Ο κίνδυνος είναι πως αυτό που συμβαίνει στη Γαλλία μπορεί να μη μείνει στη Γαλλία. Την ηχηρή αυτή προειδοποίηση απευθύνει ο κορυφαίος οικονομολόγος και πρόεδρος του Queen’s College στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, Μοχάμεντ Ελ Εριάν, με άρθρο γνώμης που υπογράφει στους FT.
Οπως επισημαίνει, η παραίτηση ενός ακόμη πρωθυπουργού της Γαλλίας -του πέμπτου μέσα σε διάστημα δύο ετών- έχει ως υποκείμενη αιτία την επίμονη αδυναμία της κυβέρνησης να εξασφαλίσει μια λειτουργική κοινοβουλευτική πλειοψηφία για την απαραίτητη δημοσιονομική εξυγίανση, ιδίως όταν λόγος γίνται για μια χώρα που βρίσκεται στην «καρδιά» της ευρωζώνης.
Η αγορά ομολόγων
Ο αντίκτυπος της παραίτησης του Σεμπαστιάν Λεκορνί στην αγορά κρατικών ομολόγων ήταν άμεσος, τονίζει ο οικονομολόγος, αναφέροντας πρωτίστως τις αποδόσεις τους που εκτοξεύτηκαν και κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για το γεγονός ότι οι επενδυτές αποτιμούν πλέον ένα σημαντικό ασφάλιστρο κινδύνου διακυβέρνησης για τη Γαλλία.
Ως αξιοσημείωτο γεγονός, μάλιστα, αναφέρει το ότι η απόδοση του 10ετούς γαλλικού ομολόγου ξεπέρασε ακόμη και το αντίστοιχο ιταλικό -κάτι το οποίο μέχρι πριν από λίγο καιρό φαινόταν αδιανόητο-.
«Αυτό είναι κάτι περισσότερο από ένα μέτρο δημοσιονομικής ανισορροπίας. Είναι μια απώλεια εμπιστοσύνης στην ικανότητα του γαλλικού πολιτικού συστήματος να κυβερνά αποφασιστικά», γράφει χαρακτηριστικά ο Ελ-Εριάν.
Οσο για τη διεύρυνση του spread με το γερμανικό κρατικό ομόλογο που έφτασε πάνω από 0,85 ποσοστιαίες μονάδες, υπογραμμίζει ότι κάνει πιο δύσκολα τα πράγματα όχι μόνο για τη Γαλλία, αλλά και για τις προοπτικές της ΕΚΤ η οποία επιχειρεί την ήδη δύσκολη άσκηση της εξισορρόπησης συγκράτησης του επίμονου πληθωρισμού με τις αυξανόμενες ανησυχίες για την αναιμική οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη.
«Το τρέχον μήνυμα της αγοράς είναι σαφές: αν επιμένει ακόμη περισσότερο, η πολιτική παράλυση της Γαλλίας μπορεί να αποδειχθεί οικονομικός πονοκέφαλος για την Ευρωζώνη», προειδοποιεί ο κορυφαίος οικονομολόγος.
Επιπτώσεις στη Βρετανία
Ακόμη, ο Μοχάμεντ Ελ-Εριάν απευθύνει σαφή προειδοποίηση ότι θα ήταν μεγάλο λάθος εάν κανείς θεωρούσε ότι η περιδίνηση της Γαλλίας δεν θα επηρεάσει τη Βρετανία, επειδή δεν είναι μέλος της ευρωζώνης και της ΕΕ.
Ο ίδιος εξηγεί ότι βλέπει ήδη τον άμεσο αντίκτυπο, που δεν είναι άλλος από υψηλότερες αποδόσεις για τα βρετανικά κρατικά ομόλογα με τις «χρυσές» αποδόσεις, και μάλιστα η απότομη αύξηση ως αντίδραση στα γαλλικά νέα ξεπέρασε εκείνη όλων των άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών.
Ο οικονομολόγος, θέτει ακόμη μια ενδιαφέρουσα διάσταση, επισημαίνοντας πως όσο ευάλωτη κι αν φαίνεται η Γαλλία αυτήν τη στιγμή, μπορεί να βρεθεί αναμφισβήτητα σε λιγότερο δύσκολη θέση από τη Βρετανία, εάν οι αγορές ομολόγων χάσουν πραγματικά την υπομονή τους με τις χώρες με δημοσιονομική χαλάρωση.
Και αυτό, γιατί, όπως εξηγεί, η Γαλλία έχει και τη δέσμευση του Μάριο Ντράγκι όταν ως πρόεδρος της ΕΚΤ το 2012 διακήρυσσε το περίφημο «ό, τι χρειαστεί». Αυτό στάθηκε καθοριστικό για τη συνολική αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους.
Η Τράπεζα της Αγγλίας θα μπορούσε επίσης να παρέμβει σε περίπτωση που το κλίμα για τα ομόλογα επιδεινωθεί σημαντικά στη χώρα, όπως έκανε το 2022 επί Λιζ Τρας, ωστόσο σήμερα δεν θα ήταν το ίδιο αναστρέψιμη μια διαταραχή, με βάση τα τωρινά δεδομένα στη Βρετανία.
Συνοψίζοντας, ο Ελ-Εριάν υπογραμμίζει ότι ο κίδυνος είναι ότι αυτό που συμβαίνει στη Γαλλία μπορεί να μην παραμείνει στη Γαλλία, ειδικά εάν ο προϋπολογισμός του Ηνωμένου Βασιλείου τον Νοέμβριο δεν κατορθώσει να επιτύχει όχι μόνο τη δημοσιονομική εξυγίανση, αλλά και τις απαραίτητες προοπτικές υψηλότερης παραγωγικότητας και ανάπτυξης.
Για το Ηνωμένο Βασίλειο, προσθέτει, τα τεκταινόμενα στη Γαλλία θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως μια ισχυρή προειδοποιητική υπενθύμιση ότι ο προϋπολογισμός του Νοεμβρίου θα δοκιμάσει κατά πόσον το Λονδίνο μπορεί να προσφέρει αυτό που το Παρίσι δεν προσφέρει.
«Οι αγορές ομολόγων χάνουν την υπομονή τους με την πολιτική παράλυση», καταλήγει ο οικονομολόγος.