‘Αλλη μια έρευνα που είδε το φως της δημοσιότητας έρχεται να αποτυπώσει με τη σειρά της τις σοβαρές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά – ειδικά τα ευάλωτα- τα οποία οδηγούνται σε περικοπές ακόμη και για τις βασικές δαπάνες διαβίωσης, όπως είναι τα τρόφιμα και η ενέργεια.
Περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες να τα βγάλουν πέρα, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι τους τελευταίους 12 μήνες σχεδόν το 65% περιόρισε τη χρήση θέρμανσης, το 67,5% τη χρήση ηλεκτρικού και το 47,8% τη χρήση ζεστού νερού.
Ειδικότερα, η Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ. – στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου REVERTER – προχώρησε σε χαρτογράφηση των ενεργειακών αναγκών των ευάλωτων νοικοκυριών της Αττικής.
Στόχος της έρευνας, ήταν η καταγραφή των δυσκολιών και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά αναφορικά με την ενεργειακή αναβάθμιση των κατοικιών τους, τα οποία εμποδίζουν την πρόσβασή τους στα οφέλη της πράσινης μετάβασης και παρατείνουν τη διαβίωσή τους σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας.
Οι συνθήκες διαβίωσης
Όπως προέκυψε μόνο το 11,4% των σπιτιών έχει μονωμένους τοίχους, το 75% έχει κουφώματα αλουμινίου και μόνον το 25% δήλωσε ικανοποίηση αναφορικά με την αεροστεγανότητα των κουφωμάτων.
Σχεδόν τα μισά νοικοκυριά (48,7%) χρησιμοποιούν κεντρικό σύστημα θέρμανσης, η οποία τροφοδοτείται αποκλειστικά από λέβητες πετρελαίου (77%) και φυσικού αερίου (23%). Σχεδόν το 70% χρησιμοποιεί δευτερεύον σύστημα θέρμανσης, κυρίως κλιματιστικά (63%).
Δυσκολίες και τα νοικοκυριά μεσαίου εισοδήματος
Λόγω της αύξησης των τιμών των βασικών αγαθών, πάνω από το 80% με μηνιαίο εισόδημα έως 900 ευρώ δηλώνουν ότι δυσκολεύονται πολύ να τα βγάλουν πέρα, υπονομεύοντας την ικανότητα να συμμετάσχουν σε προγράμματα ριζικής ανακαίνισης.
Η κρίση του κόστους διαβίωσης επηρεάζει πλέον και τα νοικοκυριά μεσαίου εισοδήματος (μηνιαίο εισόδημα 1.200 έως 2.000 ευρώ), καθώς το 50-60% από αυτά δηλώνουν επίσης ότι δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα.
Συνολικά, περισσότερα από τα μισά (51,4%) δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες να τα βγάλουν πέρα.
Ποιες δαπάνες για βασικές ανάγκες περιορίζουν
Όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΚΠΟΙΖΩ τα νοικοκυριά στην Αττική τους τελευταίους δώδεκα μήνες έχουν περιορίσει σημαντικά τις δαπάνες τους για βασικές τους ανάγκες.
Και ειδικότερα, το 64,6% περιόρισε τη χρήση θέρμανσης, το 67,5% τη χρήση ηλεκτρικού ρεύματος και το 47,8% τη χρήση ζεστού νερού χρήσης, το 57,4% περιόρισε τις αγορές τροφίμων, το 68,2% τις δαπάνες για ρούχα και υποδήματα, το 60,6% τα έξοδα μεταφοράς, το 69% τις δαπάνες για ψυχαγωγία, το 13,7% τις δαπάνες για φάρμακα, το 27,1% τις δαπάνες για εκπαίδευση των παιδιών.
Πάνω από το 70% – και σε ορισμένες περιπτώσεις έως και το 100% – των νοικοκυριών με πολύ χαμηλό εισόδημα (κάτω από 300 €/μήνα) και χαμηλό εισόδημα (300-600 €/μήνα), ανέφεραν περικοπές σε βασικές δαπάνες, συμπεριλαμβανομένης της κατανάλωσης ενέργειας και των τροφίμων.
Καθυστερούν την πληρωμή λογαριασμών
Περίπου το 55% και το 60% αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν θερμική δυσφορία κατά τη διάρκεια του χειμώνα και του καλοκαιριού, αντίστοιχα. Το 62% αντιμετωπίζει προβλήματα υγρασίας ή μούχλας.
Το 18% έχει καθυστερήσεις στην πληρωμή των λογαριασμών ενέργειας και αναφέρει προβλήματα υγείας (όπως αρθριτικά ή ρευματικά προβλήματα και συχνά κρυολογήματα) που συνδέονται με ανεπαρκή θέρμανση και/ή υπερβολική υγρασία.
Συνολικά, το 80% των νοικοκυριών θεωρούνται ενεργειακά ευάλωτα, καθώς αντιμετωπίζουν τουλάχιστον ένα από τα παραπάνω προβλήματα.
Θέλουν αλλά δεν μπορούν να μπουν σε πρόγραμμα επιδότησης
Περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά (51,5%) δεν είναι πρόθυμα να ενταχθούν σε πρόγραμμα επιδότησης και μεταξύ των κύριων λόγων άρνησης, το 46% ανέφερε οικονομικές δυσκολίες: το 33,7% ανέφερε ότι το ποσοστό επιδότησης ήταν πολύ χαμηλό και δεν μπορούσαν να συνεισφέρουν οικονομικά, ενώ το 12,5% δήλωσε ότι δεν μπορούσε να λάβει τραπεζικό δάνειο.
Όσον αφορά όσους δήλωσαν πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε κάποιο πρόγραμμα: το 20,8% δήλωσε ότι δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συνεισφέρει οικονομικά, το 6,2% είναι διατεθειμένο να πληρώσει 10-40 ευρώ, το 25,7% 50-80 ευρώ, το 28,2% 100-150 ευρώ, το 11,2% 200-250 ευρώ, το 6,1% 300-350 ευρώ και το 2,4% πάνω από 350 ευρώ.
Ο μέσος όρος κυμαίνεται στα 130 ευρώ (διάμεσος: 100 ευρώ). Τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες με το τρέχον εισόδημά τους μπορούν να διαθέσουν 90 ευρώ το μήνα, σχεδόν 40% λιγότερα από ό,τι τα νοικοκυριά που τα βγάζουν πέρα με το εισόδημά τους και 60% λιγότερα από τα νοικοκυριά που ζουν άνετα.
Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη ένα μέσο κόστος ριζικής ανακαίνισης, το αντίστοιχο ποσοστό επιδότησης που θα δικαιούνταν αυτά να νοικοκυριά βάσει του «ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ 2025» και το υπολειπόμενο ποσό που θα έπρεπε καταβάλει το νοικοκυριό (υποθέτοντας ότι λαμβάνει επιδοτούμενο δάνειο), το συνολικό ποσοστό των νοικοκυριών που δεν μπορούν να συμμετάσχουν για οικονομικούς λόγους ανέρχεται σε 67%.
Εν κατακλείδι, τα στοιχεία της έρευνας αναδεικνύουν μία σειρά από εμπόδια που αποτρέπουν την βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, με αποτέλεσμα η πλειοψηφία των νοικοκυριών να αποκλείεται από τα οφέλη της πράσινης μετάβασης.
Προοδευτικοί συντελεστές επιδότησης
Η έρευνα της ΕΚΠΟΙΖΩ συμπερασματικά καταλήγει πως η μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης είναι ένα ολιστικό και πολυδιάστατο πρόβλημα που επηρεάζει διαφορετικούς οικονομικούς τομείς και απαιτεί κατ’ αρχάς την εφαρμογή ενός ισορροπημένου μείγματος πολιτικών και μέτρων, με την ενεργό συμμετοχή των αρμόδιων φορέων που απασχολούνται στον τομέα της ενέργειας, για το σχεδιασμό προγραμμάτων αναβάθμισης κατοικιών που να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες των νοικοκυριών.
Παράλληλα, απαιτείται ενίσχυση της συμμετοχής των δήμων και καμπάνιες ενημέρωσης σε συνεργασία με Δήμους, γραφεία Υπηρεσιών Μιας Στάσης και άλλους φορείς, με στοχευμένα μέτρα ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης ευάλωτων νοικοκυριών και ιδιοκτητών ακινήτων-ενοικιαστών και εφαρμογή απλουστευμένων και τυποποιημένων διαδικασιών για τη συμμετοχή των ενεργειακά φτωχών νοικοκυριών στις σχεδιαζόμενες πολιτικές. Η ανακαίνιση κτιρίων μπορεί να γίνει μοχλός κοινωνικής δικαιοσύνης.
Τέλος, προτείνει την υιοθέτηση προοδευτικών συντελεστών επιδότησης ενεργειακών ανακαινίσεων, ανερχόμενους σε ποσοστό 100% του κόστους ανακαίνισης για τις πιο ευάλωτες ομάδες. Σημειώνεται ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε μέσω ερωτηματολογίου, διήρκεσε 14 μήνες, από τον Απρίλιο του 2024 μέχρι και τον Ιούνιο του 2025 και συλλέχθηκαν 790 απαντήσεις.








![Ανεργία: Στο 8,2% «έπεσε» τον Σεπτέμβριο [γραφήματα]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2025/07/ANERGIA-2-1024x682-1-300x300.jpg)












![Ανεργία: Στο 8,2% «έπεσε» τον Σεπτέμβριο [γραφήματα]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2025/07/ANERGIA-2-1024x682-1.jpg)















