Τον πυρήνα της παραπαίουσας πολεμικής οικονομίας της Ρωσίας πλήττουν επί της ουσίας οι νέες κυρώσεις που ανακοινώθηκαν χθες, φέρνοντας την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες σε ευθυγράμμιση στην πίεση που ασκούν στη Μόσχα.
Οι αναλυτές λένε ότι ο αντίκτυπος της απόφασης να συμπεριληφθούν οι ρωσικοί ενεργειακοί κολοσσοί Rosneft και Lukoil στη μαύρη λίστα θα εξαρτηθεί από τρία πράγματα: το πόσο καλά θα εφαρμοστούν, την αντίδραση των μεγάλων αγορών στην Ινδία και την Κίνα και το κατά πόσον η Μόσχα μπορεί να παρακάμψει τα μέτρα.
Οι νέες κυρώσεις των ΗΠΑ «σηματοδότησαν την πιο ουσιαστική κίνηση μέχρι σήμερα από τις ΗΠΑ για το κλείσιμο του ρωσικού πολεμικού ΑΤΜ», έγραψε σε σημείωμα προς τους πελάτες της η Helima Croft , επικεφαλής παγκόσμιας στρατηγικής εμπορευμάτων της RBC Capital Markets. «Εάν η κυβέρνηση Τραμπ πράγματι υποστηρίξει τα λόγια με πράξεις, αναμένουμε ότι οι εταιρείες διύλισης που επιδιώκουν να διατηρήσουν την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές των ΗΠΑ θα απαρνηθούν τα ρωσικά βαρέλια».
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε την Πέμπτη νέες κυρώσεις που σταδιακά καταργούν τις αγορές ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου και στοχεύουν περισσότερες από 20 κινεζικές και άλλες ξένες εταιρείες που εμπλέκονται στο εμπόριο ρωσικού πετρελαίου. Η απόφαση του Τραμπ να επιβάλει τις αμερικανικές κυρώσεις ήρθε μετά την απόρριψη από το Κρεμλίνο της πρότασης της Ουάσινγκτον για κατάπαυση του πυρός κατά μήκος των σημερινών μετώπων, ακολουθούμενη από ειρηνευτικές συνομιλίες.
Η αντίδραση των αγορών
Οι τιμές του πετρελαίου σημείωσαν άνοδο την Πέμπτη ως απάντηση στις κυρώσεις, με το Brent, το παγκόσμιο μέτρο σύγκρισης, να διαπραγματεύεται με άνοδο περίπου 5%, καθώς οι traders ανησυχούν ότι τα μέτρα θα μπορούσαν να διαταράξουν την παγκόσμια προσφορά.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας χαρακτήρισε παράνομες τις κυρώσεις της ΕΕ κατά των κινεζικών εταιρειών, λέγοντας ότι οι περισσότερες χώρες θα συνεχίσουν να εμπορεύονται με τη Μόσχα. Το Πεκίνο προειδοποίησε την ΕΕ να σταματήσει να «βλάπτει τα συμφέροντα της Κίνας».
Για τη Ρωσία, οποιαδήποτε μείωση στις εξαγωγές πετρελαίου θα έπληττε άμεσα το πολεμικό σεντούκι του Κρεμλίνου, καθώς οι πωλήσεις ενέργειας αντιπροσωπεύουν έως και το ένα τρίτο των εσόδων του προϋπολογισμού της χώρας. Οι κυρώσεις αναμένεται επίσης να προκαλέσουν περισσότερες τριβές στην εφοδιαστική και τις πληρωμές και να συρρικνώσουν τα περιθώρια κέρδους για το ρωσικό πετρέλαιο.
Οι πρώτες επιπτώσεις
Και από ό,τι όλα δείχνουν η απόφαση των ΗΠΑ να προχωρήσουν σε στοχευμένες κυρώσεις εναντίον των ρωσικών ομίλων Rosneft και Lukoil, έχει αρχίσει ήδη να αποκαλύπτει τις πρώτες επιπτώσεις της: εκτός από τον περιορισμό αυτόν καθ’ αυτόν για τους ενεργειακούς κολοσσούς, κλείνει επί της ουσίας και πολλά από τα παραθυράκια που έμεναν ανοικτά από προηγούμενα τιμωρητικά μέτρα.
Σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται οι Financial Times, ήδη η κορυφαία εταιρεία διύλισης της Ινδίας εξετάζει το ενδεχόμενο να σταματήσει τις αγορές πετρελαίου από τον μεγαλύτερο Ρώσο προμηθευτή της. Παράλληλα, αποκλειστικές πληροφορίες που δημοσιεύει το Reuters, αναφέρει ότι οι κινεζικές κρατικές πετρελαϊκές εταιρείες ανέστειλαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου μέσω θαλάσσης.
Η απότομη πτώση στη ζήτηση πετρελαίου από τους δύο μεγαλύτερους πελάτες της Ρωσίας θα ασκήσει πίεση στα έσοδα της Μόσχας από το πετρέλαιο και θα αναγκάσει τους κορυφαίους εισαγωγείς στον κόσμο να αναζητήσουν εναλλακτικές προμήθειες και να αυξήσουν τις παγκόσμιες τιμές.
Ειδικότερα, πηγές αναφέρουν οι κινεζικές εθνικές πετρελαϊκές εταιρείες PetroChina, Sinopec, CNOOC και Zhenhua Oil θα απέχουν από τις συναλλαγές με ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται μέσω θαλάσσης τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα λόγω ανησυχίας για τις κυρώσεις.

Σημαντικές εισαγωγές
Ενώ η Κίνα εισάγει περίπου 1,4 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού πετρελαίου ημερησίως μέσω θαλάσσης, το μεγαλύτερο μέρος αυτού αγοράζεται από ανεξάρτητα διυλιστήρια, συμπεριλαμβανομένων μικρών επιχειρήσεων γνωστών ως teapots, αν και οι εκτιμήσεις για τις αγορές από κρατικά διυλιστήρια ποικίλλουν σημαντικά.
Η Vortexa Analytics προέβλεψε ότι οι αγορές ρωσικού πετρελαίου από κινεζικές κρατικές εταιρείες θα κυμανθούν κάτω από 250.000 βαρέλια την ημέρα για τους πρώτους εννέα μήνες του 2025, ενώ η συμβουλευτική εταιρεία Energy Aspects έθεσε τον πήχη στα 500.000 βαρέλια την ημέρα.
Εμπορικές πηγές ανέφεραν επίσης στο Reuters, ότι η Unipec, ο εμπορικός βραχίονας της Sinopec, σταμάτησε τις αγορές ρωσικού πετρελαίου την περασμένη εβδομάδα, αφότου η Βρετανία έθεσε σε περιορισμό τη Rosneft και τη Lukoil, καθώς και πλοία του σκιώδους στόλου και κινεζικές οντότητες.
Η Rosneft και η Lukoil πωλούν το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου τους στην Κίνα μέσω μεσαζόντων αντί να συναλλάσσονται απευθείας με αγοραστές, ανέφεραν οι traders.
Ο ρόλος των ανεξάρτητων διυλιστηρίων
Εν τω μεταξύ, τα ανεξάρτητα διυλιστήρια είναι πιθανό να σταματήσουν τις αγορές για να αξιολογήσουν τον αντίκτυπο των κυρώσεων, αλλά θα εξακολουθήσουν να επιδιώκουν να συνεχίσουν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, δήλωσαν αρκετοί traders.
Η Ινδία και η Κίνα αναμένεται να στραφούν σε άλλες προμήθειες, ωθώντας προς τα πάνω τις τιμές του μη κυρωμένου πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή , την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, ανέφεραν οι traders.

Μπλόκο και από την Ινδία
Σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται οι Financil Times, ήδη η κορυφαία εταιρεία διύλισης της Ινδίας εξετάζει το ενδεχόμενο να σταματήσει τις αγορές πετρελαίου από τον μεγαλύτερο Ρώσο προμηθευτή της.
Η Reliance Industries δήλωσε την Πέμπτη ότι θα «επαναβαθμονομήσει» τις εισαγωγές της σύμφωνα με τις οδηγίες της ινδικής κυβέρνησης, καθώς οι τιμές του πετρελαίου αυξήθηκαν κατά 5% μετά την επίδραση των αμερικανικών μέτρων κατά στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας.
Τον Δεκέμβριο, η Reliance, η οποία ελέγχεται από τον Mukesh Ambani, τον πλουσιότερο άνθρωπο της Ασίας, ενίσχυσε τη θέση της ως ο μεγαλύτερος δικαιούχος φθηνού ρωσικού πετρελαίου στην Ινδία, υπογράφοντας 10ετές συμβόλαιο για την αγορά σχεδόν 500.000 βαρελιών αργού πετρελαίου την ημέρα από τη Rosneft.
Η Helima Croft της RBC Capital Markets εξηγεί στους FT ότι τέτοιες δευτερογενείς κυρώσεις θα «αναγκάσουν τα διυλιστήρια που βασίζονται στην πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές των ΗΠΑ να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού».
Κρίσιμη στιγμή για τη Ρωσία
Οι κυρώσεις αυτές πλήττουν τη ρωσική οικονομία σε μια ιδιαίτερα επισφαλή στιγμή: αφού για πάνω από τρία χρόνια κατάφερε να αψηφήσει τις δυτικές κυρώσεις, η ρωσική οικονομία έχει πέσει σε ύφεση τους τελευταίους μήνες υπό το βάρος της κρίσης στην αγορά εργασίας, των υψηλών επιτοκίων και μιας δαπανηρής δημοσιονομικής πίεσης εν μέσω πολέμου. Η Μόσχα έχει καταφύγει σε αυξήσεις φόρων και σε αξιοποίηση του ταμείου της για τις δύσκολες μέρες για να καλύψει το διευρυνόμενο έλλειμμα του προϋπολογισμού της.
Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε την Πέμπτη ότι οι νέες κυρώσεις των ΗΠΑ δεν θα δημιουργήσουν προβλήματα για τη χώρα. «Η χώρα μας έχει αναπτύξει ισχυρή ανοσία στους δυτικούς περιορισμούς και θα συνεχίσει να αναπτύσσει με αυτοπεποίθηση το οικονομικό της δυναμικό», δήλωσε η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα . Πρόσθεσε ότι οι κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας πλήττουν κυρίως την ίδια την Ένωση.
Όπως υπογραμμίζει η Wall Street Journal, οι παρατηρητές λένε ότι τα νέα μέτρα είναι απίθανο να αλλάξουν σημαντικά τους πολεμικούς στόχους του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν . Οι διαδοχικοί γύροι κυρώσεων των ΗΠΑ από το 2022 έχουν επιβαρύνει την οικονομία της Ρωσίας, αλλά δεν έχουν σταματήσει τον πόλεμο.
Τον τελευταίο μήνα, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αξιωματούχοι συνεργάζονται για τον καλύτερο τρόπο άσκησης πίεσης στην οικονομία της Ρωσίας. Μια ευρωπαϊκή ομάδα βρισκόταν στην Ουάσινγκτον την Τετάρτη όταν το Υπουργείο Οικονομικών έκανε την ανακοίνωση.


































