσει σε ριζική διακοπή των στρατιωτικών επενδύσεων», έγραψαν οι αναλυτές του CSIS σε έκθεση που δημοσιεύθηκε.
Ο πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία συνεχίζεται επί τέσσερα χρόνια, ακόμη και καθώς η κυβέρνηση του Βλαντιμίρ Πούτιν αντιμετωπίζει σαρωτικές δυτικές κυρώσεις. Και ενώ αρχίζουν να φαίνονται ρωγμές, η ρωσική οικονομία μπορεί να είναι σε θέση να διατηρήσει την πολεμική προσπάθεια για αρκετά ακόμη χρόνια, ανέφερε η έκθεση.
Οι αμυντικές δαπάνες αναμένεται να φτάσουν σε μετασοβιετικό ρεκόρ 6,3% του ΑΕΠ το 2025 και θα μπορούσαν να αυξηθούν ακόμη περισσότερο παρά τα αυξανόμενα σημάδια οικονομικής επιβράδυνσης ή ύφεσης, σημειωνει το Business Insider.
«Η οικονομία της Ρωσίας φαίνεται βιώσιμη για τα επόμενα χρόνια», έγραψαν οι αναλυτές του CSIS. Προβλέπουν ότι το Κρεμλίνο θα μπορούσε να διατηρήσει τον πόλεμο φθοράς του τουλάχιστον μέχρι το 2027, προσθέτοντας πως «η Ρωσία θα μπορούσε να προετοιμάζεται για κάποιο είδος μελλοντικής αντιπαράθεσης με το ΝΑΤΟ».

Η έκθεση του CSIS έρχεται εν μέσω αυξημένης προσοχής στη ρωσική οικονομία
Η μεταποιητική δραστηριότητα συρρικνώθηκε τον περασμένο μήνα και η απασχόληση έχει πληγεί. Η αύξηση του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε απότομα στο 1,4% το πρώτο τρίμηνο, από 4,5% το προηγούμενο τρίμηνο.
Ωστόσο, η Ρωσία έχει ξεπεράσει τις προσδοκίες χάρη στο αναπτυσσόμενο στρατιωτικοβιομηχανικό της σύμπλεγμα.
«Έχοντας γίνει η χώρα που δέχεται τις περισσότερες κυρώσεις στον κόσμο, έχει καταφέρει να ελιχθεί εν μέσω πάρα πολλών οικονομικών περιορισμών, διατηρώντας υψηλά τα έσοδα από τις πωλήσεις ενέργειας και ισοσκελισμένο τον προϋπολογισμό της, επενδύοντας στη στρατιωτική και αμυντική βιομηχανία, αυξάνοντας την εγχώρια παραγωγή όπλων και εξοπλισμού και ενισχύοντας την οικονομική ανάπτυξη», έγραψαν οι αναλυτές του think tank.
Κρίσιμο είναι ότι η στρατιωτικοποιημένη οικονομία έχει δημιουργήσει μια ευρεία βάση πολιτικών και οικονομικών ενδιαφερομένων – από τις ελίτ έως τους απλούς εργαζόμενους – που επωφελούνται από τη συνεχιζόμενη σύγκρουση. Αυτό καθιστά πολιτικά και οικονομικά απίθανη οποιαδήποτε σημαντική μείωση της στρατιωτικής δραστηριότητας.
Ακόμα και αν επιτευχθεί εκεχειρία, η Ρωσία μπορεί να είναι σε θέση να ανοικοδομήσει και να επεκτείνει τις ένοπλες δυνάμεις της κατά την επόμενη δεκαετία.
«Οι κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που προκλήθηκαν από τον πόλεμο στη Ρωσία ήταν τόσο σημαντικές που η διαδικασία της κοινωνικής στρατιωτικοποίησης είναι απίθανο να σταματήσει ακόμη και αν ο πόλεμος στην Ουκρανία τελείωνε», έγραψαν οι αναλυτές του CSIS.
Στρατηγική στάση
Η στρατηγική στάση του Κρεμλίνου δεν έχει μαλακώσει. Το CSIS υποδηλώνει ότι η Ρωσία προετοιμάζεται για μια μακροπρόθεσμη αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ, χρησιμοποιώντας τον πόλεμο για να εκσυγχρονίσει τις δυνάμεις της και να δοκιμάσει τη δυτική αποφασιστικότητα.
Πέρα από τα συμβατικά όπλα, η Ρωσία έχει εντείνει τον υβριδικό πόλεμο, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνοεπιθέσεων, της παραπληροφόρησης, του σαμποτάζ, της πολιτικής ανάμειξης και των επιθέσεων σε κρίσιμες υποδομές. Αυτά τα εργαλεία επιτρέπουν στη Μόσχα να λειτουργεί επιθετικά σε πολλά μέτωπα.
«Παρά το γεγονός ότι είναι κατώτερη από το ΝΑΤΟ όσον αφορά τις συμβατικές της δυνατότητες, η σημερινή Ρωσία αποτελεί μεγαλύτερη πρόκληση για την ευρωπαϊκή ασφάλεια από ό,τι στις αρχές του 2022», έγραψαν οι αναλυτές του CSIS.
Το Κρεμλίνο μαθαίνει από τις αποτυχίες του παρελθόντος, προσαρμόζεται γρήγορα και αποκτά μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση σε αυτό που βλέπει ως μια Δύση που δεν θέλει να το σταματήσει.
«Οι συνεχιζόμενες μεγάλης κλίμακας στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις της Μόσχας σηματοδοτούν ότι η Ρωσία θα μπορούσε να προετοιμάζεται για κάποιο είδος μελλοντικής αντιπαράθεσης με το ΝΑΤΟ μέσα στην επόμενη δεκαετία περίπου —συμπεριλαμβανομένου ακόμη και ενός μεγάλης κλίμακας συμβατικού πολέμου», έγραψαν.