Εξόχως ενδιαφέρουσες εξελίξεις παρατηρούνται στο αμερικανικό πολιτικό πεδίο και σίγουρα μεσοπροθέσμως θα επηρεάσουν και τη διεθνή πολιτικο-οικονομική συγκυρία.
Ένα εντυπωσιακό ρεπορτάζ των New York Times της 20ης Αυγούστου, έδειξε ότι από τις 30 πολιτείες των ΗΠΑ που τηρούν αρχεία εγγραφής ψηφοφόρων ανά πολιτικό κόμμα, οι Δημοκρατικοί υστερούσαν σε όλες τους έναντι των Ρεπουμπλικάνων, μεταξύ των εκλογών του 2020 και του 2024.
Συνολικά, σε διαφορά οι Ρεπουμπλικάνοι έφτασαν τα 4,5 εκατομμύρια ψηφοφόρους σε σύγκριση με τους Δημοκρατικούς, δημιουργώντας ένα τεράστιο κενό που θα μπορούσε να οδηγήσει τους Δημοκρατικούς πίσω για χρόνια.
«Νομίζω ότι θα έπρεπε να αποτελεί συναγερμό» για το Δημοκρατικό κόμμα, τονίζει ο φιλικός προς αυτό στρατηγικός αναλυτής Εντ Βεϊλ, προσθέτοντας ότι «για την αμερικανική πολιτική ζωή, υπάρχει πλέον “πραγματικό” σοβαρό πρόβλημα».
Και ίσως να μην έχει άδικο. Διότι τα πιο πάνω στοιχεία έρχονται σε μια περίοδο που οι Δημοκρατικοί αγωνίζονται να βρουν τρόπο να βγουν από το πολιτικό αδιέξοδο, αφού έχασαν την προεδρία από τον Ντόναλντ Τραμπ και τον έλεγχο και των σωμάτων του Κογκρέσου από τους Ρεπουμπλικάνους.
Ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ (Δημοκρατικός), έχει βρει έδαφος με επιθέσεις στον Τράμπ, μιμούμενος τον πρόεδρο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ενεργοποιώντας πολλούς στο κόμμα του.
Αλλά το ίδιο το Δημοκρατικό κίνημα έχει δεχθεί πολλά μεγάλα πλήγματα, και τα στοιχεία των New Υοrk Τimes είναι απλώς το τελευταίο στοιχείο που υποδήλωνει ότι το κόμμα έχει χάσει τον δρόμο του.
Ο Βέϊλ σημειώνει ότι μια σειρά ψηφοφόρων, συμπεριλαμβανομένων ατόμων διαφορετικών φύλων και ηλικιών, εγκαταλείπουν το κόμμα, γιατί αυτό ασχολείται με άλλα θέματα που δεν τους αφορούν.
Έτσι, ανησυχία του Εντ Βεϊλ είναι ότι όλα αυτά τα διαφορετικά είδη ψηφοφόρων αισθάνονται σαν το Δημοκρατικό Κόμμα να τους εγκατέλειψε.
«Όλοι συμμερίζονταν το ευρύτερο γεγονός ότι ανήκουν στην εργατική τάξη και δεν νιώθουν ότι τους μιλάμε ή ότι πραγματικά πρόκειται να τους βοηθήσουμε, οπότε αυτό πρέπει να διορθωθεί», είπε.
Ένας άλλος Δημοκρατικός στρατηγικός αναλυτής θεώρησε την έκθεση απογοητευτική σε μια εποχή που οι Δημοκρατικοί αισθάνονται ότι δεν έχουν πηδάλιο και ηγεσία και τους λείπει ένα συνεκτικό μήνυμα για τους ψηφοφόρους.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Εντ Βεϊλ και άλλοι Δημοκρατικοί παρατηρητές, επισημαίνουν ότι «……δύο πράγματα πρέπει να συμβούν για να αποτύχει το πολιτικό κίνημα του Τραμπ: Η δημοτικότητα του Τραμπ και του ΜAGΑ να μειωθεί κατακόρυφα και η δημοτικότητα του εμπορικού σήματος των Δημοκρατικών να αυξηθεί», «Το πρώτο συμβαίνει, αλλά όχι το δεύτερο»,δήλωσε ο στρατηγικός αναλυτής.
«Πρέπει να έχεις κάτι σαφές για να προσφέρεις ένα εναλλακτικό όραμα», πρόσθεσε ένας συναδελφός του. «…..Η καθυστέρηση στην εγγραφή ψηφοφόρων σχετίζεται άμεσα με αυτό, επειδή το Δημοκρατικό κύρος είναι αμετάβλητο. Είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι πιο επιτυχημένοι Δημοκρατικοί σε αυτό το περιβάλλον ανταγωνίζονται και τα δύο κόμματα…..».
Οι Δημοκρατικοί αισθάνονται απογοητευμένοι από την καταστροφική τους ήττα τον Νοέμβριο 2024, όταν έχασαν τον έλεγχο όχι μόνο της προεδρίας αλλά και της Βουλής και της Γερουσίας, την τελευταία από τις οποίες είχαν προηγουμένως ελέγξει.
Πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Δημοκρατικοί θεωρούν το κόμμα τους αδύναμο. Μια δημοσκόπηση του Associated Press-NORC Center for Public Affairs Research τον Ιούλιο αποκάλυψε ότι περίπου μόνο ένας στους 5 Δημοκρατικούς περιέγραψε το κόμμα του με θετικό τρόπο.
Και μια δημοσκόπηση του Δημοκρατικού υπέρ-PAC Unite the Country, που διεξήχθη από το The Hill τον περασμένο μήνα, έδειξε ότι οι ψηφοφόροι αντιλαμβάνονταν το Δημοκρατικό Κόμμα ως «εκτός επαφής», «αφυπνισμένο» και «αδύναμο».
Η δυσκολία σύνδεσης με τους ψηφοφόρους αποτελεί ένα διαρκές θέμα εδώ και μήνες, με ακόμη και τους Δημοκρατικούς να αναγνωρίζουν ότι δεν έχουν ακόμη προωθήσει κάποιο πειστικό μήνυμα.
Μια δημοσκόπηση της Wall Street Journal που δημοσιεύθηκε στα τέλη του περασμένου μήνα έδειξε ότι η δημοτικότητα των Δημοκρατικών είχε φτάσει στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων 35 ετών, καθώς το 63% των ψηφοφόρων είχε αρνητική άποψη για το κόμμα. Ταυτόχρονα, το 33% των ερωτηθέντων είχε θετική άποψη.
Η πτώση στην εγγραφή ψηφοφόρων για τους Δημοκρατικούς «αντιστοιχεί σε αυτό που βλέπουμε στις δημοσκοπήσεις», δήλωσε η Ρεπουμπλικανή πολιτικός Σούζαν Ντελ Πέρσιο, η οποία δεν υποστηρίζει τον Τραμπ. «Ο κόσμος δεν είναι ικανοποιημένος με αυτά που προσφέρουν οι Δημοκρατικοί».
«Δείχνει πώς οι Δημοκρατικοί θεώρησαν τα πράγματα δεδομένα και ηττήθηκαν από τους Ρεπουμπλικάνους, και δεν το λέω αυτό με χαρά ή οτιδήποτε άλλο», πρόσθεσε η Ντελ Πέρσιο, που είναι και, γνωστή δωρήτρια του κόμματος.
Προσθέτει δε μαζί με τον Εντ Βεϊλ ότι «το κόμμα σε πολλά πράγματα της καθημερινής ζωής είναι εκτός πραγματικότητας και κυρίως μακρυά από τις ραγδαίες εξελίξεις που σημαδεύουν την εποχή μας».
«….Πρόκειται για ανέλπιστο δώρο στον Ντόναλντ Τράμπ, ο οποίος στον απλό Αμερικάνο, εύκολα του πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Κατάφερε δε, με τους συμβούλους του επικοινωνίας να δημιουργήσει μια κρίση εμπιστοσύνης προς το Δημοκρατικό Κόμμα, το οποίο πολλοί θεωρούν ότι δεν μπορεί να φέρει αποτελέσματα…..», λέει ο Στήβ Στέϊλι, στρατηγικός αναλυτής, φιλικός προς το κόμμα.
Και στην άποψή του αυτή επικυρώνει και ο ομοϊδεάτης συνάδελφός του Άντονι Κόλεϊ που υπογραμμίζει ότι «….η εμπιστοσύνη είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα που το Δημοκρατικό Κόμμα αντιμετωπίζει με τους ψηφοφόρους. Σε ποσοστό δε που δεν είναι μακρυά από το 70%…..».
Και το ερώτημά μας είναι, σε ποιο βαθμό τα τεκταινόμενα στις ΗΠΑ απασχολούν τις ηγεσίες της Ευρώπης;