Στη χειρότερη καμπή των τελευταίων ετών βρίσκεται η ελληνική κτηνοτροφία, καθώς η ευλογιά προβάτων, όπως και της πανώλης έναν χρόνο πριν, αποκάλυψε τις χρόνιες παθογένειες του κλάδου, με τους κτηνοτρόφους της χώρας να κρούουν για μία ακόμη φορά καμπανάκι κινδύνου, προειδοποιώντας ότι η έλλειψη ουσιαστικών μέτρων θα φέρει σοβαρές επιπτώσεις σε όλη την παραγωγική αλυσίδα.
Με τα κρίσιμα ζητήματα που άπτονται της εξάπλωσης του ιού της ευλογιάς προβάτων, ασχολήθηκε σήμερα Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου, η Διαρκής Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, όπου κυβερνητικοί εκπρόσωποι και φορείς του κλάδου περιέγραψαν μια εικόνα οικονομικής ασφυξίας, θεσμικής ανεπάρκειας και αβεβαιότητας για το μέλλον, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «βρισκόμαστε πίσω από τη ζωονόσο».
Αποσπασματικά μέτρα, χωρίς μακροπρόθεσμο σχέδιο καταγγέλλουν οι κτηνοτρόφοι της χώρας
Ταυτόχρονα, το ενδεχόμενο ενός lockdown, τα ζητήματα των αποζημιώσεων, της καθυστέρησης στην καταβολή ενισχύσεων και της αύξησης του κόστους ζωοτροφών επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση, ενώ η έλλειψη ελέγχων και η απουσία ουσιαστικών μέτρων επιτείνουν την κατάσταση.
Οι προτάσεις που κατατέθηκαν περιλαμβάνουν άμεση στελέχωση των κτηνιατρικών υπηρεσιών, ενίσχυση των σταθμών απολύμανσης, θεσμοθέτηση εθνικού πρωτοκόλλου για την κτηνοτροφία και καλύτερο σχεδιασμό για τον εμβολιασμό.
Το «μπαλάκι» στους κτηνοτρόφους
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, αναγνώρισε ότι η αντιμετώπιση της νόσου παραμένει ελλιπής. Παρά τα μέτρα βιοασφάλειας και το δεκαήμερο σχέδιο εφόδου, η ευλογιά συνεχίζει να εξαπλώνεται. Μάλιστα, ρίχνοντας το μπαλάκι της ευθύνης στους κτηνοτρόφους, αλλά και στις περιφέρειες και τις ΔΑΟΚ της χώρας επισήμανε ότι «αν δεν γίνει συνείδηση όλων η εφαρμογή μέτρων βιοασφάλειας, δεν θα πετύχουμε τίποτα», τόνισε, υπογραμμίζοντας την κρισιμότητα της κατάστασης.
Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην αρχική τοποθέτησή του, μετά την υλοποίηση του δεκαήμερου σχεδίου γίνεται επανεκτίμηση της κατάστασης, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο, το επόμενο βήμα να είναι το lockdown.
Σε ό,τι αφορά την καταβολή αποζημιώσεων για τις ζωοτροφές, ο κ. Τσιάρας επανέλαβε ότι θα πραγματοποιηθούν τι επόμενες ημέρες, ενώ για την ανασύσταση κοπαδιών είπε ότι όσο η ζωονόσος βρίσκεται σε έξαρση δεν μπορεί αυτή να προχωρήσει.
Κτηνοτρόφοι σε απόγνωση
Από την πλευρά τους, οι κτηνοτρόφοι εξέφρασαν την απόγνωση τους, προειδοποιώντας ότι ένα ενδεχόμενο lockdown σε αυτή τη φάση θα έχει δραματικές και μη αναστρέψιμες συνέπειες για την κτηνοτροφία.
«Μετράμε χιλιάδες ζώα νεκρά και πάνω από 1.000 κτηνοτρόφους χωρίς εισόδημα», τόνισε ο Δημήτρης Μπαλούκας, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κτηνοτρόφων Θεσσαλίας, τονίζοντας ότι η απουσία ενός σχεδίου δράσης οδήγησε σε αδιέξοδο. «Δυστυχώς πρέπει να αποδεχτούμε ότι η εκρίζωση απέτυχε, ενώ καμία μέριμνα δεν υπάρχει για το εισόδημα που χάνεται λόγω θανάτωσης του κοπαδιού», σημείωσε ο κ. Μπαλούκας, τονίζοντας ότι «έχουμε μείνει πίσω από το νόσημα, και όσο δεν πάμε μπροστά θα συνεχίσουμε να μετράμε απώλειες».
Παράλληλα, ο Δημήτρης Μόσχος, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, αφού δήλωσε την κατηγορητική αντίθεση του κλάδου σε ένα ενδεχόμενο lockdown, έκανε λόγο για στοχοποίηση των κτηνοτρόφων καθώς το ΥπΑΑΤ έριξε το μπαλάκι των ευθυνών σε αυτούς για τη μη αποτελεσματικότητα των μέτρων, ενώ το κατηγόρησε για υποστελέχωση και έλλειψη επιστημονικής στήριξης.
Προειδοποίησε δε, για τον οικονομικό αφανισμό όσων χάνουν τα κοπάδια τους, ενώ ζήτησε σχέδιο κρίση για το επόμενο διάστημα, καθώς και να προχωρήσει ο εμβολιασμός των ζώων.
Ελλιπείς ελέγχοι και λήψη μη ουσιαστικών μέτρων για την ευλογιά προβάτων
«Υγειονομικός πόλεμος»
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ Παύλος Σατολιάς, τονίζοντας ότι ένα lockdown θα είναι καταστροφικό, προειδοποιώντας για τους κινδύνους που ελλοχεύουν οι ελλιπείς έλεγχοι, που αφήνουν ανοιχτό πεδίο στη μαύρη διακίνηση ζώων. «Βρισκόμαστε σε ένα υγειονομικό πόλεμο και απαιτούνται αυστηρά μέτρα», σημείωσε.
Σε ό,τι αφορά τις αποζημιώσεις για την ανασύσταση των κοπαδιών, ο κ. Σατολιάς κάλεσε το ΥπΑΑΤ να εξετάσει το ενδεχόμενο αντί καταβολής χρημάτων, να προμηθεύσει τους κτηνοτρόφους με υγιή ζώα προς αντικατάσταση των θανατωθέντων.
Κάλεσε δε, το ΥπΑΑΤ να επανασχεδιάσουν από κοινού την επόμενη ημέρα για την αντιμετώπιση της νόσου, ενώ επανέλαβε την απαίτηση για επιστημονική τεκμηρίωση για τον εμβολιασμό, η οποία εκκρεμεί ακόμα.
Για απώλειες στον κλάδο του κρέατος στο 1/3 της αξίας του έκανε λόγο η Αθανασία Κουμούτσου, εντεταλμένη σύμβουλος του προέδρου της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης του Κρέατος και του Τομέα της Κτηνοτροφίας Γιάννη Φασουλά, προτείνοντας την ενεργοποίηση της άδειας ηλεκτρονικής διακίνησης των ζώων, τη θεσμοθέτηση εθνικού πρωτοκόλλου για την κτηνοτροφία.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι και θεσμικό. Οι έλεγχοι είναι ανεπαρκείς, η παράνομη διακίνηση ζώων οργιάζει, ενώ οι κτηνιατρικές υπηρεσίες είναι χωρίς προσωπικό. Όπως επισήμανε η πρόεδρος της ΔΕ του Πανελλήνιου Κτηνιατρικού Συλλόγου Αθηνά Τραχήλη, «υπάρχουν κτίρια χωρίς προσωπικό» την ώρα που 6.500 ιδιώτες κτηνίατροι παραμένουν αναξιοποίητοι, ενώ για την υποστελέχωση των κτηνιατρικών υπηρεσιών αναφέρθηκε και η Ηλιάνα Τσολιου, γγ του ΔΣ ΓΕΩΤΕΕ.
«Αν δεν υπάρχει η πρώτη ύλη, δεν θα υπάρχει φέτα»
Οι εξαγωγές φέτας
Η κατάσταση παίρνει διαστάσεις εθνικού κινδύνου όταν μπαίνει στο κάδρο η φέτα, το εμβληματικό προϊόν αξίας 1 δισ. ευρώ το χρόνο.
Επιπλέον, οι βιομηχανίες γαλακτοκομικών κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το εθνικό προϊόν, τη φέτα, καθώς η μείωση της παραγωγής γάλακτος απειλεί την αλυσίδα τυροκόμησης.
Μάλιστα, ο πρόεδρος του ΣΕΒΓΑΠ Χρήστος Αποστολόπουλος, επέρριψε ευθύνες στο ΥπΑΑΤ τόσο για ελλιπείς ελέγχους όσο και για τη λήψη μη ουσιαστικών μέτρων για την ευλογιά. «Κανείς δεν αμφισβητεί το μέγεθος του προβλήματος, καθώς επίσης και την έλλειψη ελέγχου μέχρι τώρα», είπε χαρακτηριστικά
Αναφερόμενος στο αίτημα για εμβολιασμό, επανέλαβε ότι δεν αποτελεί λύση του προβλήματος, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η αδυναμία να περιορίσουμε τη νόσο δεν μπορεί να μας οδηγήσει στον εμβολιασμό», επαναλαμβάνοντας τους κινδύνους που εγκυμονεί για τις εξαγωγές φέτας. «Ως χώρα θα χάσουμε το καθεστώς απαλλαγής, στο οποίο στηρίζονται οι εξαγωγές προς τρίτες χώρες και τότε αυτές θα σταματήσουν», σημείωσε.
«Αν δεν υπάρχει πρώτη ύλη, δεν θα υπάρχει φέτα», προειδοποίησαν οι εκπρόσωποι των κτηνοτρόφων», ενώ ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Τυριού Ιωάννης Βιτάλης επισήμανε ότι την καταστροφή που υφίστανται οι κτηνοτρόφοι, οι οποίοι όταν χάσουν το κοπάδι τους δεν μπορούν να επανέρθουν στο χώρο.
«Η κτηνοτροφία και οι κτηνοτρόφοι δεν είναι αναλώσιμοι και πρέπει να επιβιώσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι η ζημιά που θα προέλθει από την απώλεια μιας αγοράς τρίτης χώρας για την εξαγωγή φέτας είναι μικρότερη απ’ αυτή που έρθει στην ελληνική κτηνοτροφία αν δεν αντιμετωπιστεί η κατάσταση. «Χωρίς τους κτηνοτρόφους δεν υπάρχει ούτε μεταποίηση ούτε εθνικό προϊόν να προστατευθεί», προειδοποίησε.
Debate για το εμβόλιο
Στη συζήτηση για τον εμβολιασμό, η κυβέρνηση εμφανίζεται αρνητική, επικαλούμενη έλλειψη επιστημονικών δεδομένων και τον κίνδυνο να θιγεί η εξαγωγική φήμη της φέτας, ενώ ο κ. Τσιάρας επανέλαβε ότι το εμβόλιο δεν έχει δοκιμαστεί σε καμία ευρωπαϊκή χώρα, ενώ τα οφέλη του ή όχι δεν συνοδεύονται ακόμη από επίσημη επιστημονική τεκμηρίωση.
«Κανένα εγκεκριμένο εμβόλιο, κανείς δεν εμβολιάζει στην ΕΕ, επισήμανε η Μαρία Γιαννιού, αναπληρώτρια προϊσταμένη της Διεύθυνσης Υγείας των Ζώων, Διευθύντρια του ΥπΑΑΤ, τονίζοντας ότι ακόμα και αν προχωρήσει ο εμβολιασμός θα εμφανιστούν τεχνικά προβλήματα, ενώ οι θανατώσεις δεν πρόκειται να σταματήσουν.
Αντίστοιχα, και ο καθηγητής του Τμήματος Κτηνιατρικής του ΑΠΘ Σπύρος Κρήτας, επισήμανε ότι ο εμβολιασμός με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί να υποστηριχτεί.
Στον αντίποδα, ο πρόεδρος του ΣΕΚ επανέλαβε το αίτημα για στοχευμένους εμβολιασμούς, σημειώνοντας μάλιστα ότι η Ελλάδα, ήταν και η πρώτη χώρα η οποία εμβολίασε για την ευλογιά την περίοδο 1986-88.
Όμως, για τους παραγωγούς, το δίλημμα είναι δραματικά πιο απλό: χωρίς κοπάδια, δεν υπάρχει ούτε φέτα ούτε αγροτική οικονομία. Ωστόσο, η συζήτηση γύρω από το εμβόλιο παραμένει ανοιχτή, καθώς δεν υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα ούτε για την αποτελεσματικότητά του ούτε για τις πιθανές επιπτώσεις στις εξαγωγές.