Μετά τα lockdown της πανδημίας, η ζήτηση για εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας αυξήθηκε, καθώς οι επιχειρήσεις προσπαθούσαν να καλύψουν κενές θέσεις εν μέσω έλλειψης νέων υποψηφίων. Σήμερα, ωστόσο, το εργασιακό τοπίο αλλάζει λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας και της ανόδου της τεχνητής νοημοσύνης. Παρά τις προκλήσεις, η εμπειρία, η συναισθηματική νοημοσύνη και η σταθερότητα που χαρακτηρίζουν τις παλαιότερες γενιές εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικά πλεονεκτήματα για τις σύγχρονες επιχειρήσεις, σημειώνουν οι Fiancial Times.
Η μείωση των γεννήσεων σε πολλές χώρες έχει δημιουργήσει ανησυχίες για τη στήριξη του γηράσκοντος πληθυσμού. Για αρκετούς, η λύση ήταν η παράταση του εργασιακού βίου των μεγαλύτερων υπαλλήλων, με προτάσεις για πιο ευέλικτα ωράρια. Ωστόσο, φέτος η κατάσταση έχει διαφοροποιηθεί, με πολλούς νέους να δηλώνουν ότι στέλνουν δεκάδες ή και εκατοντάδες αιτήσεις χωρίς να λαμβάνουν ούτε μία πρόσκληση για συνέντευξη.
Στους λόγους αυτής της εξέλιξης περιλαμβάνονται η ασταθής δασμολογική πολιτική του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, οι αλλαγές στη φορολογία και τις εργασιακές ρυθμίσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και η ταχεία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Ο Τζιμ Φάρλεϊ, διευθύνων σύμβουλος της Ford, έχει δηλώσει ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να αντικαταστήσει «κυριολεκτικά τους μισούς από όλους τους υπαλλήλους γραφείου» στις ΗΠΑ.
Η ανάγκη για μεγαλύτερους εργαζόμενους
Παρά τις εξελίξεις αυτές, η ανάγκη για εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας παραμένει υπαρκτή, λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής και της μείωσης της γονιμότητας. Ο Στιούαρτ Λιούις, διευθύνων σύμβουλος της Rest Less, μιας ψηφιακής πλατφόρμας για άτομα άνω των 50 ετών, υποστηρίζει ότι οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι θα αποδειχθούν ιδιαίτερα χρήσιμοι στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Όπως σημειώνει, «ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας είναι η πλούσια εμπειρία ζωής».
Ενώ μεγάλο μέρος της διοικητικής εργασίας μπορεί να αυτοματοποιηθεί, η ανθρώπινη επαφή και η διαχείριση του απρόβλεπτου παραμένουν δύσκολα αντικαταστάσιμες. «Αν σκεφτεί κανείς την ανθρώπινη σύνδεση, την προσωπική ικανότητα και την ικανότητα να διαχειρίζεσαι το απρόβλεπτο —την πραγματική νοημοσύνη, όχι την τεχνητή— νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι διαθέτουν σε αφθονία».
Ο Λιούις, που έχει διατελέσει στέλεχος σε εταιρείες όπως Amazon, American Express και Barclays πριν ιδρύσει τη Rest Less το 2018, προσθέτει ότι ένα ακόμη πλεονέκτημα των παλαιότερων γενεών είναι η εμπειρία τους σε τεχνολογικές αλλαγές, όπως η έλευση του διαδικτύου, και η εξοικείωσή τους με τις ανατροπές που φέρνουν οι νέες τεχνολογίες. Η συνεργασία τους με νεότερους υπαλλήλους αποτελεί σημαντικό στοιχείο της πολυμορφίας που μπορούν να αξιοποιήσουν οι οργανισμοί.
Ο Τσιπ Κόνλεϊ, ιδρυτής της καλιφορνέζικης εταιρείας boutique ξενοδοχείων Joie de Vivre, είχε διακρίνει την αξία των μεγαλύτερων εργαζομένων ήδη από το 1987. «Υπήρχε ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, ο γενικός διευθυντής του πρώτου μου ξενοδοχείου», θυμάται ο Κόνλεϊ. «Ήταν περίπου δέκα χρόνια μεγαλύτερός μου και είχε πολύ περισσότερη εμπειρία στον ξενοδοχειακό κλάδο, οπότε βασίστηκα σε αυτόν σε μεγάλο βαθμό όσο η εταιρεία μεγάλωνε». Αργότερα, όταν η εταιρεία διαχειριζόταν 20 ξενοδοχεία, προσέλαβε ως πρόεδρο τον Τζακ Κένι, ο οποίος ήταν 15 χρόνια μεγαλύτερός του. Το στυλ του Κένι οδήγησε τον Κόνλεϊ να διαμορφώσει την ιδέα του «σύγχρονου πρεσβύτερου».
Ενώ οι νεότεροι μάνατζερ προσφέρουν αυτό που ο Κόνλεϊ αποκαλεί DQ (ψηφιακή νοημοσύνη), οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι συνεισφέρουν το EQ (συναισθηματική νοημοσύνη).
Ο ρόλος της ανθρώπινης παρουσίας
Ανεξάρτητα από την πρόοδο της τεχνητής νοημοσύνης, ορισμένες εργασίες θα συνεχίσουν να απαιτούν ανθρώπινη παρουσία, όπως η φροντίδα παιδιών. Η Ρέιτσελ Κάρελ, διευθύνουσα σύμβουλος της Koru Kids, μιας εταιρείας που δραστηριοποιείται στον χώρο της παιδικής φροντίδας, διαπίστωσε την αξία των μεγαλύτερων σε ηλικία γυναικών ως νταντάδων. «Το ιδανικό μας ηλικιακό εύρος είναι από 45 έως 65 ετών. Αυτές οι γυναίκες —έχουμε και μερικούς άνδρες, αλλά κυριαρχούν οι γυναίκες— συχνά ζουν στην ίδια κοινότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, γνωρίζουν τα τοπικά πάρκα και τις παιδικές χαρές και, πολύ συχνά, έχουν μεγαλώσει τα δικά τους παιδιά».
Οι μεγαλύτερες σε ηλικία νταντάδες θεωρούνται επίσης πιο αξιόπιστες. «Ως γονιός, καταλαβαίνεις ότι πρέπει να είσαι εκεί. Αν το παιδί σχολάει στις 3:30, γνωρίζεις τι θα συμβεί αν δεν είσαι εκεί και τι σημαίνει μια ακύρωση της τελευταίας στιγμής». Επιπλέον, τείνουν να παραμένουν στη θέση τους για μεγαλύτερο διάστημα. «Λειτουργούμε εδώ και δέκα χρόνια. Σημαντικός αριθμός αυτής της ομάδας είναι μαζί μας για πέντε ή έξι χρόνια. Αντίθετα, οι φοιτητές μένουν για δύο ή τρία χρόνια και μετά αποχωρούν».
Συνοψίζοντας, παρά τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, οι εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας εξακολουθούν να προσφέρουν ουσιαστικά πλεονεκτήματα που δύσκολα αντικαθίστανται από την τεχνητή νοημοσύνη ή τις νεότερες γενιές.