Στην ενίσχυση των ανισοτήτων οδηγεί η νέα φορολογική κλίμακα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της 89ης ΔΕΘ. Όπως προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων, η οποία παρουσιάζεται στον σχετικό πίνακα, οι περισσότερο ωφελούμενοι είναι όσοι βρίσκονται στην κορυφή της φορολογικής κλίμακας.
Το φορολογικό πακέτο του κ. Μητσοτάκη προσφέρει πολύ μεγάλες ελαφρύνσεις σε εισοδήματα από 40.000 ευρώ και πάνω, σε αντίθεση με τα εισοδήματα που μέχρι αυτό το κατώφλι. Ουσιαστικά, τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα απολαμβάνουν περιορισμένα «κέρδη».
Επί της ουσίας, το παραπάνω δείχνει το πού θέλει να απευθυνθεί εκλογικά ο πρωθυπουργός, αδιαφορώντας για τις πολύ μεγάλες συνέπειες που έχει φέρει αλλά και συνεχίζει να φέρνει η ακρίβεια στα εισοδήματα των πολιτών. Μάλιστα, όλα αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα που συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. με τον υψηλότερο δείκτη ανισοκατανομής εισοδήματος (δείκτης Gini).

Παραδείγματα
Όπως προκύπτει, κάποιος που βρίσκεται στο εισοδηματικό κλιμάκιο 15.000-16.000 ευρώ και δεν έχει παιδί θα λάβει μια ελάφρυνση της τάξης των 120 ευρώ. Παράλληλα, κάποιος που βρίσκεται στο κλιμάκιο 45.000-46.000 ευρώ «βλέπει» μια ελάφρυνση της τάξης των 900 ευρώ, όπως φαίνεται και στον παραπάνω πίνακα. Ούτε λίγο ούτε πολύ η συγκεκριμένη ελάφρυνση είναι της τάξης του 1 προς 7,5 όταν η σχέση των μισθών είναι 1 προς 3. Ως εκ τούτου είναι σαφής η κατεύθυνση και η στόχευση της κυβέρνησης της ΝΔ.
Σε άλλο παράδειγμα, κάποιος που έχει ετήσιο εισόδημα 10.000-11.000 ευρώ και 2 παιδιά, η ελάφρυνσή του θα είναι 0, όπως και αν έχει 3 ή 4 παιδιά! Μήπως δεν υπάρχει ανάγκη για ελαφρύνσεις σε όσους βρίσκονται σε αυτήν την κλίμακα και έχουν 2 παιδιά; Την ίδια στιγμή, κάποιος που βρίσκεται στην κλίμακα 50.000-51.000 ευρώ και 2 παιδιά θα διαπιστώσει μια ελάφρυνση της τάξης των 1.950 ευρώ. Εάν έχει 3, η μείωση φόρου φτάνει τα 2.850 ευρώ και εάν έχει 4, τότε ελαφρύνεται κατά 4.850 ευρώ!
Επιπλέον, στην κατηγορία εισοδήματος 15.000-16.000 ευρώ η ελάφρυνση για (0,1,2,3,4 τέκνα) είναι αντίστοιχα (100, 200, 300, 650 και 480 ευρώ), ενώ στην εισοδηματική κατηγορία άνω των 60.000 ευρώ είναι (1.600, 2.000, 2.400, 3.300 και 5.300 ευρώ). Το συγκεκριμένο παράδειγμα δείχνει πως η ελάφρυνση είναι υπερπολλαπλάσια για πολύ μεγαλύτερα εισοδήματα, αλλά και το ότι η τοποθέτηση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκου Πιερρακάκη, περί φορολογικής δικαιοσύνης, άτοπη.
Αντίστοιχη είναι η λογική της κυβέρνησης και στα ενοίκια. Επί της ουσίας, τα μέτρα που λαμβάνονται δείχνουν ότι θα ελαφρθνθούν πολλοί περισσότερο οι μεγαλοιδιοκτήτες και αυτοί που έχουν λαμβάνειν όσο το δυνατόν περισσότερα ενοίκια από ακίνητα.

Οι οικονομικές ανισότητες στην Ελλάδα
Οι οικονομικές ανισότητες στην Ελλάδα αποτελούν ένα από τα σοβαρότερα και πιο επίμονα προβλήματα, τα οποία αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία. Κι αυτό γιατί η χώρα συνεχίζει να καταγράφει υψηλά επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας, περιφερειακού χάσματος και πρόσβασης σε υπηρεσίες.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και τη Eurostat, η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. με τον υψηλότερο δείκτη ανισοκατανομής εισοδήματος (δείκτης Gini). Την ίδια στιγμή. η Ελλάδα είναι και στις πρώτες τρεις θέσεις της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο φτώχειας των πολιτών Παρά τη μείωση της ανεργίας τα τελευταία χρόνια, οι χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι και οι επισφαλώς απασχολούμενοι αυξάνονται. Πολλοί εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν τον εφιάλτη της μερικής απασχόλησης.
Ιδιαίτερα οξύ είναι το πρόβλημα της περιφερειακής ανισότητας. Η Αττική και ορισμένες τουριστικές περιοχές παρουσιάζουν υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία ή η Θράκη παραμένουν παγιδευμένες σε χαμηλό επίπεδο υποδομών, επενδύσεων και απασχόλησης. Το χάσμα αυτό ενισχύει τις τάσεις αστυφιλίας και την πληθυσμιακή αποψίλωση της επαρχίας.
Την ίδια στιγμή, κατά την περυσινή χρονιά διευρύνθηκαν και οι ανισότητες μεταξύ πλουσίων και φτωχών, κάτι που δείχνει και την πολιτική κατεύθυνση της κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,72 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,39 για το 2022). Ο δείκτης μειώνεται στο 4,49, όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη οι τεκμαρτές δαπάνες (τελική καταναλωτική δαπάνη) (4,21 για το 2022).
Και σε αυτήν την περίπτωση προκύπτει χειροτέρευση των συνθηκών για το φτωχότερο κομμάτι του πληθυσμού στην Ελλάδα κατά την περυσινή χρονιά.
Ωστόσο, η ακρίβεια οδήγησε στην ανάγκη ανόδου των δαπανών, για αυτό και τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού αύξησαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2022 κατά 8,5%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 15,7%.
Τα τρόφιμα και οι φτωχότεροι
Από εκεί και πέρα, είναι πέρα από σαφές ότι ο πληθωρισμός τροφίμων πλήττει τους φτωχότερους στην Ελλάδα, κάτι το οποίο αποτυπώνεται και στα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα.
Ειδικότερα, το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 33,8% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 13,5%.
Η μέση μηνιαία ισοδύναμη δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 31,9% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 33,8% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, ενώ τα μη φτωχά το 19,6%.