Το 2025 το διεθνές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από αυξημένη πολυπλοκότητα και αλληλεξάρτηση, λόγω της ενίσχυσης του ρόλου των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (Nonbank Financial Institutions, NBFIs) τα οποία κατέχουν περίπου το 50% των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, καθώς και της διαρκούς και αναγκαίας (ανα)προσαρμογής των τραπεζικών συστημάτων σε ένα περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων. Η ταχεία δε ανάπτυξη των NBFIs ενισχύει τη διασύνδεσή τους με τον τραπεζικό τομέα, αυξάνοντας τον κίνδυνο αναμετάδοσης (spillover effects) κρίσεων ρευστότητας και – κατ’ επέκτασιν – αξιοπιστίας.
Η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Οκτ. 2025) επισημαίνει ότι οι υψηλές αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων και οι πιέσεις στις αγορές κρατικών ομολόγων διατηρούν τους κινδύνους για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε αυξημένα επίπεδα. Επιπλέον, οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων καταδεικνύουν ότι, σε περίπτωση στασιμοπληθωρισμού (ύφεση, πληθωρισμός, άνοδος επιτοκίων), περίπου 18% των τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων παγκοσμίως θα αντιμετώπιζαν μείωση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (Common Equity Tier 1, CET 1) ενός ιδρύματος κάτω από το 7%. Επιπλέον, εάν τα NBFIs προχωρούσαν σε μαζική άντληση ρευστότητας από πιστωτικές γραμμές, το 30% των ευρωπαϊκών τραπεζών (βάσει ενεργητικού) θα εμφάνιζε κεφαλαιακή μείωση άνω των 100 μονάδων βάσης.
Παράλληλα, η ασυμμετρία ρευστότητας σε ανοιχτά επενδυτικά κεφάλαια και η ταχεία ρευστοποίηση τίτλων υψηλής ποιότητας, υπό συνθήκες μεταβλητότητας, ενδέχεται να προκαλέσουν περαιτέρω διαταραχές στις αγορές κρατικών ομολόγων και τις συνθήκες χρηματοδότησης.
Τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν, inter alia, τον βαθμό αλληλεξάρτησης μεταξύ τραπεζών και μη τραπεζικών φορέων, και, επακόλουθα την ανάγκη ενίσχυσης της μακροπροληπτικής εποπτείας και της διαφάνειας στις αγορές ιδιωτικού χρέους και επενδυτικών κεφαλαίων. Ειδικότερα, το ΔΝΤ υπογραμμίζει την ανάγκη για ενίσχυση της εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου Basel III, την ανάπτυξη προηγμένων εργαλείων διαχείρισης ρευστότητας και την αποδοτικότερη συνεργασία των εθνικών εποπτικών αρχών.
Η μελλοντική πορεία του διεθνούς τραπεζικού τομέα φαίνεται να επηρεάζεται από οκτώ καθοριστικές τάσεις, τη μετατόπιση των ιδιωτών επενδυτών προς ιδιωτικά κεφάλαια, την ανάπτυξη συστημάτων μετατροπής ενός πραγματικού περιουσιακού στοιχείου όπως ακίνητα, μετοχή, ομόλογο, έργο τέχνης ή δάνειο — σε ψηφιακό διακριτό στοιχείο (token) που εκδίδεται και καταγράφεται σε τεχνολογία κατανεμημένου καθολικού (DLT/ blockchain) διαδικασία ευρέως γνωστή ως tokenization για διασυνοριακές πληρωμές, την αύξηση των κινδύνων απάτης λόγω τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence, AI), τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην αγορά ακινήτων, τη χρήση ΑΙ στη διαχείριση επενδύσεων, την προληπτική λειτουργία των ασφαλιστικών φορέων, την ενσωμάτωση πληρωμών στις πλατφόρμες εμπορίου και τις διαρθρωτικές μεταβολές στη στελέχωση του κλάδου real estate (στην περίπτωση της Αμερικής).
Δεδομένου ότι το ήμισυ όλων των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων παγκοσμίως κατέχεται και από εταιρείες που δεν ταξινομούνται ούτε εποπτεύονται ως τράπεζες, αρκετές εποπτικές αρχές, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία, έχουν αρχίσει να ενσωματώνουν δοκιμές αντοχής σε επίπεδο συστήματος και αναλύσεις σεναρίων, ώστε να κατανοήσουν καλύτερα τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ τραπεζών και NBFIs. Οι πρωτοβουλίες αυτές ανέδειξαν την ανάγκη για πληρέστερα δεδομένα, ισχυρότερη εθνική και διασυνοριακή συνεργασία και ρυθμιστική καινοτομία.
Επιπλέον, αναδεικνύονται νέες προκλήσεις που σχετίζονται με την πιθανή επανεμφάνιση Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) σε περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων και υψηλού κόστους χρηματοδότησης, ιδίως προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις και νοικοκυριά με δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου. Παράλληλα, η εμφάνιση στρατηγικών κακοπληρωτών (strategic defaulters) αναμένεται να καταστεί σημαντικός παράγοντας αύξησης του πιστωτικού κινδύνου. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες καλούνται να αναπτύξουν συστήματα και μηχανισμούς αξιολόγησης πιστωτικού κινδύνου βασισμένα σε ιστορικά δεδομένα συναλλακτικής συμπεριφοράς, ιστορικό πληρωμών και κοινωνικοοικονομικούς δείκτες, ώστε να εντοπίζουν έγκαιρα τα πρόδρομα σημάδια (early warning signs) στρατηγικής αθέτησης αποπληρωμών.
Σύμφωνα εξ άλλου με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA, Report on the management and supervision of ESG risks, 2021) και το ρυθμιστικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (EU Taxonomy Regulation 2020/852, CSRD 2022/2464), η ενσωμάτωση των κριτηρίων ESG (Environmental, Social, Governance) στις στρατηγικές των τραπεζών αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για τη βιώσιμη χρηματοδότηση και τη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος .
Οι ελληνικές τράπεζες παρουσιάζουν αξιοσημείωτη πρόοδο και ανθεκτικότητα. Ειδικότερα, τα αποτελέσματα του EBA EU-wide Stress Test 2025 επιβεβαίωσαν τη σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος υπό ιδιαίτερα δυσμενείς μακροοικονομικές παραδοχές, σε συνέχεια των θεαματικών επιδόσεων στις αντίστοιχες πανευρωπαϊκές δοκιμές αντοχής του 2023. Η μέση αναμενόμενη κεφαλαιακή απομείωση (CET 1 depletion) για τις ελληνικές τράπεζες ανήλθε μόλις στο 1,8%, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου 3,5%, αναδεικνύοντας ισχυρή ικανότητα απορρόφησης κραδασμών. Η θετική αυτή εξέλιξη αποδίδεται αφενός μεν στη σημαντική βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών συστημικών τραπεζών , μετά από αξιοσημείωτη μείωση των ΜΕΔ μέσω τιτλοποιήσεων και πωλήσεων, αφετέρου δε στην ενίσχυση της προ προβλέψεων κερδοφορίας και της πιστής καταθετικής βάσης. Οι ελληνικές τράπεζες προσήλθαν στην άσκηση με ισχυρούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, επαρκή ρευστότητα και βελτιωμένες εσωτερικές διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων, μια μεταστροφή από την εποχή των κρίσεων στην εποχή της σταθεροποίησης .Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου (EU Taxonomy, CSRD, SFDR), προχωρούν στη δημιουργία εξειδικευμένων μονάδων ESG risk management, στην έκδοση πράσινων και κοινωνικών ομολόγων, καθώς και στη σταδιακή ενσωμάτωση ESG scores στα εσωτερικά συστήματα.
Αναμφισβήτητα, το 2025 σηματοδότησε μια αναβάθμιση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, με ισχυρή ανθεκτικότητα έναντι εξωγενών κλυδωνισμών και εν μέσω σταδιακής μετάβασης σε ένα ψηφιακά ώριμο, κεφαλαιακά ισχυρό και τεχνολογικά μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
Ωστόσο, η διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και η ευελιξία της εμπορικής στρατηγικής των τραπεζών θα κριθεί από την ορθολογική αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και την συνετή διαχείριση χρηματοπιστωτικών κινδύνων (και) σε επίπεδο κλάδων της οικονομίας.
Επιπλέον, η αξιοποίηση επεξηγήσιμων αλγορίθμων τεχνητής νοημοσύνης (Explainable AI) για τη δυναμική ταξινόμηση κινδύνων και την πρόβλεψη επισφαλειών συνιστά μία ακόμη κρίσιμη καινοτομία στη σύγχρονη τραπεζική πρακτική. Αναμφίβολα, η αποτελεσματική εφαρμογή τους προϋποθέτει ισχυρή κουλτούρα και δεοντολογία, διακυβέρνηση δεδομένων, διαφάνεια και εποπτική συμμόρφωση.
Ωστόσο, ειδική προσοχή απαιτείται στον τομέα του ιδιωτικού δανεισμού (private credit), όπου τα μη τραπεζικά επενδυτικά κεφάλαια, σε παγκόσμιο επίπεδο, έχουν γνωρίσει εκρηκτική ανάπτυξη από φορείς χωρίς επαρκή διαφάνεια ή εποπτεία. Ομοίως, στην περίπτωση της Ελλάδας, της Γαλλίας, Γερμανίας και των ΗΠΑ, παρατηρείται μία σημαντική διόγκωση των ιδιωτικών χρεών.
Ας μην ξεχνάμε πάντοτε ότι οι ασκήσεις δοκιμής αντοχών μας προετοιμάζουν για μια ενδεχόμενη επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών και όχι για μεγάλες και ξαφνικές κρίσεις για τις οποίες πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι σε επίπεδο πολιτικής αφού η αντιμετώπιση τους ξεφεύγει από τις επιμέρους δυνατότητες του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Π.Ε. Πετράκης
Ομ. Καθηγητής Οικονομικών
Δρ. Δ. Ντάικου
Ph.D., MPhil., MSc., CEFA
Οι απόψεις που διατυπώνονται δεν αποτελούν απόψεις του ΚΕΠΕ






















![Έκπτωση φόρου για δαπάνες που αφορούν λήψη υπηρεσιών για ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων [Μέρος Β]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2023/09/exoikonomo.jpg)














