Σε αγωνία βρίσκεται ολόκληρη η βιομηχανία του καφέ και η αγορά καφεστίασης διεθνώς, λόγω των αυξήσεων του κόστους των κόκκων καφέ.
Ενδεικτικό είναι ότι οι τιμές λιανικής πώλησης του καφέ αυξήθηκαν κατά σχεδόν 21% τον Αύγουστο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, και αυτό οφείλεται εν μέρει στους δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ. Τον Ιούλιο, η Βραζιλία επιβαρύνθηκε με έναν από τους υψηλότερους δασμούς, 50%, ενώ το Βιετνάμ έχει δασμούς 20% και η Κολομβία 10%.
Οι αυξήσεις των τιμών στον καφέ μπορεί να ενισχύσουν την κατ’ οίκον κατανάλωση
«Καίει» ο καφές
Σύμφωνα με την Εθνική Ένωση Καφέ, οι ΗΠΑ εισάγουν περισσότερο από το 99% του καφέ τους. Το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από τη Βραζιλία — 30,7% των εισαγωγών καφέ των ΗΠΑ με βάση το καθαρό βάρος, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων Comtrade του ΟΗΕ — την Κολομβία (18,3%) και το Βιετνάμ (6,6%).
Σύμφωνα με στοιχεία της Toast, μιας εταιρείας που παρέχει λογισμικό διαχείρισης εστιατορίων, η μέση τιμή του κανονικού καφέ στα καταστήματα τον Αύγουστο ήταν 10 σεντς υψηλότερη από την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Η αύξηση αυτή ανέβασε τη μέση τιμή στα 3,52 δολάρια.

«No Coffee Tax Act»
Ίσως όμως να υπάρχει κάποιο φως στο τούνελ.
Τον Σεπτέμβριο, ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής Ντον Μπέικον από τη Νεμπράσκα και ο Δημοκρατικός βουλευτής Ρο Κάννα από την Καλιφόρνια υπέβαλαν το δικομματικό νομοσχέδιο «No Coffee Tax Act» (Νόμος για την απαλλαγή του καφέ από δασμούς), με σκοπό την απαλλαγή των προϊόντων καφέ από δασμούς.
Οι αυξήσεις των τιμών μπορεί να οδηγήσουν ορισμένους καταναλωτές να αρχίσουν να παρασκευάζουν τον καφέ τους στο σπίτι, αλλά είναι πιθανό να συνεχίσουν να αγοράζουν καφέ από τοπικά καταστήματα ως περιστασιακή απόλαυση.
«Οι καταναλωτές μπορεί να αλλάξουν μάρκα, να αναζητήσουν προσφορές ή να επιλέξουν προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας — ή τουλάχιστον αυτό που θεωρούν ως χαμηλότερη ποιότητα — προκειμένου να εξοικονομήσουν λίγα χρήματα», εξήγησε στο CNN, η Erin McLaughlin, ανώτερη οικονομολόγος στο μη κερδοσκοπικό ερευνητικό οργανισμό, Conference Board.
Οι καταναλωτές καφέ βλέπουν τις τιμές σε καφέ φίλτρου και εσπρέσο να βαίνουν την ανιούσα
Στα cafe
Μπορεί στην Ουάσιγκτον, οι εταιρείες επεξεργασίας καφέ να αναλαμβάνουν μέρος της αύξησης λόγω δασμών, ωστόσο οι τελικοί καταναλωτές εξακολουθούν να νιώθουν την πίεση.
Οι καταναλωτές καφέ στην πρωτεύουσα της χώρας βλέπουν τις τιμές σε καφέ φίλτρου και εσπρέσο να βαίνουν την ανιούσα. Σύμφωνα με στοιχεία της Toast, ένας κανονικός ζεστός καφές στην Ουάσιγκτον κόστιζε κατά μέσο όρο 4,21 δολάρια τον Αύγουστο, αύξηση 4% σε σχέση με πέρυσι. Και η μέση τιμή ενός κρύου καφέ είναι 5,35 δολάρια, αύξηση 3,7% σε σχέση με πέρυσι.
Η Swing’s Coffee Roasters, η οποία ιδρύθηκε το 1916 και διαθέτει τρία καταστήματα στη Βιρτζίνια και την Ουάσινγκτον, έχει πληγεί από τα υψηλότερα από το συνηθισμένο κόστη. Ο ιδιοκτήτης της, Mark Warmuth, επισήμανε στο CNN ότι οι δασμοί Τραμπ προκάλεσαν μια «πραγματικά δύσκολη κατάσταση σε όλους τους τομείς», σε συνδυασμό με περιβαλλοντικούς και εργασιακούς παράγοντες που αυξάνουν το κόστος του καφέ.
«Οι καταναλωτές πληρώνουν το τίμημα», είπε ο Warmuth, προσθέτοντας ότι «ο μόνος χαμένος εδώ είναι ο καταναλωτής».
Το κόστος μιας κούπας καφέ μπορεί να αυξηθεί κατά 10 ή 15 σεντς, προειδοποίησε μάλιστα. Ακόμα και αν η εισαγωγή κόκκων καφέ κοστίζει 50% περισσότερο, είναι απίθανο το κόστος μιας κούπας καφέ να αυξηθεί επίσης κατά 50%.

Η προσιτή πολυτέλεια
«Ο καφές θεωρείται ένα είδος προσιτής πολυτέλειας. Αν και η τιμή του μπορεί να αυξηθεί από 3 δολάρια το φλιτζάνι σε 3,50 δολάρια, αυτό μπορεί να μην είναι αρκετό στο κέντρο της Ουάσιγκτον για να κάνει κάποιον να αλλάξει τις καταναλωτικές του συνήθειες», πρόσθεσε.
Ο Chris Vigilante, ιδιοκτήτης της Vigilante Coffee Company, η οποία έχει δύο καταστήματα στην Καλιφόρνια και το Μέριλαντ, ανέφερε σχετικά πως η μέση τιμή του καφέ έχει αυξηθεί από περίπου 4 σε 6 δολάρια.
Η Vigilante εισάγει μεγάλο μέρος του καφέ της από τη Βραζιλία, ενώ άλλοι κόκκοι προέρχονται από χώρες όπως η Ινδονησία, η Αιθιοπία και η Κολομβία. Εν μέσω των απολύσεων σε ομοσπονδιακό επίπεδο και άλλων πιέσεων που επηρεάζουν τους κατοίκους της Ουάσιγκτον, ο Vigilante Coffee Company δήλωσε ότι έχει εξετάσει το ενδεχόμενο να εισάγει καφέ από άλλες χώρες, προκειμένου να «διαφοροποιήσει την προσφορά της και να διατηρήσει συγκεκριμένα επίπεδα τιμών για την πελατεία της».
Παρά την αύξηση των τιμών, ο ιδρυτής της εταιρείας δήλωσε ότι είναι αισιόδοξος ότι εξακολουθούν να υπάρχουν τρόποι «οι άνθρωποι να μπορούν να συνεχίσουν να απολαμβάνουν εξαιρετικό καφέ ειδικής ποιότητας που ταιριάζει στο πορτοφόλι τους».
Καφές από τη Βραζιλία;
Οι δασμοί 50% που επιβάλλονται στον κορυφαίο εισαγωγέα των ΗΠΑ, τη Βραζιλία, η οποία έχει δει την προσφορά καφέ της να συρρικνώνεται λόγω ξηρασίας, επιβαρύνει περισσότερο τις επιχειρήσεις.
Ο Doug Ilg, ιδιοκτήτης της Celtic Cup Coffee Roasting στο Silver Spring του Μέριλαντ, έχει αποφύγει τον βραζιλιάνικο καφέ λόγω των τεράστιων δασμών. Δεν εισάγει καφέ ο ίδιος, αλλά αγοράζει κυρίως από τρίτους και έχει παρατηρήσει αύξηση του κόστους τους τελευταίους οκτώ μήνες.
Οι δασμοί του Τραμπ «σίγουρα άλλαξαν τα πράγματα», τόνισε με τη σειρά του ο Ilg. Για παράδειγμα, οι πελάτες τώρα μπορεί να πληρώνουν περίπου 63 σεντς περισσότερα ανά λίβρα καφέ σε σύγκριση με τον Ιανουάριο, λόγω του επιπλέον κόστους των δασμών φέτος.
Τα επιπλέον κόστη ασκούν επίσης μεγαλύτερη πίεση στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που επενδύουν περισσότερα εκ των προτέρων, πρόσθεσε και ο McLaughlin του Conference Board.
Ο Joel Finkelstein, ιδιοκτήτης της Qualia Coffee, η οποία δραστηριοποιείται σε αγροτικές αγορές γύρω από την Ουάσινγκτον, εξήγησε πως είναι «πολύ δύσκολο» να προβλέψει πού θα βρίσκεται η επιχείρησή του σε ένα ή δύο χρόνια λόγω παραγόντων όπως η αβεβαιότητα σχετικά με τις τιμές.
«Κάθε μικρή επιχείρηση, εκτός αν βρίσκεται σε πολύ ευνοϊκή θέση, αξιολογεί συνεχώς αν έχει νόημα να παραμείνει ανοιχτή», κατέληξε.