Υπάρχουν φορές που οι αριθμοί λένε μια ιστορία. Η ιστορία που ξεδιπλώνεται σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα παράδοξο που δεν περνά απαρατήρητο: καθώς η ΕΕ βλέπει τα δημοσιονομικά της ελλείμματα να φουσκώνουν χρόνο με τον χρόνο, η Ελλάδα εμφανίζει μια εικόνα πρωτοφανούς δημοσιονομικής πειθαρχίας — και αυτό σε ένα περιβάλλον όπου οι πιέσεις πολλαπλασιάζονται.
Η φθινοπωρινή πρόβλεψη της Κομισιόν είναι αποκαλυπτική. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στην ΕΕ αναμένεται να αυξηθεί από 3,1% του ΑΕΠ το 2024 σε 3,3% το 2025 και 3,4% το 2027. Στη ζώνη του ευρώ η εικόνα είναι παρόμοια: 3,1% το 2024, 3,2% το 2025, 3,3% το 2026, 3,4% το 2027. Με απλά λόγια: αντί να κλείνει, το δημοσιονομικό κενό ανοίγει.
Η Ελλάδα εμφανίζει μια εικόνα πρωτοφανούς δημοσιονομικής πειθαρχίας — και αυτό σε ένα περιβάλλον όπου οι πιέσεις πολλαπλασιάζονται
Από πού προέρχεται αυτή η διόγκωση; Από την αύξηση των αμυντικών δαπανών. Η ΕΕ ανεβαίνει από το 1,5% του ΑΕΠ το 2024 στο 2% το 2027, ένα άλμα που σε συνδυασμό με το αυξανόμενο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και την υποτονικότητα των εσόδων δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα. Η δημοσιονομική προσαρμογή παραμένει μεν ουδέτερη σε επίπεδο Ένωσης, αλλά δώδεκα κράτη-μέλη αναμένεται να κινούνται πάνω από το όριο του 3% του ΑΕΠ το 2027 — περισσότερα από όσα το 2025.
Και όλα αυτά την ώρα που οι εξωτερικές πιέσεις πολλαπλασιάζονται: εμπορική αβεβαιότητα, γεωπολιτικές εντάσεις, τεκτονικές μετατοπίσεις στη χρηματοδότηση και το παγκόσμιο εμπόριο, ενώ οι διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού επιστρέφουν όλο και συχνότερα. Η προοπτική ανάπτυξης της ΕΕ αποδεικνύεται πιο εύθραυστη απ’ όσο εκτιμούν οι προβλέψεις, ενώ η βιομηχανική της ανταγωνιστικότητα δοκιμάζεται σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που αλλάζει ρυθμό.Κι όμως, μέσα σε αυτή την ευρωπαϊκή εικόνα ανισορροπίας, η Ελλάδα βρίσκεται στον αντίποδα.Την ίδια στιγμή που η ΕΕ βλέπει το δημοσιονομικό της κενό να ανοίγει, η Ελλάδα παρουσιάζει πρωτογενή πλεονάσματα, συγκρατεί τα ελλείμματα και, κυρίως, εμφανίζει αξιοσημείωτη σταθερότητα. Σε μια περίοδο που κράτη με ισχυρότερες οικονομίες διολισθαίνουν σε βαθύτερα ελλείμματα, η χώρα χτίζει βαθμιαία αξιοπιστία, προστατεύει την πιστοληπτική της εικόνα και αθροίζει δημοσιονομικό «κεφάλαιο» εκεί όπου άλλοι το χάνουν.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι κίνδυνοι έχουν εξαφανιστεί. Το ελληνικό χρέος παραμένει υψηλό , παρότι διαχειρίσιμο ,και πάντα υπάρχει η ανησυχία ότι οι ισορροπίες μπορούν να ανατραπούν γρήγορα. Η ΕΕ προβλέπει ότι μέχρι το 2027 τέσσερα κράτη θα έχουν χρέος πάνω από το 100% του ΑΕΠ. Άρα η Ελλάδα δεν έχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού.Όμως το συμπέρασμα της στιγμής είναι σαφές:σε μια Ευρώπη που κινείται προς μεγαλύτερα ελλείμματα, η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες που καταφέρνουν να κρατήσουν σταθερό δημοσιονομικό βηματισμό.Κι εδώ βρίσκεται η ουσία του ζητήματος: η Ευρώπη εισέρχεται σε μια δεκαετία υψηλών δαπανών, αβέβαιης ανάπτυξης και διαρκούς δημοσιονομικής πίεσης. Σε αυτό το περιβάλλον, δεν επιβραβεύεται μόνο όποιος «κλείνει» τους λογαριασμούς του. Επιβραβεύεται όποιος μπορεί να σταθεί όρθιος όταν οι υπόλοιποι λυγίζουν.




































