Ήταν τον περασμένο Σεπτέμβριο όταν η εμφάνιση καταστημάτων που έφεραν την επιγραφή «Shein» στο Παγκράτι και περιφερειακές πόλεις, όπως η Πάτρα, θορύβησε τον εμπορικό κόσμο καθώς έβλεπε την προσπάθεια αποτύπωσης του καταναλωτικού ρεύματος που έδινε πόντους στην κινεζική πλατφόρμα, έστω και με λαθραίο τρόπο.
Ο θόρυβος που δημιουργήθηκε πέρυσι διαψεύστηκε από την ίδια την εταιρεία η οποία διά στόματος εκρπσώπου του τμήματος εταιρικής επικοινωνίας για Ευρώπη, Μεση Ανατολή και Ασία της Shein, Martin Reidy επισήμανε στον ΟΤ πως «είμαστε μια αποκλειστικά διαδικτυακή πλατφόρμα, χωρίς φυσικά καταστήματα».
Τη θέσπιση εθνικού τέλους 7 ευρώ για όλα τα εισαγόμενα δέματα (Shein, Temu) από τρίτες χώρες ζήτησε από τα υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης ο GR.EC.A
Τι έλεγε πέρυσι η Shein
«Τα προϊόντα Shein είναι διαθέσιμα μόνο online μέσω της επίσημης ιστοσελίδας και της εφαρμογής μας. Οποιαδήποτε καταστήματα στην Ελλάδα που ισχυρίζονται ότι είναι καταστήματα Shein, δεν είναι εξουσιοδοτημένα από την Shein ούτε συνδέονται με εμάς με οποιονδήποτε τρόπο και δεν μπορούμε να εγγυηθούμε τη γνησιότητα ή την ποιότητα των προϊόντων που προσφέρουν. Λαμβάνουμε τα κατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπίσουμε αυτά τα μη εξουσιοδοτημένα καταστήματα και να προστατεύσουμε τους πελάτες μας στην Ελλάδα», τόνιζε ο κ. Reidy.
Την ίδια στιγμή επιβεβαίωνε τη στρατηγική της εταιρείας να ανοίγει περιστασιακά και για περιορισμένο διάστημα καταστήματα, τα λεγόμενα και «pop-up» για λόγους μάρκετινγκ.
«Περιστασιακά φιλοξενούμε προσωρινά “pop-up” καταστήματα προκειμένου να ενισχύσουμε την αξία της μάρκας και την αγοραστική εμπειρία των πελατών μας. Προς το παρόν ωστόσο δεν υπάρχουν άμεσα σχέδια για τέτοιου είδους καταστήματα στην ελληνική αγορά», επισημαίνει στον ΟΤ ο Martin Reidy. «Ο προσωρινές offline εμπειρίες λιανικής πώλησης θα γίνονται γνωστές στους πελάτες μας πάντα απευθείας από εμάς μέσω των καναλιών μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», συμπλήρωνε.
Η αλλαγή στρατηγικής
Η Shein που διατηρεί γραφεία στο Λος Άντζελες, το Σάο Πάολο, το Δουβλίνο, την Γκουανγκζού, το Παρίσι, την Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και τη Σιγκαπούρη -όπου μετέφερε την έδρα της από την Κίνα το 2022-, ακολουθεί ένα συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο δεν αποκαλύπτει το πλήρες πρόγραμμα pop-up εκ των προτέρων. Ανακοινώνει μόνο, δε, τα επερχόμενα καταστήματα μερικές εβδομάδες πριν από την έναρξή τους.
Αυτή η στρατηγική φαίνεται πως ανετράπη πριν από λίγες ημέρες όταν ανακοίνωσε την είσοδό της στη φυσική λιανική επί γαλλικού εδάφους.
Ειδικότερα, λίγες μέρες μετά την οργάνωση ενός pop-up store της Shein στην καρδιά της συνοικίας Marais του Παρισιού και, κυρίως, την ανακοίνωση μιας συμφωνίας με τη γαλλική μάρκα Pimkie που προκάλεσε αντιδράσεις σε ολόκληρο τον κλάδο της ένδυσης, η κινεζική πλατφόρμα επέλεξε τη Γαλλία για να ανοίξει τους πρώτους μόνιμους φυσικούς της χώρους λιανικής πώλησης — μια παγκόσμια πρωτιά και, όπως δηλώνει, μια «δέσμευση για την αναζωογόνηση των κέντρων των πόλεων».
Και όλα αυτά παρά το γεγονός πως στις αρχές Σεπτεμβρίου, της επιβλήθηκε πρόστιμο 150 εκατ. ευρώ για τα cookies, με τη Shein να μιλά για «πολιτικά κίνητρα πίσω από την απόφαση της γαλλικής αρχής».

Το πείραμα της Shein στη Γαλλία είναι μόνο η αρχή;
Έξι καταστήματα θα ανοίξουν από τον Νοέμβριο, αρχικά στο BHV Marais στο Παρίσι, και μετά σταδιακά, στα καταστήματα Galeries Lafayette στη Ντιζόν, τη Ρενς, τη Γκρενόμπλ, την Ανζέρ και τη Λιμόζ.
«Επιλέγοντας τη Γαλλία ως τόπο για το πείραμά μας στον τομέα της φυσικής λιανικής πώλησης, αναγνωρίζουμε τη θέση της ως σημαντική πρωτεύουσα της μόδας και αγκαλιάζουμε το πνεύμα δημιουργικότητας και αριστείας που την διακατέχει», διευκρίνισε στο Fashion Network ο Donald Tang, εκτελεστικός πρόεδρος της Shein. «Είναι φυσικό αυτό το ταξίδι να ξεκινήσει στο Παρίσι, στο BHV, το λίκνο του σύγχρονου εμπορίου, πριν επεκταθεί σε πέντε άλλες πόλεις σε όλη τη χώρα».
Μάλιστα, η κινεζική πλατφόρμα συνεργάστηκε με την Société des Grands Magasins (SGM), μια εταιρεία λιανικής πώλησης ακινήτων που ιδρύθηκε το 2018 από τον Frederic και τη Maryline Merlin, και διαχειρίζεται το BHV Marais και πολλά καταστήματα Galeries Lafayette, μετά από συμφωνίες πώλησης και συνεργασίας με τον όμιλο Galeries Lafayette. Η εξαγορά του πολυκαταστήματος του Παρισιού ήταν ένα ευαίσθητο θέμα, κυρίως επειδή οι σχέσεις με ορισμένες μάρκες έγιναν τεταμένες το 2024, και σε σχέση με την ολοκλήρωση του σχεδίου εξαγοράς που ξεκίνησε με τον όμιλο Galeries Lafayette το 2023.
Απέναντι στη Shein: Θέμα αξιών και οικονομίας
Η ομολογία της SGM ότι συνεργάστηκε με τη Shein προκειμένου να προσελκύσει ένα νεανικό κοινό και να εμπλουτίσει το πελατολόγιό της με αγοραστές που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να προσεγγίσει, προκάλεσε φυσικά αντιδράσεις στη Γαλλία καθώς τοπόσημα όπως η Galeries Lafayette αναρωτήθηκε πώς μπορεί να συμβαδίσει η εμπορική της ιστορία και οι αξίες της για την ποιότητα με τη fast fashion και τον καταναλωτισμό.
Και όχι μόνο.
Δεν είναι τυχαίο ότι απέναντι στην κινεζική επέλαση χάρη σε ένα παγκόσμιο δίκτυο αποθηκών που επιτρέπει στη Shein να αποστέλλει προϊόντα σε περισσότερες από 150 χώρες και περιοχές παγκοσμίως, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτρονικού Εμπορίου – (GR.EC.A) ζήτησε τη θέσπιση εθνικού τέλους 7 ευρώ για όλα τα εισαγόμενα δέματα (και από την Temu) από τρίτες χώρες από τα υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο, οι διεθνείς πλατφόρμες κατακλύζουν την ελληνική αγορά με προϊόντα εξαιρετικά χαμηλού κόστους, τα οποία συχνά δεν πληρούν τις απαιτούμενες προδιαγραφές ασφαλείας, δημιουργώντας σοβαρές στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό.
Όπως τόνισε ο GR.EC.A στα τέλη Σεπτεμβρίου, οι επιχειρήσεις εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν φορολογούνται με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τις ελληνικές και ευρωπαϊκές εταιρείες. Η ανισορροπία αυτή έχει ήδη προκαλέσει σημαντικές απώλειες στον εγχώριο επιχειρηματικό ιστό, καθιστώντας αναγκαία την παρέμβαση της Πολιτείας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα έρχονται από άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε., όπως η Γαλλία και η Ρουμανία, που έχουν ήδη υιοθετήσει εθνικά τέλη ανά εισαγόμενο δέμα, προστατεύοντας έτσι τις δικές τους επιχειρήσεις.
Το θέμα είναι η προστασία αυτή τέθηκε σε συνθήκε ηλεκτρονικού εμπορίου. Και η εισβολή στο retail αλλάζει το παιχνίδι.